Βλέπετε τις εγγραφές : 7001 - 7050, σε σύνολο 12265
Όρος: May cause respiratory irritation
Μετάφραση: Μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό της αναπνευστικής οδού
Όρος: May cause respiratory irritation
Μετάφραση: Μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό της αναπνευστικής οδού
Όρος: May cause sensitization by inhalation
Μετάφραση: Μπορεί να προκαλέσει ευαισθητοποίηση όταν εισπνέεται
Όρος: May cause sensitization by inhalation
Μετάφραση: Μπορεί να προκαλέσει ευαισθητοποίηση όταν εισπνέεται
Όρος: May cause sensitization by inhalation and skin contact
Μετάφραση: Μπορεί να προκαλέσει ευαισθητοποίηση όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα
Όρος: May cause sensitization by skin contact
Μετάφραση: Μπορεί να προκαλέσει ευαισθητοποίηση σε επαφή με το δέρμα
Όρος: May cause sensitization by skin contact
Μετάφραση: Μπορεί να προκαλέσει ευαισθητοποίηση σε επαφή με το δέρμα
Όρος: May damage fertility
Μετάφραση: Μπορεί να βλάψει τη γονιμότητα
Όρος: May damage fertility or the unborn child
Μετάφραση: Μπορεί να βλάψει τη γονιμότητα ή το έμβρυο
Όρος: May damage fertility or the unborn child <state specific effect if known> <state route of exposure if it is conclusively proven that no other routes of exposure cause the hazard>
Μετάφραση: Μπορεί να βλάψει τη γονιμότητα ή το έμβρυο <αναφέρεται η ειδική επίπτωση εάν είναι γνωστή> < αναφέρεται η οδός έκθεσης αν έχει αποδειχθεί αδιαμφισβήτητα ότι δεν υπάρχει κίνδυνος από τις άλλες οδούς έκθεσης>
Όρος: May damage the unborn child
Μετάφραση: Μπορεί να βλάψει το έμβρυο
Όρος: May form explosive peroxides
Μετάφραση: Μπορεί να σχηματίσει εκρηκτικά υπεροξείδια
Όρος: May form explosive peroxides
Μετάφραση: Μπορεί να σχηματίσει εκρηκτικά υπεροξείδια
Όρος: May form explosive peroxides
Μετάφραση: Μπορεί να σχηματίσει εκρηκτικά υπεροξείδια
Όρος: May impair fertility
Μετάφραση: Μπορεί να εξασθενίσει τη γονιμότητα
Όρος: May impair fertility
Μετάφραση: Μπορεί να εξασθενίσει τη γονιμότητα
Όρος: May intensify fire
Μετάφραση: Μπορεί να αναζωπυρώσει την πυρκαγιά
Όρος: May intensify fire; oxidizer
Μετάφραση: Μπορεί να αναζωπυρώσει την πυρκαγιά˙ οξειδωτικό
Όρος: May mass explode in fire
Μετάφραση: Κίνδυνος μαζικής έκρηξης σε περίπτωση πυρκαγιάς
Όρος: May mass explode in fire
Μετάφραση: Κίνδυνος μαζικής έκρηξης σε περίπτωση πυρκαγιάς
Όρος: Mean generation time
Μετάφραση: Μέσος χρόνος γενεάς
Συντομογραφία: MPE
Όρος: Mean Photo Effect
Μετάφραση: Μέση φωτοεπίδραση
Όρος: Mean square successive differences
Μετάφραση: Μέσος όρος των τετραγώνων των διαδοχικών διαφορών
Όρος: Mean value
Μετάφραση: Μέση τιμή ή μέσος όρος
Όρος: Means of access
Μετάφραση: Μέσα πρόσβασης
Όρος: Measurement
Μετάφραση: Μέτρηση Επιμέτρηση
Όρος: Measurement and assessment
Μετάφραση: Μέτρηση και αξιολόγηση
Όρος: Measurement of cytotoxicity used
Μετάφραση: Χρησιμοποιούμενο μέτρο κυτταροτοξικότητας
Όρος: Measurement range
Μετάφραση: Εύρος μετρήσεων
Όρος: Measuring cylinders
Μετάφραση: Ογκομετρικοί κύλινδροι
Όρος: Measuring instrument
Μετάφραση: Όργανο μέτρησης
Όρος: Mechanic (e.g. car mechanic)
Μετάφραση: Μηχανικός αυτοκινήτων
Όρος: Mechanical cleaning
Μετάφραση: Μηχανικός καθαρισμός
Όρος: Mechanical containment
Μετάφραση: Μηχανικός εγκλωβισμός
Όρος: Mechanical dispersion
Μετάφραση: Μηχανική διασπορά
Όρος: Mechanical handling
Μετάφραση: Μηχανικός χειρισμός
Όρος: Mechanical harvesters
Μετάφραση: Συλλεκτικές μηχανές
Όρος: Mechanical interface
Μετάφραση: Μηχανική διεπαφή
Όρος: Mechanical presses
Μετάφραση: Μηχανικοί πιεστήρες
Όρος: Mechanical properties
Μετάφραση: Μηχανικές ιδιότητες
Όρος: Mechanical resistance
Μετάφραση: Μηχανική αντοχή
Όρος: Mechanical restraint device
Μετάφραση: Διάταξη μηχανικής απομόνωσης
Όρος: Mechanical risks
Μετάφραση: Μηχανικών κίνδυνοι
Όρος: Mechanical strength
Μετάφραση: Μηχανική αντοχή
Όρος: Mechanical vibration
Μετάφραση: Μηχανική δονήση
Όρος: Mechanics
Μετάφραση: Μηχανική (κλάδος της φυσικής)
Όρος: Mechanics gloves
Μετάφραση: Γάντια μηχανικά