Βλέπετε τις εγγραφές : 4551 - 4600, σε σύνολο 12265
Όρος: Flagellae
Μετάφραση: Βλεφαρίδες ή μαστίγια
Όρος: Flake
Μετάφραση: Φολίδα, Νιφάδα
Συντομογραφία: FAAS
Όρος: Flame atomicabsorption spectrometry
Μετάφραση: Φασματομετρία ατομικής απορρόφησης φλόγας
Συντομογραφία: FID
Όρος: Flame ionization detection
Μετάφραση: Ανίχνευση ιονισμού φλόγας
Συντομογραφία: FPD
Όρος: Flame photometric detector
Μετάφραση: Φωτομετρικός ανιχνευτής φλόγας
Όρος: Flame propagation
Μετάφραση: Διάδοση φλόγας
Όρος: Flame retardants
Μετάφραση: Επιβραδυντές φλόγας (καύσης)
Όρος: flame retardants
Μετάφραση: επιβραδυντικά φλόγας
Όρος: Flame screen
Μετάφραση: Δικτυωτό συγκρατήσεως φλογών
Όρος: Flame spectroscopy
Μετάφραση: Φασματοσκοπία φλόγας, φλογοφωτομετρία
Όρος: Flame test cobalt glass
Μετάφραση: Ύαλος κοβαλτίου για τη δοκιμή φλόγας
Όρος: Flameproof enclosure
Μετάφραση: Αντιπυρικό περίβλημα
Όρος: Flameproof joints
Μετάφραση: Πυροστεγείς σύνδεσμοι
Όρος: Flammable aerosol
Μετάφραση: Εύφλεκτο αερόλυμα
Όρος: Flammable aerosol
Μετάφραση: Εύφλεκτο αερόλυμα
Όρος: Flammable component
Μετάφραση: Εύφλεκτο συστατικό (για αερολύματα και φύσιγγες αερίων)
Όρος: Flammable dust
Μετάφραση: Εύφλεκτη σκόνη
Όρος: Flammable gas
Μετάφραση: Εύφλεκτο αέριο
Όρος: Flammable liquid and vapor
Μετάφραση: Υγρό και ατμοί εύφλεκτα
Όρος: Flammable liquid and vapor
Μετάφραση: Υγρό και ατμοί εύφλεκτα
Όρος: Flammable solid
Μετάφραση: Εύφλεκτο στερεό
Όρος: Flammable substance
Μετάφραση: Εύφλεκτη ουσία
Όρος: Flash fire
Μετάφραση: Στιγμιαία ανάφλεξη, Φαινόμενο κατάκαυσης αερίου νέφους
Όρος: Flash point
Μετάφραση: Σημείο ανάφλεξης
Όρος: Flash welding
Μετάφραση: Συγκόλληση με σπινθηρισμούς
Όρος: Flashover
Μετάφραση: Ταυτόχρονη ανάφλεξη πυρκαγιάς – φάση πλήρους ανάφλεξης
Όρος: flashover
Μετάφραση: φαινόμενο καθολικής ανάφλεξης
Όρος: Flask buchner filter
Μετάφραση: Κωνική φιάλη διήθησης Buchner
Όρος: Flask conical narrow mouth
Μετάφραση: Κωνική στενόλαιμη φιάλη
Όρος: Flask distillation, with Side Arm
Μετάφραση: Φιάλη, με πλευρικό απαγωγό
Όρος: Flask flat bottom
Μετάφραση: Φιάλη επίπεδου πάτου
Όρος: Flask round bottom
Μετάφραση: Φιάλη στρογγυλού πάτου
Όρος: Flat roof construction
Μετάφραση: Κατασκευή επίπεδης οροφής
Όρος: Flatwork ironers
Μετάφραση: Επίπεδα σιδερωτήρια
Όρος: Flavouring agent
Μετάφραση: Αρτυματική ουσία
Όρος: Flavouring in foodstuffs
Μετάφραση: Αρτυματική ύλη σε τρόφιμα
Όρος: Flavylium chloride
Μετάφραση: Χλωριούχο φλαβύλιο
Όρος: Flexibility
Μετάφραση: Ευκαμψία / κινητικότητα (εργαζομένων)