Σχετικό έγγραφο:
Τροποποιήθηκε από:
Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 27Α_2020 | 1.26 MB |
Για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί:
1. Κίνδυνος (Hazard): ένα δυνητικά καταστροφικό γεγονός, φαινόμενο ή ανθρώπινη δραστηριότητα που μπορεί να προκαλέσει απώλειες ζωής ή τραυματισμούς, ζημιές σε περιουσίες, κοινωνικές και οικονομικές διαταραχές ή περιβαλλοντική υποβάθμιση.
2. Τρωτότητα (Vulnerability): οι συνθήκες που καθορίζονται από φυσικούς, κοινωνικούς, οικονομικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες ή διεργασίες που αυξάνουν την ευπάθεια μιας κοινωνίας στις επιπτώσεις των κινδύνων.
3. Ευπάθεια (Susceptibility): οι παράγοντες που δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την εξέλιξη ενός κινδύνου σε καταστροφή.
4. Ανθεκτικότητα (Resilience): η ικανότητα ενός συστήματος ή μιας κοινωνίας, εν δυνάμει εκτεθειμένης σε πιθανούς κινδύνους, να αντιστέκεται ή να προσαρμόζεται, με στόχο να διατηρήσει ένα αποδεκτό επίπεδο λειτουργίας και συνοχής.
5. Καταστροφή (Disaster): η σοβαρή διαταραχή της λειτουργίας της κοινωνίας, που προκαλεί εκτεταμένες ανθρώπινες, υλικές και περιβαλλοντικές απώλειες, οι οποίες ξεπερνούν την ικανότητα της πληγείσας κοινωνίας να τις αντιμετωπίσει με ίδια μέσα και πόρους.
6. Έγκαιρη προειδοποίηση (Early Warning): η παροχή έγκαιρης ειδοποίησης και επαρκούς πληροφόρησης, μέσω των αρμόδιων φορέων, που δίνει τη δυνατότητα δρομολόγησης συγκεκριμένων δράσεων για την αποφυγή ή τη μείωση των επιπτώσεων του κινδύνου και την προετοιμασία για αποτελεσματική αντιμετώπιση.
7. Συντονισμός (Coordination): η οργάνωση, προτεραιοποίηση και παρακολούθηση των απαιτούμενων δράσεων, καθώς και η εξασφάλιση της διαλειτουργικότητας, της εφαρμογής των κανόνων επιχειρησιακής δράσης και της συνεργασίας μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων για την επίτευξη κοινού σκοπού.
8. Πρόληψη (Prevention): το σύνολο των δράσεων και μέτρων που στοχεύουν στην απόλυτη αποφυγή των δυνητικών επιπτώσεων των κινδύνων και στην ελαχιστοποίηση των φυσικών, τεχνολογικών καταστροφών και λοιπών απειλών.
9. Ετοιμότητα (Preparedness): το σύνολο δράσεων και μέτρων που λαμβάνονται εκ των προτέρων για να διασφαλίσουν αποτελεσματική αντίδραση σε περιπτώσεις καταστροφών.
10. Αντιμετώπιση (Response): περιλαμβάνει τις δράσεις, κατά τη διάρκεια ή αμέσως μετά την καταστροφή, για την προστασία της ζωής και της υγείας των ανθρώπων, για την αντιμετώπιση άμεσων αναγκών διαβίωσής τους και για τη διασφάλιση παροχής αρωγής και υποστήριξης για τον μετριασμό των επιπτώσεων της καταστροφής.
11. Βραχεία αποκατάσταση (Short-term Relief): περιλαμβάνει δράσεις μετά από μία καταστροφή με στόχο την αποκατάσταση ή τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης κατά τις πρώτες ώρες και ημέρες μετά την εκδήλωσή της.
12. Κύκλος διαχείρισης καταστροφών (Disaster Management Cycle): το σύνολο των τακτικών και διαχειριστικών αποφάσεων και επιχειρησιακών δραστηριοτήτων σε όλα τα στάδια και τις φάσεις του κύκλου της καταστροφής, ήτοι της πρόληψης, ετοιμότητας, αντιμετώπισης και αποκατάστασης.
13. Οργανωμένη προληπτική απομάκρυνση πολιτών (Evacuation): περιλαμβάνει το σύνολο των ενεργειών για την προληπτική απομάκρυνση των πολιτών που βρίσκονται σε κίνδυνο εξαιτίας της παραμονής τους πλησίον περιοχής που απειλείται από ένα καταστροφικό φαινόμενο που είναι σε εξέλιξη.
14. Ομάδες πρώτης (1ης) απόκρισης (First Responders):
οι κατά περίπτωση καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιοι, επιχειρησιακά, που επιλαμβάνονται πρώτοι του καταστροφικού συμβάντος.
15. Εμπειρογνώμονες Πολιτικής Προστασίας (Civil Protection Experts): ο ειδικός επιστήμονας ή το πιστοποιημένο στέλεχος σε θέματα που αφορούν στη διαχείριση και αντιμετώπιση καταστροφών και στον υπολογισμό κρίσιμων παραγόντων, όπως, η εκτίμηση της επικινδυνότητας, των εν γένει κινδύνων, της τρωτότητας, της έκθεσης στον κίνδυνο.
16. Έκτακτη ανάγκη (Emergency): η ξαφνική και απρόβλεπτη απειλητική κατάσταση που απαιτεί την άμεση
λήψη μέτρων για την ελαχιστοποίηση των δυσμενών συνεπειών της.
17. Εθνική Πολιτική Μείωσης Κινδύνου Καταστροφών (National Hazard Mitigation Policy): σχέδιο ενεργειών που καθορίζει σε εθνικό επίπεδο τους τελικούς και ενδιάμεσους στόχους για τη μείωση της διακινδύνευσης από καταστροφές, καθώς και τους αντίστοιχους δείκτες αξιολόγησης και τα χρονοδιαγράμματα. Περιλαμβάνει όλες τις απαραίτητες ενέργειες, διαδικασίες και τα προγράμματα που αφορούν όλες τις φάσεις του κύκλου καταστροφών και ειδικότερα την πρόληψη, ετοιμότητα, αντιμετώπιση, αποκατάσταση, καθώς και την ανατροφοδότηση του σχεδιασμού σε τοπικό και εθνικό επίπεδο για τη μείωση του κινδύνου και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας.
18. Διακινδύνευση (Risk): οι πιθανές ανθρώπινες, υλικές ή περιβαλλοντικές απώλειες σε καθορισμένη χρονική περίοδο, οι οποίες είναι αποτέλεσμα του συνδυασμού κινδύνων, συνθηκών τρωτότητας και ανεπάρκειας ικανότητας ή κατάλληλων μέτρων για τη μείωση των δυνητικών αρνητικών συνεπειών.
1. Συστήνεται Εθνικός Μηχανισμός Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων (National Crisis and Hazard Management Mechanism (Nat-CHAMM) εφεξής, «Εθνικός Μηχανισμός», ο οποίος καλύπτει ολόκληρο τον κύκλο διαχείρισης καταστροφών και συνιστά το σύνολο των συντρεχουσών επιχειρησιακών και διοικητικών δομών και λειτουργιών της Πολιτικής Προστασίας. Ο Εθνικός Μηχανισμός έχει ως προτεραιότητες, αφενός την πρόληψη, την ετοιμότητα και την προστασία της ζωής, της υγείας και της περιουσίας των πολιτών, του περιβάλλοντος, της πολιτιστικής κληρονομιάς, των υποδομών, των πλουτοπαραγωγικών πηγών, των υπηρεσιών ζωτικής σημασίας, των υλικών και άυλων αγαθών από φυσικές και τεχνολογικές καταστροφές και λοιπές απειλές συναφούς προέλευσης, που προκαλούν ή ενδέχεται να προκαλέσουν καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης σε ειρηνική περίοδο και αφετέρου τη μείωση του κινδύνου και την αντιμετώπιση, αποκατάσταση και ελαχιστοποίηση των συνεπειών τους.
2. Οι βασικές αρχές λειτουργίας του Εθνικού Μηχανισμού εκπληρώνονται μέσα από την πρόληψη, ετοιμότητα, αντιμετώπιση και αποκατάσταση των κινδύνων. Ο τρόπος λειτουργίας του Εθνικού Μηχανισμού αποτελεί ένα σύστημα το οποίο συμβάλλει και στην επίτευξη των σκοπών των ευρωπαϊκών και διεθνών μηχανισμών και συστημάτων πολιτικής προστασίας.
1. Ο Εθνικός Μηχανισμός, ο οποίος εποπτεύεται από τον Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, διαρθρώνεται και λειτουργεί επιχειρησιακά μέσω των κάτωθι δομών και λειτουργιών:
α. Του Εθνικού Συντονιστικού Κέντρου Διαχείρισης Κρίσεων (Ε.Σ.ΚΕ.ΔΙ.Κ.).
β. Των Συντονιστικών Οργάνων Πολιτικής Προστασίας.
γ. Των Περιφερειακών Επιχειρησιακών Κέντρων Πολιτικής Προστασίας (ΠΕ.ΚΕ.Π.Π.).
δ. Των Πλαισίων Διαχείρισης Εκτάκτων Αναγκών (Π.Δ.Ε.Α.).
Οι ως άνω (β), (γ) και (δ) επιχειρησιακές δομές και λειτουργίες υποστηρίζονται από τις υποστηρικτικές υπηρεσίες των Αυτοτελών Διευθύνσεων Πολιτικής Προστασίας Περιφερειών και των Αυτοτελών Τμημάτων Πολιτικής Προστασίας Δήμων.
2. Ο Εθνικός Μηχανισμός, διαρθρώνεται και λειτουργεί διοικητικά μέσω των κάτωθι δομών:
α. Της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, η οποία συνίσταται περαιτέρω:
αα. στη Γενική Διεύθυνση Συντονισμού,
ββ. στην Αυτοτελή Διεύθυνση Διοίκησης και Υποστήριξης,
γγ. στην Αυτοτελή Διεύθυνση Εθελοντισμού και Εκπαίδευσης και
δδ. στην Αυτοτελή Διεύθυνση Πληροφορικής και Τεχνικής Υποστήριξης.
