Η ασφάλεια των εργαζομένων σε περίπτωση σεισμού, πλημμύρας και άλλων φαινομένων που όταν εκδηλωθούν μπορούν να προκαλέσουν μία φυσική καταστροφή, δεν περιορίζεται στον άμεσο κίνδυνο από το φαινόμενο.
Μια σειρά παράγοντες που σχετίζονται με την παραγωγική διαδικασία, τον εξοπλισμό και τα υλικά που χρησιμοποιούνται, μπορεί να εγκυμονούν κινδύνους για την ασφάλεια των εργαζομένων (κινδύνους οι οποίοι σχετίζονται με πτώσεις ή μετακινήσεις υλικών και εξοπλισμού, διαρροή επικίνδυνων ουσιών, πυρκαγιές ή/και εκρήξεις, θραύσεις υαλοστασίων κ.ά., που μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα την πρόκληση εργατικού ατυχήματος).
Μετά την εκδήλωση των φαινομένων, μπορεί να προκύψουν κίνδυνοι για την ασφάλεια των εργαζομένων, εάν ένας χώρος εργασίας ξαναλειτουργήσει χωρίς να έχουν εξασφαλιστεί όλα τα αναγκαία μέτρα προστασίας. Κίνδυνοι που σχετίζονται με θέματα υγιεινής, προστασίας από επιδημίες, έκθεσης σε επικίνδυνες χημικές ουσίες (π.χ. μετά από δασικές πυρκαγιές και πυρκαγιές επικίνδυνων υλικών) κ.ά., είναι ενδεικτικά αυτοί που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για την προστασία των εργαζομένων.
Στην εκτίμηση επαγγελματικού κίνδυνου πρέπει να προβλέπονται μέτρα προστασίας των εργαζομένων που εμπλέκονται στις διαδικασίες αντιμετώπισης εκτάκτων καταστάσεων (πυρόσβεση, απεγκλωβισμός, καθαρισμός, αποκατάσταση κ.ά.). Τέτοιου είδους μέτρα αφορούν στην εξασφάλιση κατάλληλου εξοπλισμού και μέσων, τις διαδικασίες ασφάλειας, τη χρήση κατάλληλων μέσων ατομικής προστασίας, την εκπαίδευση των εργαζομένων αυτών κ.ά.
Επιπλέον, σε περιοχές όπου λειτουργούν εγκαταστάσεις που διαχειρίζονται μεγάλες ποσότητες επικίνδυνων ουσιών (χημικές εγκαταστάσεις, εγκαταστάσεις μεταφοράς καυσίμων κ.λπ.), υπάρχει η πιθανότητα πρόκλησης ενός βιομηχανικού ατυχήματος μεγάλης έκτασης, αν δεν έχουν ληφθεί τα απαραίτητα μέτρα πρόληψης. Οι λεγόμενες NATECH καταστροφές αναφέρονται στα τεχνολογικά ατυχήματα που προκαλούνται από φυσικά φαινόμενα και καταστροφές (βλ. επίσης Θεματική ενότητα: Βιομηχανικά Ατυχήματα Μεγάλης Έκτασης).
Κατά συνέπεια, η ασφάλεια από ένα φυσικό φαινόμενο που μπορεί να προκαλέσει φυσική καταστροφή, είναι μια σύνθετη διαδικασία με πολλές παραμέτρους που σχετίζονται με:
- τη χωροθέτηση των βιομηχανιών, βιοτεχνιών και κάθε είδους εγκατάστασης, καθώς και της χωροθέτησης των χώρων κατοικίας
- την αντισεισμική προστασία κάθε κτηρίου και εγκατάστασης όσον αφορά στην καταλληλότητα του εδάφους, τη σταθερότητα και την αντοχή κτηρίων και εγκαταστάσεων
- τη λήψη τεχνικών και οργανωτικών μέτρων πρόληψης των κινδύνων για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων και για την πρόληψη ατυχημάτων μεγάλης έκτασης
- την ετοιμότητα για αντιμετώπιση κάθε έκτακτης κατάστασης (ενέργειες έκτακτης ανάγκης, σχέδιο διαφυγής διάσωσης, επάρκεια απαραίτητου εξοπλισμού και υποδομών κ.λπ.).
Για τα θέματα αυτά υπάρχουν προβλέψεις στη νομοθεσία και τους κανονισμούς (νομοθεσία για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων, κανονισμοί πυροπροστασίας, ασφαλούς λειτουργίας ηλεκτρομηχανολογικών, θερμικών εγκαταστάσεων, εγκαταστάσεων μεταφοράς, διανομής και αποθήκευσης καυσίμων, αντισεισμικοί-κτιριοδομικοί κανονισμοί, νομοθεσία για τα ατυχήματα μεγάλης έκτασης, θεσμικό πλαίσιο πολιτικής προστασίας κ.ά.).
Σημαντικοί είναι οι έλεγχοι που πρέπει να πραγματοποιηθούν στους εργασιακούς χώρους μετά από μια φυσική καταστροφή.
Σύμφωνα με τον Ν. 3850/2010, στο άρθρο 45 («πρώτες βοήθειες, πυρασφάλεια, εκκένωση χώρων από τους εργαζόμενους, σοβαρός και άμεσος κίνδυνος»), αναφέρεται ότι:
Ο εργοδότης οφείλει:
«α) Να συντηρεί τους τόπους εργασίας, τα μηχανολογικά μέσα και τον εξοπλισμό και να μεριμνά για την κατά το δυνατό άμεση αποκατάσταση των ελλείψεων, που έχουν σχέση με την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων. Αν από τις ελλείψεις αυτές προκαλείται άμεσος και σοβαρός κίνδυνος για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων, πρέπει να διακόπτεται αμέσως η εργασία στο σημείο που εμφανίζονται οι ελλείψεις, μέχρι την αποκατάστασή τους.
β) Να ενημερώνει το συντομότερο δυνατό τους εργαζομένους που εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν σε σοβαρό και άμεσο κίνδυνο, σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί ή πρόκειται να ληφθούν.
γ) Να λαμβάνει μέτρα και να δίνει οδηγίες στους εργαζομένους, ώστε να μπορούν σε περίπτωση σοβαρού, άμεσου και αναπόφευκτου κινδύνου να διακόπτουν την εργασία ή/και να εγκαταλείπουν αμέσως το χώρο εργασίας και να μεταβαίνουν σε ασφαλή χώρο.
δ) Να μη ζητά από τους εργαζομένους, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις δικαιολογούμενες από τις περιστάσεις, να αναλάβουν πάλι την εργασιακή δραστηριότητα τους, εφόσον εξακολουθεί να υφίσταται σοβαρός και άμεσος κίνδυνος.
Ο εργαζόμενος, ο οποίος σε περίπτωση σοβαρού άμεσου και αναπόφευκτου κινδύνου, απομακρύνεται από τη θέση εργασίας του ή/και από μια επικίνδυνη ζώνη, δεν επιτρέπεται να υποστεί καμία δυσμενή επίπτωση και πρέπει να προστατεύεται από κάθε ζημιογόνο και αδικαιολόγητη συνέπεια σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.»