Βλέπετε τις εγγραφές : 8851 - 8900, σε σύνολο 12265
Όρος: Potassium bicarbonate
Μετάφραση: Όξινο ανθρακικό κάλιο
Όρος: Potassium bromide
Μετάφραση: Βρωμιούχο κάλιο
Όρος: Potassium butoxide
Μετάφραση: Βουτοξείδιο του καλίου
Όρος: Potassium carbonate
Μετάφραση: Ανθρακικό κάλιο
Όρος: Potassium chloride
Μετάφραση: Χλωριούχο κάλιο
Όρος: Potassium dibromopropionate
Μετάφραση: Διβρωμοπροπιονικό κάλιο
Όρος: Potassium dichromate
Μετάφραση: Διχρωμικό κάλιο
Όρος: Potassium hydroxide or potassa caustic potash
Μετάφραση: Υδροξείδιο του καλίου ή ποτάσσα
Όρος: Potassium iodide
Μετάφραση: Ιωδιούχο κάλιο
Όρος: Potassium lauryl ether sulphate
Μετάφραση: Δωδεκυλοθειικό κάλιο
Όρος: Potassium nitrate
Μετάφραση: Νιτρικό κάλιο ή νίτρο
Όρος: Potassium perchlorate
Μετάφραση: Υπερχλωρικό κάλιο
Όρος: Potassium permanganate
Μετάφραση: Υπερμαγγανικό κάλιο
Όρος: Potassium phosphates
Μετάφραση: Φωσφορικά άλατα καλίου
Όρος: Potassium phthalate
Όρος: Potassium sodium carbonate
Μετάφραση: ανθρακικό κάλιο νάτριο
Όρος: Potential difference
Μετάφραση: Διαφορά δυναμικού
Όρος: Potential energy
Μετάφραση: Δυναμική ενέργεια
Όρος: Potential equalization
Μετάφραση: Εξισορρόπηση δυναμικού
Όρος: Potential for bioaccumulation
Μετάφραση: Δυνητική βιοσυσσώρευση
Όρος: Potential hazard
Μετάφραση: Δυνητικός κίνδυνος, πιθανός κίνδυνος
Όρος: Potential resistant
Μετάφραση: Δυνητικός καταχωρίζων
Όρος: Potentially explosive atmospheres
Μετάφραση: Δυνητικά εκρηκτικές ατμόσφαιρες, εκρήξιμες ατμόσφαιρες
Όρος: Potentially hazardous industrial chemicals
Μετάφραση: Δυνητικώς επικίνδυνα βιομηχανικά χημικά προϊόντα
Όρος: Potentially hazardous machinery
Μετάφραση: Δυνητικώς επικίνδυνα μηχανήματα
Όρος: Pourability
Μετάφραση: Ευχέρεια μετάγγισης
Όρος: Powder coating
Μετάφραση: Επικάλυψη με σκόνη, βαφή πούδρας (επίπαση)
Όρος: Powder filling
Μετάφραση: Πλήρωση με σκόνη
Όρος: Powder-actuated tools
Μετάφραση: Εργαλεία που ενεργοποιούνται με πυρίτιδα
Όρος: powdery wastes
Μετάφραση: Απόβλητα πούδρας
Όρος: Power curve
Μετάφραση: Καμπύλη ισχύος
Όρος: Power density
Μετάφραση: Πυκνότητα ισχύος (S)
Όρος: Power factor
Μετάφραση: Συντελεστής ισχύος
Όρος: Power lines
Μετάφραση: Γραμμές τροφοδοσίας, ηλεκτροφόρα καλώδια
Όρος: Power of test
Μετάφραση: Δύναμη δοκιμής
Όρος: Power shovel
Μετάφραση: Καδοφόρος εκσκαφέας
Όρος: Power stations
Μετάφραση: Σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας
Όρος: Power supply equipment
Μετάφραση: Εξοπλισμός παροχής ισχύος