β. Της Επιτελικής Δομής ΕΣΠΑ Πολιτικής Προστασίας.
γ. Του Επιχειρησιακού Ταμείου Πρόληψης και Αντιμετώπισης Κινδύνων (Ε.Τ.Π.Α.Κ.).
δ. Της Εθνικής Σχολής Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων.
ε. Του Κέντρου Μελετών Διαχείρισης Κρίσεων (ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ.).
στ. Του Μόνιμου Επιστημονικού Συμβουλίου Πολιτικής Προστασίας.
ζ. Του Ευρωπαϊκού Κέντρου Δασικών Πυρκαγιών.
η. Της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.).
1. Το τεσσάρων επιπέδων σύστημα της πρόληψης, ετοιμότητας, αντιμετώπισης και αποκατάστασης αποτελεί τη λειτουργική βάση του Εθνικού Μηχανισμού και αφορά στην:
α. Πρόληψη: Συναρτάται από το επίπεδο των κοινωνικών και τεχνολογικών κατακτήσεων και περιλαμβάνει το σύνολο των ενεργειών, πρωτοβουλιών, έργων, μέσων και μέτρων που στοχεύουν στην ελαχιστοποίηση των δυνητικών επιπτώσεων των καταστροφών και στη μόνιμη προστασία από αυτές, δηλαδή, στη μείωση της διακινδύνευσης και των συνιστωσών της (επικινδυνότητα, έκθεση, τρωτότητα).
β. Ετοιμότητα: Αφορά στο σύνολο των μέτρων και δράσεων, σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο που λαμβάνονται εκ των προτέρων και στοχεύουν στη διασφάλιση της αποτελεσματικής αντίδρασης στις επιπτώσεις των κινδύνων, στην ελαχιστοποίηση των απωλειών ζωής, στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας και στη μείωση της τρωτότητας της κοινωνίας. Περιλαμβάνει:
α) την έκδοση έγκαιρων και αποτελεσματικών προειδοποιήσεων σε περίπτωση επαπειλούμενων καταστροφών και σεναρίων πιθανών κινδύνων,
β) την οργάνωση σχεδίων, προγραμμάτων ετοιμότητας, μέτρων αυτοπροστασίας και ευαισθητοποίησης των πολιτών,
γ) τις ασκήσεις ετοιμότητας (preparedness exercises) και
δ) την οργάνωση με τον απαραίτητο εξοπλισμό σε μέσα, πόρους και ανθρώπινο δυναμικό για τον περιορισμό των επιπτώσεων.
γ. Αντιμετώπιση: Αφορά στην παροχή βοήθειας προς τον πληθυσμό (επείγουσες σωστικές επιχειρήσεις) και στη διαχείριση της έκτακτης ανάγκης (emergency management) που ανακύπτει, κατά τη διάρκεια ή αμέσως μετά την καταστροφή, με στόχο την προστασία ανθρώπινων ζωών, τη μείωση των συνεπειών στην υγεία του πληθυσμού, την αντιμετώπιση άμεσων αναγκών διαβίωσής του και την εν γένει διασφάλιση της παροχής αρωγής και υποστήριξης για τη μετρίαση των επιπτώσεων (relief/response management).
δ. Βραχεία αποκατάσταση: Περιλαμβάνει τη συντονισμένη εφαρμογή μέτρων και δράσεων για την άμεση ανακούφιση των πληγέντων, τις επείγουσες τεχνικές παρεμβάσεις για τον περιορισμό των επιπτώσεων των καταστροφών, την ενεργοποίηση του κρατικού μηχανισμού καταγραφής ζημιών, τον συντονισμό των αρμόδιων Υπηρεσιών του κρατικού μηχανισμού, καθώς και των Διευθύνσεων των αρμόδιων Υπουργείων, για την ταχεία επαναφορά βασικών υπηρεσιών και επανόρθωση υποδομών για την αποκατάσταση της λειτουργικότητας της κοινωνίας.
Η διαντίδραση επικίνδυνων φαινομένων και τρωτών συνθηκών σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο αποτελεί τη βάση για τον Εθνικό Σχεδιασμό Πολιτικής Προστασίας και την υλοποίηση δράσεων για τη βέλτιστη ανταπόκριση σε όλες τις φάσεις του κύκλου διαχείρισης καταστροφών, συμπεριλαμβανομένης της ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των πολιτών. Η ενεργοποίηση, λειτουργία και υλοποίηση δράσεων του Εθνικού Μηχανισμού διέπεται από τις κάτωθι αρχές:
α. Ενιαία και καθολική εφαρμογή τους ανεξάρτητα από το είδος, μέγεθος, την πολυπλοκότητα και αιτία πρόκλησης των καταστροφών.
β. Ευέλικτη, διαλειτουργική, πυραμιδοειδής διάρθρωση όλων των επιχειρησιακών δομών, με δυνατότητα κλιμάκωσης του επιπέδου ανταπόκρισης σύμφωνα με τον βαθμό ανάγκης.
γ. Αξιοποίηση της επιστημονικής γνώσης, των πορισμάτων εφαρμοσμένης έρευνας και καινοτομίας, υποδομών, εφαρμογών και εργαλείων Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών.
δ. Συνεχής και εξειδικευμένη εκπαίδευση και πιστοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού.
Ο Εθνικός Μηχανισμός ενεργοποιείται κλιμακούμενος ανάλογα με την κατάσταση ετοιμότητας, η οποία διαβαθμίζεται ως εξής:
α. Κατάσταση συνήθους ετοιμότητας (Green Code): Οι εμπλεκόμενοι, σε δράσεις πολιτικής προστασίας φορείς, επαγρυπνούν κατόπιν προειδοποίησης, για την περίπτωση εκδήλωσης ήπιας διακινδύνευσης συμβάντος, ή κινητοποίησης, κατόπιν εκδήλωσης χαμηλής επικινδυνότητας συμβάντος, ελέγχοντας τη διαθεσιμότητα σε ανθρώπινο δυναμικό, υλικά και μέσα και εφαρμόζουν τα κατά περίπτωση σχέδια και μνημόνια ενεργειών.
β. Κατάσταση αυξημένης ετοιμότητας (Yellow Code):
Οι εμπλεκόμενοι φορείς αυξάνουν την ετοιμότητά τους κατόπιν εκδήλωσης (ή προειδοποίησης) μέσης επικινδυνότητας συμβάντος και ενεργοποιούνται συγκεκριμένα Πλαίσια Διαχείρισης Εκτάκτων Αναγκών (Π.Δ.Ε.Α.).
γ. Κατάσταση επιφυλακής (Orange Code): Οι εμπλεκόμενοι φορείς εξαντλούν τα μέτρα ετοιμότητας και τίθενται σε επιφυλακή, επαυξανόμενοι σε στελέχωση, ύστερα από εκδήλωση αυξημένης επικινδυνότητας συμβάντος ή προειδοποίησης για πάσης φύσεως απειλή.
δ. Κατάσταση κινητοποίησης (Red Code): Eνεργοποιείται αμέσως μετά την εκδήλωση καταστροφικού φαινομένου ή σε περίπτωση σοβαρής πιθανότητας επέλευσης καταστροφής ή πάσης φύσεως απειλής. Ο Εθνικός Μηχανισμός τίθεται σε πλήρη κινητοποίηση, ενεργοποιώντας και αναπτύσσοντας το αναγκαίο ανθρώπινο δυναμικό, τα υλικά και μέσα και δρομολογούνται δράσεις βραχείας αποκατάστασης, αρωγής και υποστήριξης για τη μετρίαση των επιπτώσεων καταστροφής.
1. Για την εκπλήρωση των σκοπών του Εθνικού Μηχανισμού οι φορείς και οι οργανισμοί περιφερειακού και κεντρικού επιπέδου διοίκησης, τα Υπουργεία, οι Υπηρεσίες, οι Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού, οι Ένοπλες Δυνάμεις, το Πυροσβεστικό Σώμα, η Ελληνική Αστυνομία, το Λιμενικό Σώμα-Ελληνική Ακτοφυλακή, το Ε.Κ.Α.Β., οι εθελοντικές ομάδες και οι μη κυβερνητικές οργανώσεις του Μητρώου Πολιτικής Προστασίας, οι πολίτες και κάθε άλλος δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας δύναται να συνεισφέρουν σε ανθρώπινο δυναμικό, υλικά και μέσα.
2. Στη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας συστήνεται Μητρώο Εμπειρογνωμόνων Πολιτικής Προστασίας, στο οποίο θα εγγράφονται, προκειμένου να αξιοποιηθούν, πολίτες με εξειδικευμένη πιστοποιημένη γνώση και εμπειρία στον τομέα διαχείρισης κρίσεων και αντιμετώπισης καταστροφών. Οι Εμπειρογνώμονες Πολιτικής Προστασίας εντάσσονται στο δυναμικό της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου.
3. Οι προϋποθέσεις και η διαδικασία ένταξης στο Μητρώο Εμπειρογνωμόνων Πολιτικής Προστασίας και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, καθορίζονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας.
1. Συστήνεται Διυπουργική Επιτροπή Εθνικού Σχεδιασμού Πολιτικής Προστασίας, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 4622/2019 (Α΄ 133), με τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α. Εγκρίνει την Εθνική Πολιτική Μείωσης Κινδύνου Καταστροφών και τον Εθνικό Σχεδιασμό Πολιτικής Προστασίας, κατόπιν προηγούμενης εισήγησης του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας.
β. Προβαίνει σε ετήσιο απολογισμό αποτελεσματικότητας των συνισταμένων του Εθνικού Σχεδιασμού Πολιτικής Προστασίας, προγραμμάτων, σχεδίων, μέτρων και δράσεων σε επίπεδο πρόληψης, ετοιμότητας, αντιμετώπισης και αποκατάστασης.
2. Ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη, εντός μηνός από την έγκριση της Εθνικής Πολιτικής Μείωσης Κινδύνου Καταστροφών και του Εθνικού Σχεδιασμού Πολιτικής Προστασίας από την ανωτέρω Διυπουργική Επιτροπή, υποβάλλει προς ενημέρωση στη Βουλή σχετική έκθεση.
1. Η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, μετά από εισήγηση του Συντονιστικού Οργάνου Πολιτικής Προστασίας, σχεδιάζει κάθε έξι (6) έτη την «Εθνική Πολιτική Μείωσης Κινδύνου Καταστροφών». Η ως άνω Εθνική Πολιτική στοχεύει στην αύξηση του επιπέδου ασφάλειας των πολιτών και στην ενίσχυση της αειφόρου ανάπτυξης της χώρας. Για τη διαμόρφωσή του, λαμβάνονται υπόψη η ανάλυση του κινδύνου καταστροφών σε συνάρτηση με τους διαθέσιμους οικονομικούς πόρους, τις οριζόντιες και τομεακές πολιτικές, ιδίως δε, τις πολιτικές για την προστασία του περιβάλλοντος και την κλιματική αλλαγή, την υγεία, την ασφάλεια, την εκπαίδευση και κατάρτιση και μετέχουν, κατόπιν απόφασης του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, δημόσιοι φορείς κατά λόγο αρμοδιότητας, ακαδημαϊκοί και ερευνητικοί φορείς, φορείς του παραγωγικού τομέα και λοιποί φορείς του ιδιωτικού τομέα, οι οποίοι σχετίζονται με τη διαχείριση του κινδύνου καταστροφών.
2. Η Εθνική Πολιτική Μείωσης Κινδύνου Καταστροφών υποβάλλεται προς έγκριση ως ανωτέρω, στη Διυπουργική Επιτροπή Εθνικού Σχεδιασμού Πολιτικής Προστασίας. Το εγκεκριμένο πρόγραμμα ενσωματώνεται στον αναπτυξιακό σχεδιασμό της χώρας και αποτελεί βασικό άξονα για την επίτευξη της αειφόρου ανάπτυξης.
3. Καθιερώνεται «Εθνικός Σχεδιασμός Πολιτικής Προστασίας» τριετούς διάρκειας, ο οποίος περιλαμβάνει το σύνολο των δράσεων πολιτικής προστασίας που αφορούν όλες τις φάσεις του κύκλου καταστροφών σε εθνικό επίπεδο. Η κατάρτιση του προγράμματος Εθνικού Σχεδιασμού πραγματοποιείται σύμφωνα με το πρόγραμμα της Εθνικής Πολιτικής για τη Μείωση του Κινδύνου Καταστροφών και εντός των προβλεπόμενων ορίων αυτής.
Οι σχετικές δράσεις χρηματοδοτούνται, ιδίως, από τον κρατικό προϋπολογισμό και από πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας προωθεί και συντονίζει τις διαδικασίες για την κατάρτιση της πρότασης του τριετούς προγράμματος Εθνικού Σχεδιασμού Πολιτικής Προστασίας, με τη μορφή Επιχειρησιακού Προγράμματος για την Πολιτική Προστασία.
Ο Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας, εισηγείται προς έγκριση στη Διυπουργική Επιτροπή Εθνικού Σχεδιασμού Πολιτικής Προστασίας την πρόταση για το πρόγραμμα Εθνικού Σχεδιασμού Πολιτικής Προστασίας, μετά την απαραίτητη διαβούλευση μεταξύ φορέων και δομών του Εθνικού Μηχανισμού.
4. Ο Εθνικός Σχεδιασμός Πολιτικής Προστασίας συντάσσεται τόσο σε εθνικό επίπεδο, στο οποίο περιλαμβάνει προγράμματα, σχέδια, μέτρα και δράσεις των κεντρικών υπηρεσιών των Υπουργείων και των εποπτευόμενων φορέων, όσο και σε περιφερειακό επίπεδο, στο οποίο περιλαμβάνονται τα προγράμματα, τα μέτρα και οι δράσεις των περιφερειών της χώρας, λαμβάνοντας υπόψη, κατά περίπτωση, τις ιδιαιτερότητες των νησιών, και ειδικότερα, των μικρών και πλέον απομακρυσμένων.
Στον Εθνικό Σχεδιασμό Πολιτικής Προστασίας περιλαμβάνεται και ο προϋπολογισμός πολιτικής προστασίας κάθε Υπουργείου, καθώς και ο προϋπολογισμός της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας από πλευράς λειτουργικών και επενδυτικών δαπανών με τριετή πρόβλεψη, η οποία λαμβάνεται υπόψη κατά την κατάρτιση του κρατικού προϋπολογισμού κάθε οικονομικού έτους.
1. Στον Εθνικό Μηχανισμό συστήνεται Εθνική Βάση Δεδομένων Κινδύνων, Απειλών και Απωλειών Καταστροφών σε εθνικό επίπεδο, εφεξής καλούμενη «Εθνική Βάση Δεδομένων». Στην Εθνική Βάση Δεδομένων περιλαμβάνονται αναγνωρισμένοι κίνδυνοι και απειλές, όπως αυτοί έχουν καθοριστεί από τον επιχειρησιακό Εθνικό Σχεδιασμό Πολιτικής Προστασίας. Την ενημέρωση και επικαιροποίηση της Εθνικής Βάσης Δεδομένων αναλαμβάνει η Γενική Διεύθυνση Συντονισμού της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, στην οποία εισηγούνται οι αρμόδιοι φορείς που είναι υπεύθυνοι για την εκτίμηση ή τη διαχείριση ενός κινδύνου.
2. Ειδικότερα, η Εθνική Βάση Δεδομένων περιλαμβάνει, ιδίως,:
α. Τους αναγνωρισμένους κινδύνους και απειλές, που ενεργοποιούν τον κύκλο καταστροφών.
β. Τους φορείς και τα συστήματα διαχείρισης και εκτίμησης κινδύνων και συμβάντων όλου του κύκλου καταστροφών.
γ. Τα υφιστάμενα Π.Δ.Ε.Α..
δ. Τους αρμόδιους φορείς που, ανάλογα με τον κίνδυνο ή την απειλή, εισηγούνται την οργανωμένη προληπτική απομάκρυνση πολιτών.
ε. Τα δεδομένα απωλειών από καταστροφές.
3. Για την κατάρτιση, συμπλήρωση ή τροποποίηση της Εθνικής Βάσης Δεδομένων ο αρμόδιος, για την εκτίμηση ή διαχείριση κινδύνων ή συμβάντων, φορέας, υποχρεούται να υποβάλει προς τη Γενική Διεύθυνση Συντονισμού της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας αίτημα καταχώρισης του υπό κρίση κινδύνου για την ενημέρωση της Εθνικής Βάσης Δεδομένων, καταθέτοντας αιτιολογημένη έκθεση. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει χωρικό και χρονικό προσδιορισμό της πιθανότητας εκδήλωσης του κινδύνου και εκτίμηση της έκτασης των συνεπειών και απωλειών σε ανθρώπινες ζωές, φυσικό κεφάλαιο, περιουσίες και υποδομές.
4. Η Γενική Διεύθυνση Συντονισμού της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας αξιολογεί τα ανωτέρω υποβληθέντα προς καταχώριση, συμπλήρωση ή τροποποίηση αιτήματα και εισηγείται αιτιολογημένα την αποδοχή ή μη, αυτών. Για την υποστήριξη της αίτησης δύναται να κληθούν και εκπρόσωποι του αιτούντος φορέα.
5. Ο Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας υποβάλλει εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος το σχέδιο της Βάσης Δεδομένων στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, ο οποίος και το εγκρίνει.
6. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη και των κατά περίπτωση συναρμόδιων Υπουργών ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια που αφορά στο είδος των στοιχείων απωλειών, τη χωρική και χρονική ανάλυση των στοιχείων, τη διαδικασία συλλογής τους, τις δυνατότητες και υποχρεώσεις γνωστοποίησης και διάθεσης των στοιχείων και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Με την ίδια απόφαση ορίζεται η ένταση και έκταση των συμβάντων, τα οποία λαμβάνονται υπόψη για την καταχώριση των ανωτέρω δεδομένων στην Εθνική Βάση Δεδομένων.
1. Η ανάλυση κινδύνων και απειλών, όπως περιλαμβάνονται στην Εθνική Βάση Δεδομένων, αποτελεί απαραίτητο στοιχείο για την εκπόνηση και υλοποίηση τόσο των Γενικών Σχεδίων Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών και Διαχείρισης Συνεπειών, εφεξής Γενικών Σχεδίων, όσο και για την κατάρτιση του Εθνικού Σχεδιασμού Πολιτικής Προστασίας στο πλαίσιο της Εθνικής Πολιτικής Μείωσης Κινδύνου Καταστροφών. Σύμφωνα με την ανάλυση του προηγούμενου εδαφίου καθορίζεται και το πλαίσιο των κατευθύνσεων και οδηγιών του Εθνικού Μηχανισμού, τόσο προς τα όργανα και τους φορείς που έχουν την ευθύνη του επιχειρησιακού σχεδιασμού, όσο και προς τους πολίτες.
2. Μετά την υλοποίηση του Σχεδιασμού Πολιτικής Προστασίας σχεδιάζεται και πραγματοποιείται πρόγραμμα εκπαίδευσης και ασκήσεων για κάθε κίνδυνο με τη συμμετοχή των εμπλεκόμενων φορέων.
3. Τα Γενικά Σχέδια καταρτίζονται κεντρικά από τη Διεύθυνση Σχεδιασμού Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών της Γενικής Διεύθυνσης Συντονισμού της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας και εγκρίνονται από τον Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας. Τα αντίστοιχα Περιφερειακά και Τοπικά Σχέδια καταρτίζονται από την Αυτοτελή Διεύθυνση Πολιτικής Προστασίας των Περιφερειών και τα Αυτοτελή Τμήματα Πολιτικής Προστασίας των Δήμων, αντίστοιχα.
4. Στα Περιφερειακά και Τοπικά Σχέδια των Περιφερειών και των Δήμων, όπως αυτά ορίζονται στην περίπτωση ε΄ της παραγράφου 1 των άρθρων 20 και 21 του παρόντος, αντίστοιχα, συμπεριλαμβάνονται Ειδικά Σχέδια για την προληπτική οργανωμένη απομάκρυνση των πολιτών, τα οποία καταρτίζονται με τη συνδρομή των κατά τόπους αρμόδιων αστυνομικών, πυροσβεστικών, υγειονομικών και λιμενικών αρχών.
Ειδικότερα, τα ανωτέρω σχέδια περιλαμβάνουν, ιδίως,:
α. Διαδικασίες για τη λήψη απόφασης οργανωμένης απομάκρυνσης πολιτών για λόγους προστασίας της ζωής ή της υγείας τους, από εν εξελίξει ή από επαπειλούμενο κίνδυνο ή απειλή.
β. Εναλλακτικές οδεύσεις απομάκρυνσης και μέτρα εξασφάλισής της, όπως ενδεικτικά η προσωρινή μονοδρόμηση οδών διπλής κατεύθυνσης.
γ. Τρόπους και δυνατότητες μεταφοράς πολιτών, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης μέσων μαζικής μεταφοράς.
δ. Διαδικασίες για την ενημέρωση του κοινού πριν και κατά τη διάρκεια της οργανωμένης απομάκρυνσης, συμπεριλαμβανομένων και των ατόμων με κινητικές δυσκολίες ή ειδικές ανάγκες.
ε. Δράσεις για την εύρεση θέσεων κατάλληλων χώρων υποδοχής, προσωρινής καταφυγής, στέγασης και παροχής διοικητικής μέριμνας.
Η εκτίμηση της επικινδυνότητας όλων των φάσεων του κύκλου καταστροφών καθορίζει τη στρατηγική που πρόκειται να ακολουθηθεί, το απαιτούμενο ανθρώπινο δυναμικό, τα υλικά και μέσα για την αντιμετώπιση των καταστροφικών φαινομένων και των επιπτώσεών τους και συντελείται, αμέσως μετά την αρχική κινητοποίηση με ευθύνη της Ομάδας Πρώτης (1ης) Απόκρισης. Ενημερώνονται άμεσα, δια του Π.Ε.ΚΕ.Π.Π., ο κατά τόπο Περιφερειακός Συντονιστής Πολιτικής Προστασίας, ο οποίος ενημερώνει τον Επικεφαλής Π.Δ.Ε.Α., τους προέδρους των Τ.Ε.Σ.Ο.Π.Π. (σε επίπεδο Δήμου) ή Π.Ε.Σ.Ο.Π.Π. (σε επίπεδο Περιφέρειας) και το Ε.Σ.Κ.Ε.ΔΙ.Κ..
1. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης πολιτικής προστασίας συντρέχει σε περίπτωση συντελεσθείσας φυσικής και τεχνολογικής καταστροφής ευρείας κλίμακας στον πληθυσμό και στις υποδομές, για την αντιμετώπιση της οποίας δεν επαρκούν οι άμεσα διαθέσιμοι πόροι, μέσα και υλικά των φορέων διαχείρισης σε τοπικό, περιφερειακό ή εθνικό επίπεδο και απαιτείται η λήψη έκτακτων μέτρων αποκατάστασης ορισμένης χρονικής διάρκειας, έτσι όπως ορίζεται στο κείμενο θεσμικό πλαίσιο, από τις κατευθυντήριες οδηγίες, τις εγκυκλίους και τις κανονιστικές πράξεις της διοίκησης, αναφορικά με την κήρυξη περιοχών σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης πολιτικής προστασίας. Τυχόν ειδικότερα ζητήματα που δεν συμπεριλαμβάνονται στα ανωτέρω, ρυθμίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη και του εκάστοτε συναρμόδιου Υπουργού.
2. Η κήρυξη μιας περιοχής σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης πολιτικής προστασίας από φυσικές, τεχνολογικές και λοιπές καταστροφές αίρεται αυτοδικαίως με την πάροδο εξαμήνου, δύναται δε να ανανεώνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, ύστερα από βεβαίωση των κατά περίπτωση αρμόδιων αποκεντρωμένων οργάνων πολιτικής προστασίας ότι εξακολουθούν να υφίστανται οι λόγοι κήρυξης, καθώς και με ειδική αιτιολογία για τους λόγους για τους οποίους οι επιπτώσεις από τις καταστροφές δεν έχουν ακόμη αντιμετωπισθεί.
1. Λόγω επαπειλούμενου κινδύνου ή προειδοποίησης για εκδήλωση αυξημένης διακινδύνευσης συμβάντων φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών, ο Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας δύναται να κηρύσσει τις επαπειλούμενες περιοχές σε Κατάσταση Ειδικής Κινητοποίησης Πολιτικής Προστασίας.
2. Στην Κατάσταση Ειδικής Κινητοποίησης Πολιτικής Προστασίας λαμβάνονται μέτρα ορισμένης χρονικής διάρκειας, αντίστοιχα με εκείνα της κήρυξης μιας περιοχής σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης Πολιτικής Προστασίας.
3. Οι ειδικότεροι όροι, προϋποθέσεις, κριτήρια, διαδικασίες, λοιπά τεχνικά ζητήματα και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας.
1. Η οργανωμένη προληπτική απομάκρυνση πολιτών από μια περιοχή (ολική ή μερική) αποτελεί προληπτικό μέτρο πολιτικής προστασίας και οργανώνεται για την προστασία της ζωής και της υγείας των πολιτών, όταν τεκμηριωμένα μία περιοχή εκτιμάται ότι, απειλείται από εξελισσόμενη ή επικείμενη καταστροφή και ο κίνδυνος λόγω της παραμονής των πολιτών σε αυτή είναι σοβαρός.
2. Η απόφαση για την οργανωμένη προληπτική απομάκρυνση πολιτών λαμβάνεται, σύμφωνα με το άρθρο 29 και σύμφωνα με το κείμενο θεσμικό πλαίσιο, τις κατευθυντήριες οδηγίες, εγκυκλίους και κανονιστικές πράξεις της διοίκησης αναφορικά με αυτή και το οποίο παραμένει σε ισχύ και μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Τυχόν ειδικότερα ζητήματα, που δεν συμπεριλαμβάνονται στα ανωτέρω, ρυθμίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη και των εκάστοτε συναρμόδιων Υπουργών, μετά από εισήγηση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας.
1. Συστήνεται Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) με την επωνυμία «Επιχειρησιακό Ταμείο Πρόληψης και Αντιμετώπισης Κινδύνων (Ε.Τ.Π.Α.Κ.)», εφεξής «Επιχειρησιακό Ταμείο», το οποίο υπάγεται στον Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας και εδρεύει στην έδρα της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας.
2. Το Επιχειρησιακό Ταμείο διαχειρίζεται χρηματοδοτήσεις φορέων του δημοσίου, λοιπών νομικών προσώπων, χρηματοδοτήσεις προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άλλων διεθνών οργανισμών και λοιπών φορέων του εξωτερικού, αναφορικά με τον σχεδιασμό, την εκπόνηση και υλοποίηση μελετών, έργων, εργασιών και προμηθειών για την πρόληψη και αντιμετώπιση κινδύνων αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας του άρθρου 29 του παρόντος.
3. Το Επιχειρησιακό Ταμείο διοικείται από εννεαμελές Διοικητικό Συμβούλιο, εφεξής Δ.Σ., τριετούς θητείας, τα μέλη του οποίου δεν λαμβάνουν κάποια αμοιβή και ορίζονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας. Το Δ.Σ. συγκροτείται από:
α) Τον Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, ως Πρόεδρο, με τον Αναπληρωτή του.
β) Τον Γενικό Γραμματέα Δημόσιας Τάξης, ως Αντιπρόεδρο, με τον Αναπληρωτή του.
γ) Δύο (2) Προϊσταμένους Διευθύνσεων της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, με τους Αναπληρωτές τους.
δ) Έναν (1) Προϊστάμενο Διεύθυνσης της Γ.Δ.Ο.Υ. της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, με τον Αναπληρωτή του.
ε) Δύο (2), τουλάχιστον ανώτερους, Αξιωματικούς του Πυροσβεστικού Σώματος με τους Αναπληρωτές τους.
στ) Έναν (1), τουλάχιστον ανώτερο, Αξιωματικό των Ενόπλων Δυνάμεων με τον Αναπληρωτή του.
ζ) Έναν (1), τουλάχιστον ανώτερο, Αξιωματικό της ΕΛ.ΑΣ., με τον Αναπληρωτή του.
4. Το Δ.Σ. του Επιχειρησιακού Ταμείου αποφασίζει για κάθε θέμα σχετικό με την αποστολή, τις αρμοδιότητες και τους σκοπούς του Επιχειρησιακού Ταμείου. Ο Πρόεδρος, είναι αρμόδιος, ιδίως, για:
α) Τη σύγκληση και διεύθυνση των συνεδριάσεων του Δ.Σ., θέτοντας τα θέματα σε ψηφοφορία και υποβάλλοντας για έγκριση τον απολογισμό, τον προϋπολογισμό και τη λογοδοσία των πεπραγμένων.
β) Την εκπροσώπηση και διά της υπογραφής του δέσμευση του Επιχειρησιακού Ταμείου, ενώπιον δικαστικών, διοικητικών και πάσης φύσεως αρχών, ενώ, είναι δυνατή, η με απόφασή του, ανάθεση σε άλλα μέλη του Δ.Σ. του δικαιώματος υπογραφής και εκπροσώπησης του Επιχειρησιακού Ταμείου.
γ) Την εκτέλεση των αποφάσεων του Δ.Σ..
δ) Τις κάθε είδους υπηρεσιακές μεταβολές του προσωπικού, του οποίου προΐσταται, καθώς και την άσκηση πειθαρχικού ελέγχου σε βάρος τους.
ε) Τη συνομολόγηση, κατάρτιση και σύναψη των συμβάσεων αρμοδιότητας του Επιχειρησιακού Ταμείου.
5. Πόροι του Επιχειρησιακού Ταμείου είναι έσοδα από:
α) Τη συμμετοχή του σε προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
β) Την παροχή υπηρεσιών, εκτέλεση εργασιών, διεξαγωγή ερευνών και την εκπόνηση μελετών και προγραμμάτων.
γ) Κάθε είδους επιχορηγήσεις.
δ) Δωρεές, κληροδοτήματα και κληρονομιές.
ε) Οποιαδήποτε άλλη νόμιμη πηγή.
6. Το Επιχειρησιακό Ταμείο τηρεί δικό του προϋπολογισμό εσόδων και εξόδων, η διαχείριση του ασκείται αποκλειστικά από το Δ.Σ., έχει δική του Οικονομική Υπηρεσία και ο Πρόεδρος ή ο νόμιμος αναπληρωτής του, είναι διατάκτης των δαπανών του. Οι πόροι του Επιχειρησιακού Ταμείου κατατίθενται σε λογαριασμούς που ορίζει το Δ.Σ., οι οποίοι τηρούνται στην Τράπεζα της Ελλάδος ή στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή σε οποιαδήποτε άλλη τράπεζα.
7. Με απόφαση του Δ.Σ. καταρτίζεται ο οργανισμός προσωπικού, ο οποίος εγκρίνεται από τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη. Με τον οργανισμό καθορίζονται οι θέσεις προσωπικού, ειδικών επιστημόνων, τα προσόντα, ο τρόπος πρόσληψης του προσωπικού, μισθολογικά θέματα, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την υπηρεσία του προσωπικού.
8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη κατόπιν εισήγησης του Δ.Σ. καταρτίζεται ο κανονισμός Οικονομικής Διοίκησης και Διαχείρισης και ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν στον τακτικό και έκτακτο οικονομικό έλεγχο του Ταμείου.
9. Με απόφαση του Δ.Σ. εκδίδονται κανονισμοί που αφορούν στη λειτουργία του Επιχειρησιακού Ταμείου, οι οποίοι εγκρίνονται από τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη.
10. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, το Επιχειρησιακό Ταμείο δύναται να στελεχώνεται με διάθεση από το προσωπικό της παραγράφου 2 του άρθρου 32 του παρόντος.
11. Η πρόσληψη πρόσθετου επιστημονικού προσωπικού για την κάλυψη των αναγκών λειτουργίας του Επιχειρησιακού Ταμείου γίνεται με σύμβαση μίσθωσης έργου.
Η διάρκεια της σύμβασης εξαρτάται από τις ανάγκες του Επιχειρησιακού Ταμείου.
12. Το Επιχειρησιακό Ταμείο διαρθρώνεται σε μία Διεύθυνση Συντονισμού και στα ακόλουθα Τμήματα και Γραφεία:
α. Τμήμα Διοικητικού Οικονομικού, το οποίο αποτελείται από τα κάτωθι Γραφεία:
αα. Γραφείο Λογιστικής - Οικονομικών Υπηρεσιών.
ββ. Γραφείο Προμηθειών.
γγ. Γραφείο Διοικητικών Υπηρεσιών.
β. Τμήμα Υποστήριξης, το οποίο αποτελείται από τα κάτωθι Γραφεία:
αα. Γραφείο Επιστημονικής Υποστήριξης και Υλοποίησης Προγραμμάτων.
ββ. Γραφείο Πληροφορικής και Τεχνικής Υποστήριξης.
γγ. Γραφείο Δημοσίων Σχέσεων - Γραφείο Τύπου.
δδ. Γραφείο Νομικής Υποστήριξης.
13. Μέσα στους δύο (2) πρώτους μήνες κάθε οικονομικού έτους γίνεται ο ετήσιος τακτικός έλεγχος της οικονομικής διαχείρισης του προηγούμενου έτους από ορκωτούς ελεγκτές λογιστές, που ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη. Οι εκθέσεις των ορκωτών ελεγκτών λογιστών διαβιβάζονται και στην αρμόδια προς έλεγχο Γενική Διεύθυνση του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία δύναται να διατάσσει οποτεδήποτε, αυτεπάγγελτα ή μετά από αίτημα του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, έκτακτο διαχειριστικό έλεγχο. Οι δαπάνες ελέγχου βαρύνουν το Ε.Τ.Π.Α.Κ..
14. Ζητήματα αρμοδιοτήτων, οργανωτικής διάρθρωσης, κανονισμού οικονομικής διοίκησης και διαχείρισης, κανονισμού προσωπικού, πόρων, κατηγοριών θέσεων εργασίας, αριθμού και εν γένει ζητήματα προσωπικού, μισθολογίου, διαδικασιών αξιολόγησης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά στο Επιχειρησιακό Ταμείο και το Συμβούλιο Συντονισμού Εργασιών, καθορίζονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας.
1. Ιδρύεται Εθνική Σχολή Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, που έχει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια και η εποπτεία της ασκείται από τον Υπουργό Προστασίας
του Πολίτη και τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων. Η Εθνική Σχολή Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων, εδρεύει στην Αττική και αποτελείται από την Πυροσβεστική Ακαδημία, την Ακαδημία Πολιτικής Προστασίας και το Κέντρο Ειδικών Εκπαιδεύσεων.
2. Στο πλαίσιο της αποστολής της, η Εθνική Σχολή Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων μπορεί,
μεταξύ άλλων:
α. Να συνεργάζεται και να συνάπτει προγραμματικές συμφωνίες, μνημόνια ή συμβάσεις με Α.Ε.Ι. της Χώρας ή της αλλοδαπής, με εκπαιδευτικά ιδρύματα και Σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων και των άλλων Σωμάτων Ασφαλείας, με το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, με την Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης, με φορείς του δημόσιου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, τους ερευνητικούς και τεχνολογικούς φορείς του άρθρου 13Α του ν. 4310/2014 (Α΄ 258) ή άλλα ινστιτούτα, καθώς και με φορείς που παρέχουν εκπαίδευση, εκπονούν μελέτες, διενεργούν έρευνες, υλοποιούν προγράμματα και ανήκουν στον δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα της Χώρας ή της αλλοδαπής ή με άλλους φορείς εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα της Χώρας ή της αλλοδαπής ή με κοινωνικούς ή συλλογικούς φορείς ή με διεθνείς και υπερεθνικούς οργανισμούς ή πρόσωπα εγνωσμένου επιστημονικού κύρους.
β. Να σχεδιάζει και να υλοποιεί, σε συνεργασία με Α.Ε.Ι. της Χώρας ή της αλλοδαπής, προγράμματα, μαθήματα διδασκαλίας ή σεμινάρια για την εκμάθηση ξένων γλωσσών ή την πιστοποίηση σε θέματα ξενόγλωσσης ειδικής ορολογίας που αφορά το Πυροσβεστικό Σώμα και την Πολιτική Προστασία. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Παιδείας και Θρησκευμάτων, δύναται να ρυθμίζονται επιμέρους ζητήματα πιστοποίησης όσων παρακολουθούν τα ως άνω προγράμματα και σεμινάρια, καθώς και κάθε άλλο ζήτημα που αφορά στην εφαρμογή της παρούσας διάταξης.
γ. Να εκπονεί μελέτες, να διεξάγει έρευνες, να παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες, να συμμετέχει σε διαγωνισμούς για την ανάληψη επιστημονικών και εκπαιδευτικών δράσεων, που εμπίπτουν στην αποστολή της.
δ. Να υλοποιεί, σε συνεργασία με άλλους φορείς, ευρωπαϊκά ή άλλα εκπαιδευτικά και ερευνητικά προγράμματα.
ε. Να παρέχει υπηρεσίες, εκπαιδευτικού και ερευνητικού περιεχομένου, σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα του ιδιωτικού τομέα έναντι αμοιβής. Ο τρόπος καθορισμού
των υπηρεσιών και της σχετικής αμοιβής προσδιορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη.
3.α. Η Εθνική Σχολή Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων διοικείται από εννεαμελές Διοικητικό Συμβούλιο, το έργο του οποίου επικουρείται από επταμελές Επιστημονικό Συμβούλιο, που απαρτίζεται από μέλη Δ.Ε.Π.. Σε αυτή λειτουργεί Υπηρεσία Οικονομικής Διαχείρισης, με αντικείμενο τη διαχείριση των οικονομικών θεμάτων της Σχολής, όπως ενδεικτικά, θεμάτων προϋπολογισμού, μισθοδοσίας, διαχείρισης δαπανών, προμηθειών και περιουσίας. Στο ως άνω εννεαμελές Διοικητικό Συμβούλιο συμμετέχει αυτοδίκαια ο Αρχηγός Πυροσβεστικού Σώματος.
β. Οι αρμοδιότητες, το αντικείμενο και κάθε άλλη αναγκαία οργανωτική και λειτουργική λεπτομέρεια, καθώς και ζητήματα στελέχωσης και προσωπικού της Υπηρεσίας Οικονομικής Διαχείρισης και των μελών των Συμβουλίων της α΄ περίπτωσης της παρούσας παραγράφου, ρυθμίζονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας. Με όμοια απόφαση, ρυθμίζονται και τα αντίστοιχα ζητήματα σύνθεσης, οργανωτικής και λειτουργικής κατάστασης της Εθνικής Σχολής Διαχείρισης Κινδύνων και Αντιμετώπισης Κρίσεων.
4. Η Πυροσβεστική Ακαδημία διέπεται από το π.δ. 174/1983 (Α΄ 68), όπως ισχύει, και από τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Το πυροσβεστικό προσωπικό εκπαιδεύεται, μετεκπαιδεύεται και επιμορφώνεται στις Σχολές της Πυροσβεστικής Ακαδημίας. Επίσης, είναι δυνατόν να εκπαιδεύεται ή να μετεκπαιδεύεται και εκτός της Πυροσβεστικής Ακαδημίας είτε στο εσωτερικό είτε στο εξωτερικό με έξοδα του Δημοσίου. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη καθορίζονται θέματα σχετικά με τη λειτουργία και οργάνωση της Πυροσβεστικής Ακαδημίας, καθώς και κάθε άλλο συναφές ζήτημα.
5. Η Πυροσβεστική Ακαδημία περιλαμβάνει τις ακόλουθες Σχολές:
α. Σχολή Αξιωματικών.
β. Σχολή Αρχιπυροσβεστών.
γ. Σχολή Πυροσβεστών.
δ. Σχολή Επιμόρφωσης και Μετεκπαίδευσης.
ε. Σχολή Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Επιτελών - Στελεχών.
6. Η Πυροσβεστική Ακαδημία έχει ως αποστολή:
α. Την εκπαίδευση, επιμόρφωση και ειδική κατάρτιση μέσω των επιμέρους παραγωγικών σχολών στα κατά κλάδο πυροσβεστικά καθήκοντα για τους ιδιώτες, που κατατάσσονται στο Πυροσβεστικό Σώμα, καθώς και μέσω των Σχολών Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Επιτελών - Στελεχών για το εν ενεργεία πυροσβεστικό προσωπικό, με γνώμονα την αναβάθμιση αυτού για την εκπλήρωση των καθηκόντων και υποχρεώσεών του και την ενίσχυση της επιχειρησιακής του ικανότητας.
β. Την υποβολή πορισμάτων ερευνών, μελετών και συμπερασμάτων στον Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας για τη χάραξη στρατηγικής σε θέματα ανθρώπινου δυναμικού αρμοδιότητάς της, την εισήγηση οργανωτικών αλλαγών και τη συμβουλευτική ή άλλη υποστήριξή του σε θέματα αρμοδιότητάς της.
γ. Τη θέσπιση ειδικού ατομικού ηλεκτρονικού δελτίου κατάρτισης για το ένστολο και πολιτικό προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος, με σκοπό τη συνολική παρακολούθηση του εν γένει μορφωτικού και επιμορφωτικού ιστορικού τους σε ατομικό επίπεδο.
7. Στο πλαίσιο της αποστολής της, η Πυροσβεστική Ακαδημία μπορεί, μεταξύ άλλων:
α. Να υλοποιεί μέρος του ακαδημαϊκού προγράμματος σπουδών, που αφορά στην εκπαίδευση των Δοκίμων Αξιωματικών σε Σχολές ή Τμήματα Α.Ε.Ι. ή Α.Σ.Ε.Ι., που έχουν έδρα στην Αττική, για τις περιπτώσεις εκείνες που απαιτείται η παροχή εξειδικευμένων γνώσεων σε συγκεκριμένα μαθήματα, επιστημονικές περιοχές και ειδικότητες, κυρίως σε αντικείμενα των τεχνικών, οικονομικών και νομικών επιστημών, μέσω προγραμματικών συμφωνιών, μνημονίων ή συμβάσεων.
β. Να σχεδιάζει και να υλοποιεί, δια της Εθνικής Σχολής Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων, σε συνεργασία με Α.Ε.Ι. της Χώρας ή της αλλοδαπής διατμηματικά προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών που απονέμουν σε στελέχη του Πυροσβεστικού Σώματος, των Σωμάτων Ασφαλείας και των Ενόπλων Δυνάμεων, καθώς και σε ιδιώτες, μεταπτυχιακά διπλώματα εξειδίκευσης σε αντικείμενα συναφή με τον σκοπό, την αποστολή και τις αρμοδιότητες του Πυροσβεστικού Σώματος.
γ. Να σχεδιάζει, να κοστολογεί και να υλοποιεί εκπαιδευτικά προγράμματα ύστερα από πρόταση του Τμήματος Ανάπτυξης Ανθρωπίνων Πόρων του Επιτελείου Πυροσβεστικού Σώματος για το προσωπικό και την υποστήριξη των διοικητικών και οργανωτικών αναγκών του.
8.α. Τα εκπαιδευτικά όργανα της Πυροσβεστικής Ακαδημίας είναι:
αα. Το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο.
ββ. Ο Διευθυντής Σπουδών της κάθε Σχολής.
β. Το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο αποτελείται από τον Διοικητή της Πυροσβεστικής Ακαδημίας ως Πρόεδρο, τον Διοικητή της οικείας Σχολής, τον Διευθυντή Εκπαίδευσης του Επιτελείου Πυροσβεστικού Σώματος, τον Διευθυντή Σπουδών της κάθε Σχολής και έναν εκπρόσωπο του διδακτικού προσωπικού της κάθε Σχολής, ως μέλη.
γ. Οι Διευθυντές Σπουδών και οι εκπρόσωποι του διδακτικού προσωπικού κάθε Σχολής εντάσσονται ως μέλη του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας.
δ. Ως Διευθυντές Σπουδών κάθε Σχολής επιλέγονται από τα μέλη Δ.Ε.Π. των Α.Ε.Ι. της Χώρας που διδάσκουν στην Πυροσβεστική Ακαδημία και, ελλείψει αυτού, από τους διδάσκοντες καθηγητές της οικείας Σχολής, οι οποίοι είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος σπουδών.
ε. Ο εκπρόσωπος του διδακτικού προσωπικού κάθε Σχολής επιλέγεται μεταξύ των διδασκόντων καθηγητών της Σχολής, οι οποίοι είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος σπουδών.
στ. Το εκπαιδευτικό συμβούλιο συγκροτείται με απόφαση του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος. Χρέη γραμματέα εκτελεί ο Προϊστάμενος του Τμήματος - Μελετών - Εκπαίδευσης - Μετεκπαίδευσης της Πυροσβεστικής Ακαδημίας, ο οποίος τηρεί και το βιβλίο αποφάσεων του εκπαιδευτικού συμβουλίου.
ζ. Ο Διευθυντής Σπουδών κάθε Σχολής, σε συνεργασία με τον Διοικητή αυτής, το πρώτο δίμηνο κάθε ημερολογιακού έτους εισηγείται προς το εκπαιδευτικό συμβούλιο το πρόγραμμα σπουδών της, τα θέματα της διδακτέας ύλης, τα συγγράμματα και τα εκπαιδευτικά βοηθήματα που είναι αναγκαία για την εκπαίδευση των φοιτητών της Σχολής, καθώς και για κάθε θέμα που αφορά στην εκπαιδευτική και ακαδημαϊκή λειτουργία της Σχολής.
Η σχετική απόφαση λαμβάνεται από το εκπαιδευτικό συμβούλιο και επικυρώνεται από το Επιστημονικό Συμβούλιο της Εθνικής Σχολής Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων.
η. Ο Διοικητής της Πυροσβεστικής Ακαδημίας φέρει τον βαθμό του Υποστρατήγου, πρέπει να είναι κάτοχος τουλάχιστον πτυχίου Πανεπιστημίου της Χώρας ή αναγνωρισμένου ισότιμου πτυχίου της αλλοδαπής και επικουρείται από Υποδιοικητή, ο οποίος φέρει τον βαθμό του Αρχιπυράρχου.
9. Το διοικητικό, εκπαιδευτικό, ένστολο και βοηθητικό προσωπικό της Πυροσβεστικής Ακαδημίας διέπεται από τις διατάξεις του π.δ. 174/1983, όπως ισχύει.
10. α. Το διδακτικό προσωπικό της Πυροσβεστικής Ακαδημίας ορίζεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, κατόπιν εισήγησης του Διοικητή της Πυροσβεστικής Ακαδημίας και της σύμφωνης γνώμης του Επιστημονικού Συμβουλίου της Εθνικής Σχολής Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων, κατόπιν σχετικής συνέντευξης. Για την επιλογή διδακτικού προσωπικού στα ακαδημαϊκά μαθήματα εισηγείται στον Διοικητή της Πυροσβεστικής Ακαδημίας τριμελής επιτροπή, η οποία αποτελείται από τον Υποδιοικητή της Πυροσβεστικής Ακαδημίας ή τον αναπληρωτή του και δύο (2) καθηγητές ή αναπληρωτές καθηγητές των Α.Ε.Ι. της Χώρας του ιδίου ή συναφούς γνωστικού αντικειμένου με την υπό πλήρωση θέση. Στα μη ακαδημαϊκά μαθήματα εισηγείται σχετικώς στον Διοικητή τριμελής επιτροπή αποτελούμενη από τον Υποδιοικητή της Πυροσβεστικής Ακαδημίας ή τον αναπληρωτή του, τον Διοικητή της οικείας Σχολής και τον Διευθυντή Εκπαίδευσης του Επιτελείου Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος. Οι ανωτέρω επιτροπές συγκροτούνται με απόφαση του Διοικητή της Πυροσβεστικής Ακαδημίας.
Για την επιλογή του ανωτέρω προσωπικού απαιτείται η δημοσίευση προηγούμενης προκήρυξης, με την οποία καθορίζονται τα προσόντα που απαιτούνται για την επιλογή, τα δικαιολογητικά που υποβάλλονται προς απόδειξη των προσόντων των υποψηφίων, η διάρκεια και οι λοιποί όροι εργασίας. Στις περιπτώσεις που το γνωστικό αντικείμενο του κάθε μαθήματος διδάσκεται σε Α.Ε.Ι., για τη διδασκαλία του στην Πυροσβεστική Ακαδημία απαιτείται η κατοχή διδακτορικού τίτλου σπουδών σε συναφές αντικείμενο, και μόνο όταν δεν υπάρχει υποψήφιος επιτρέπεται η διδασκαλία του από κάτοχο μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών σε συναφές αντικείμενο. Η προκήρυξη εκδίδεται από τον Διοικητή της Πυροσβεστικής Ακαδημίας, μετά από εισήγηση του εκπαιδευτικού συμβουλίου που διατυπώνεται πριν από τη λήξη του προηγούμενου ακαδημαϊκού έτους και δημοσιεύεται σε δύο (2) τουλάχιστον ημερήσιες εφημερίδες πανελλήνιας κυκλοφορίας και αναρτάται στην ιστοσελίδα του Πυροσβεστικού Σώματος και της Εθνικής Σχολής Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων.
β. Με την ίδια διαδικασία ορίζονται και ισάριθμοι αναπληρωματικοί καθηγητές.
11. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη καθορίζεται η αποζημίωση των Διευθυντών Σπουδών των Σχολών, πλην μελών Δ.Ε.Π., για την απασχόλησή τους, πέραν των διδακτικών τους καθηκόντων.
12. Το άρθρο 4 του ν. 2226/1994 (Α΄ 122) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Άρθρο 4
Εισαγωγή φοιτητών στη Σχολή Αξιωματικών της Πυροσβεστικής Ακαδημίας
1.α. Η εισαγωγή φοιτητών στη Σχολή Αξιωματικών της Πυροσβεστικής Ακαδημίας γίνεται με το σύστημα των απολυτηρίων εξετάσεων σε εθνικό επίπεδο, σύμφωνα
με τις διατάξεις των παραγράφων 9 και 11 του άρθρου 1 του ν. 2525/1997 (Α΄ 188) και του π.δ. 60/2006 (Α΄ 65), όπως ισχύουν.
β. Από τον αριθμό των εισακτέων που καθορίζεται για τη Σχολή Αξιωματικών, ποσοστό 15%, καθ’ υπέρβαση των θέσεων που εγκρίνονται κατ΄ έτος από την ΠΥΣ 33/2006, προέρχεται υποχρεωτικά από πυροσβέστες, υπαρχιπυροσβέστες, αρχιπυροσβέστες και Πυρονόμους, ηλικίας μέχρι 35 ετών, οι οποίοι κατατάσσονται στο τρίτο (Γ΄) ακαδημαϊκό εξάμηνο. Οι εν λόγω υποψήφιοι, κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συμμετοχής και κατά την ημερομηνία εισαγωγής στην Πυροσβεστική Ακαδημία, θα πρέπει υποχρεωτικά:
α. Να μην τελούν σε κατάσταση διαθεσιμότητας ή να μην έχουν παραπεμφθεί ενώπιον πειθαρχικού συμβουλίου.
β. Να μην έχουν τιμωρηθεί κατά την τελευταία πενταετία με την ποινή της «αργίας δια προσκαίρου παύσεως» ή της «αργίας δι΄ απολύσεως».
γ. Από τον αριθμό των θέσεων που προκηρύσσονται για εισαγωγή στη Σχολή Αξιωματικών, ποσοστό 20% καλύπτεται από πτυχιούχους των Σχολών ή Τμημάτων των Πανεπιστημίων και Τ.Ε.Ι. της Χώρας ή αντίστοιχων της αλλοδαπής: Χημείας, Φυσικής, Μαθηματικών, Γεωλογίας, Δασολογίας, Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος, Ψυχολογίας, Δημοσιογραφίας και Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, ύστερα από κατατακτήριες εξετάσεις που διενεργούνται από το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, εφόσον συγκεντρώνουν και τα λοιπά προβλεπόμενα από τις σχετικές διατάξεις προσόντα. Οι επιτυχόντες (εισακτέοι) εισάγονται στο τρίτο (Γ΄) ακαδημαϊκό εξάμηνο. Τα μαθήματα στα οποία εξετάζονται και η διαδικασία των εξετάσεων καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Παιδείας και Θρησκευμάτων, μετά από γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου της Εθνικής Σχολής Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων που διατυπώνεται πριν από τη λήξη του προηγούμενου ακαδημαϊκού έτους. Οι ανωτέρω υποψήφιοι απαλλάσσονται, ανάλογα με τη συνάφεια του πτυχίου τους, από τα αντίστοιχα ακαδημαϊκά μαθήματα με απόφαση του Διευθυντή Σπουδών της οικείας Σχολής, μετά από αίτησή τους. Στις ανωτέρω κατατακτήριες εξετάσεις δεν έχουν δικαίωμα συμμετοχής όσοι φοιτούν ήδη στη Σχολή Αξιωματικών ή είναι εισακτέοι σε αυτήν.
δ. Στη Σχολή Αξιωματικών εισάγονται καθ’ υπέρβαση του αριθμού εισακτέων και χωρίς εξετάσεις, στο τρίτο (Γ΄) ακαδημαϊκό εξάμηνο, οι πέντε (5) πρώτοι κατά σειρά εξόδου από τη Σχολή Πυροσβεστών, όπως καθορίζεται από τον οικείο κανονισμό, οι οποίοι εισήχθησαν με το σύστημα των πανελλαδικών εξετάσεων και αποφοίτησαν κατά το αμέσως προηγούμενο της εισαγωγής ακαδημαϊκό έτος. Το εν λόγω δικαίωμα ασκείται εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) μηνός από την αποφοίτηση και οι δικαιούχοι δεν αναπληρώνονται για κανένα λόγο.
2. Ο αριθμός των εισακτέων στη Σχολή Αξιωματικών καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Παιδείας και Θρησκευμάτων, μετά από εισήγηση του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος, αφού ληφθούν υπόψη τόσο οι κενές οργανικές θέσεις που υπάρχουν κατά την προκήρυξη των εξετάσεων όσο και εκείνες που πρόκειται να κενωθούν μέχρι το τέλος του επόμενου της έναρξης της εκπαιδευτικής περιόδου έτους, σε συνδυασμό με τις υφιστάμενες επιχειρησιακές ανάγκες.
3. Οι σπουδές στη Σχολή Αξιωματικών διαρκούν τέσσερα (4) έτη και οργανώνονται σε ακαδημαϊκά εξάμηνα.
4. Οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 7 του άρθρου 1 του παρόντος, καθώς και αυτή της παραγράφου 1 του άρθρου 29 του ν. 2009/1992 (Α΄ 18), εφαρμόζονται αναλόγως και για τη Σχολή Αξιωματικών».
13.α. Η εισαγωγή σπουδαστών στη Σχολή Πυροσβεστών της Πυροσβεστικής Ακαδημίας γίνεται με το σύστημα των απολυτηρίων εξετάσεων σε εθνικό επίπεδο, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1351/1983 (Α΄ 56) και των παραγράφων 9 και 11 του άρθρου 1 του ν. 2525/1997 (Α΄ 188) και του π.δ. 60/2006 (Α΄ 65), όπως ισχύουν.
β. Η φοίτηση στη Σχολή Πυροσβεστών με έδρα την Πτολεμαΐδα πραγματοποιείται σε δύο (2) κύκλους ακαδημαϊκών σπουδών. Ο Πρώτος Κύκλος Σπουδών διαρκεί πέντε (5) εξάμηνα και με την ολοκλήρωση της φοίτησης σε αυτόν οι Δόκιμοι Πυροσβέστες λαμβάνουν Δίπλωμα Τεχνικής Πυροσβεστικής Επαγγελματικής Επάρκειας και ως στελέχη του Πυροσβεστικού Σώματος, εντάσσονται στον Δεύτερο Κύκλο Σπουδών, διάρκειας τριών (3) εξαμήνων, τοποθετούμενοι στην έδρα της Πυροσβεστικής Ακαδημίας, όπου πραγματοποιούν εκ περιτροπής, ακαδημαϊκές σπουδές και πρακτική άσκηση πυροσβεστικού έργου, σε Υπηρεσίες της ΠΕ.ΠΥ.Δ. Αττικής. Οι ακαδημαϊκές σπουδές του Δεύτερου Κύκλου περιλαμβάνουν εξαμηνιαίες Θεματικές Ενότητες και Πιστοποιημένα Εκπαιδευτικά Προγράμματα με δια ζώσης διδασκαλία και η εξέτασή τους πραγματοποιείται αποκλειστικά στις εγκαταστάσεις της Πυροσβεστικής Ακαδημίας με φυσική παρουσία των φοιτούντων. Με την ολοκλήρωση του Δεύτερου Κύκλου Σπουδών λαμβάνουν πτυχίο ισότιμο των αντίστοιχων Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων.
Η ολοκλήρωση των δύο Κύκλων Σπουδών είναι υποχρεωτική, σε αντίθετη περίπτωση οι φοιτούντες αποβάλλονται από τη Σχολή Πυροσβεστών και ανακαλείται η απόφαση κατάταξής τους στο Πυροσβεστικό Σώμα, ενώ αποβάλλονται από τη Σχολή και σε περίπτωση αποτυχίας σε εξεταζόμενο μάθημα για τρίτη φορά. Η διάρκεια της φοίτησης δεν μπορεί να παραταθεί πέραν των δύο (2) ετών, παρά μόνο για αποδεδειγμένους σοβαρούς λόγους υγείας ή λόγω κύησης.
γ. Οι εξερχόμενοι της Σχολής Πυροσβεστών αποφοιτούν από την οικεία Σχολή της Πτολεμαΐδας, είναι ανακριτικοί υπάλληλοι και εξελίσσονται βαθμολογικά μέχρι και τον βαθμό του Πυρονόμου για κάλυψη υφιστάμενων κενών οργανικών θέσεων.
δ. Ο αριθμός των εισακτέων στη Σχολή Πυροσβεστών καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Παιδείας και Θρησκευμάτων, μετά από εισήγηση του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος, αφού ληφθούν υπόψη τόσο οι κενές οργανικές θέσεις που υπάρχουν κατά την προκήρυξη των εξετάσεων, όσο και εκείνες που πρόκειται να κενωθούν μέχρι το τέλος του επόμενου της έναρξης της εκπαιδευτικής περιόδου έτους, σε συνδυασμό με τις υφιστάμενες επιχειρησιακές ανάγκες.
ε. Οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 7 του άρθρου 1 του ν. 2226/1994 (Α΄ 122), καθώς και αυτή της παραγράφου 1 του άρθρου 29 του ν. 2009/1992 (Α΄ 18) εφαρμόζονται αναλόγως και για τη Σχολή Πυροσβεστών.
14.α. Για όσους εισάγονται στις Σχολές Αξιωματικών και Πυροσβεστών πριν εκπληρώσουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις στις Ένοπλες Δυνάμεις, ο χρόνος φοίτησης σε αυτές θεωρείται χρόνος εκπλήρωσης στρατιωτικής υποχρέωσης. Οι ανωτέρω, μετά την επιλογή και κατάταξή τους, υποβάλλονται σε βασική στρατιωτική εκπαίδευση. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Εθνικής Άμυνας, καθορίζονται το περιεχόμενο της εκπαίδευσης, ο τόπος και η διάρκεια αυτής, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
β. Οι σπουδαστές που διαγράφονται από τις Σχολές Αξιωματικών και Πυροσβεστών λόγω αποβολής, απολύσεως ή παραιτήσεώς τους υποχρεώνονται να εκπληρώσουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις στις Ένοπλες Δυνάμεις στο ακέραιο. Σε περίπτωση απόλυσης ή αποβολής από το Πυροσβεστικό Σώμα εκείνων που δεν
έχουν συμπληρώσει τον χρόνο στρατιωτικής υποχρέωσης πριν από την παρέλευση οκταετούς πραγματικής υπηρεσίας, η υποχρέωση αυτή εκπληρώνεται στο ακέραιο στις Ένοπλες Δυνάμεις.
15. Οι Σχολές Αξιωματικών και Πυροσβεστών της Πυροσβεστικής Ακαδημίας είναι ισότιμες με τα ιδρύματα του πανεπιστημιακού τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης, όπως ορίζεται κάθε φορά από την κείμενη νομοθεσία, παρέχοντας ισότιμη εκπαίδευση και χορηγώντας ισότιμα πτυχία με αυτά.
16. Η Σχολή Αρχιπυροσβεστών ανήκει στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, όπως ορίζεται κάθε φορά από την κείμενη νομοθεσία, παρέχοντας ισότιμη εκπαίδευση και χορηγώντας ισότιμα πτυχία με τις αντίστοιχες μεταδευτεροβάθμιες σχολές.
17. Η υποβολή των αιτήσεων και των δικαιολογητικών που δεν απαιτούν τη φυσική παρουσία των υποψηφίων για την εισαγωγή στις Σχολές της Πυροσβεστικής Ακαδημίας, τόσο με το σύστημα των απολυτηρίων εξετάσεων σε εθνικό επίπεδο, όσο και μέσω του συστήματος των κατατακτηρίων εξετάσεων, δύναται να πραγματοποιείται μέσω διαδικτυακής ηλεκτρονικής εφαρμογής, με μέριμνα της Διεύθυνσης Πληροφορικής και Επικοινωνιών σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Ανθρώπινων Πόρων του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος.
18. Για την εισαγωγή στις Σχολές Αξιωματικών και Πυροσβεστών της Πυροσβεστικής Ακαδημίας οι υποψήφιοι ιδιώτες υποβάλλονται σε «προκαταρκτικές εξετάσεις» (αθλητικές, υγειονομικές και ψυχοτεχνικές δοκιμασίες) που γίνονται με μέριμνα του Επιτελείου του Π.Σ. και σύμφωνα με όσα ορίζονται από τις οικείες διατάξεις του νόμου και τους οικείους κανονισμούς. Το πρόγραμμα των προκαταρκτικών εξετάσεων δημοσιοποιείται πριν από τη λήξη του προηγούμενου ακαδημαϊκού έτους, καταρτίζεται από το εκπαιδευτικό συμβούλιο της Πυροσβεστικής Ακαδημίας σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης του Επιτελείου Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος και εγκρίνεται με απόφαση του Διοικητή της Πυροσβεστικής Ακαδημίας.
19. Στη Σχολή Αρχιπυροσβεστών δύναται να εισάγονται Πυροσβέστες, συμπεριλαμβανομένων των προερχόμενων εκ Πυροσβεστών Πενταετούς Υποχρέωσης, που έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον τέσσερα (4) έτη στον βαθμό του Πυροσβέστη, Υπαρχιπυροσβέστες και Αρχιπυροσβέστες μη Παραγωγικής Σχολής, κατόπιν εξετάσεων για την περαιτέρω βαθμολογική τους εξέλιξη. Οι επιτυχόντες που δεν προσλήφθηκαν στο Πυροσβεστικό
Σώμα σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 44/2016 (Α΄ 68) φοιτούν στη Σχολή Αρχιπυροσβεστών διάρκειας δέκα (10) μηνών και μετά την ευδόκιμη αποφοίτησή τους ονομάζονται Αρχιπυροσβέστες. Οι επιτυχόντες που προσλήφθηκαν στο Πυροσβεστικό Σώμα σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ 44/2016 (Α΄ 68) ονομάζονται Αρχιπυροσβέστες ταυτόχρονα με τους ανωτέρω και τοποθετούνται ιεραρχικά μετά τον τελευταίο αποφοιτήσαντα από την ως άνω Σχολή, βάσει της σειράς επιτυχίας που είχαν μεταξύ τους στις εξετάσεις που προηγήθηκαν. Ομοίως, κατόπιν εξετάσεων για την περαιτέρω βαθμολογική τους εξέλιξη, Πυροσβέστες Ειδικών Καθηκόντων ονομάζονται Αρχιπυροσβέστες Ειδικών Καθηκόντων, βάσει της μεταξύ τους σειράς επιτυχίας. Η διαδικασία, η εξεταστέα ύλη και ο αριθμός των προκηρυσσόμενων κατ’ έτος θέσεων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη.
20. α. Στη Σχολή Επιμόρφωσης και Μετεκπαίδευσης δύναται, εφόσον επιθυμούν, να εισαχθούν κατόπιν εξετάσεων, Πυρονόμοι Γενικών Καθηκόντων, απόφοιτοι της Σχολής Αρχιπυροσβεστών που έχουν συμπληρώσει τρία (3) έτη στον βαθμό του Πυρονόμου. Η φοίτηση στη Σχολή Επιμόρφωσης και Μετεκπαίδευσης διαρκεί δύο (2) ακαδημαϊκά εξάμηνα και με την ολοκλήρωση αυτών απονέμεται ο βαθμός του Ανθυποπυραγού και αντίστοιχο δίπλωμα Επαγγελματικής Επάρκειας Ανθυποπυραγού. Ομοίως, κατόπιν εξετάσεων για την περαιτέρω βαθμολογική τους εξέλιξη, Πυρονόμοι Ειδικών Καθηκόντων δύναται, εφόσον επιθυμούν, να εισαχθούν κατόπιν εξετάσεων στην ίδια ως άνω Σχολή. Η φοίτηση στη Σχολή Επιμόρφωσης και Μετεκπαίδευσης διαρκεί τέσσερις (4) μήνες και με την ολοκλήρωση αυτών απονέμεται ο βαθμός του Ανθυποπυραγού και αντίστοιχο δίπλωμα Επαγγελματικής Επάρκειας Ανθυποπυραγού. Η διαδικασία, η εξεταστέα ύλη και ο αριθμός των προκηρυσσόμενων κατ’ έτος θέσεων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη.
β. Σε Ειδικό Τμήμα της Σχολής Επιμόρφωσης και Μετεκπαίδευσης δύναται, εφόσον επιθυμούν, να εισαχθούν κατόπιν αίτησής τους, που υποβάλλεται άπαξ έως την 31η Δεκεμβρίου του έτους συμπλήρωσης είκοσι έξι (26) ετών συνολικής πραγματικής υπηρεσίας στο Πυροσβεστικό Σώμα, ή οκτώ (8) ετών στον βαθμό τους, Πυρονόμοι απόφοιτοι της Σχολής Αρχιπυροσβεστών
της Πυροσβεστικής Ακαδημίας, εξαιρουμένων των ευρισκόμενων σε κατάσταση υπηρεσίας γραφείου. Μετά την ευδόκιμη αποφοίτησή τους και κατόπιν εξετάσεων, τους απονέμεται ο βαθμός του Ανθυποπυραγού και αντίστοιχο δίπλωμα Επαγγελματικής Επάρκειας Ανθυποπυραγού.
Κατά την πρώτη εφαρμογή, η ως άνω αίτηση υποβάλλεται, άπαξ εντός τριμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος, από Πυρονόμους που έως την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους έχουν συμπληρώσει κατ’ ελάχιστον είκοσι έξι (26) έτη συνολικής πραγματικής υπηρεσίας στο Πυροσβεστικό Σώμα ή οκτώ (8) έτη στον βαθμό τους. Το πρόγραμμα σπουδών, ο χρόνος εισαγωγής, η διάρκεια φοίτησης, ο καθορισμός των θέσεων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια ρυθμίζονται με απόφαση του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος.
21. Στη Σχολή Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Επιτελών - Στελεχών εισάγονται Πυραγοί και Πύραρχοι Γενικών Καθηκόντων, κατά σειρά αρχαιότητας στον βαθμό, για μετεκπαίδευση, επιμόρφωση και εξειδίκευση, στο πλαίσιο της Δια Βίου μάθησης, με σκοπό τη διαρκή ενημέρωση σε σύγχρονα πυροσβεστικά θέματα και προβλήματα γενικού και ειδικού ενδιαφέροντος, ώστε να ανταποκρίνονται πλήρως στα καθήκοντά τους. Η φοίτηση διαρκεί για έξι (6) και τρεις (3) μήνες αντίστοιχα και με την ολοκλήρωση αυτών απονέμεται δίπλωμα. Ο αριθμός των φοιτούντων κατ’ έτος, η εκπαιδευτική διαδικασία και οι ακολουθούμενες μέθοδοι αυτής, η εξεταστέα ύλη και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας.
Επίσης στην ίδια ως άνω Σχολή εισάγονται για εκπαίδευση και επιμόρφωση σε πυροσβεστικά θέματα γενικού και ειδικού ενδιαφέροντος, ιδιώτες που κατατάχθηκαν ως πυροσβεστικό προσωπικό Ειδικών Καθηκόντων, προκειμένου να μπορούν να ανταποκριθούν πλήρως στα καθήκοντά τους. Η φοίτηση σε αυτή διαρκεί τέσσερις (4) μήνες και με την ολοκλήρωση αυτής απονέμεται δίπλωμα Επαγγελματικής Επάρκειας Αξιωματικού.
22. Με πρόταση του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου και απόφαση του Επιστημονικού Συμβουλίου της Εθνικής Σχολής Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων, καταρτίζεται ο Κανονισμός προπτυχιακών σπουδών των Σχολών της Πυροσβεστικής Ακαδημίας.
23.α. Στη Σχολή Αξιωματικών της Πυροσβεστικής Ακαδημίας, στο πλαίσιο της αποστολής της, μπορεί να οργανώνονται και να λειτουργούν, δια της Εθνικής Σχολής Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων, αυτοδύναμα ή σε συνεργασία με ημεδαπά Α.Ε.Ι., Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών (Π.Μ.Σ.) και να απονέμονται μεταπτυχιακοί τίτλοι σπουδών.
β. Τα Π.Μ.Σ. καταρτίζονται από Ειδική Τριμελή Επιτροπή, η οποία αποτελείται από τον Διοικητή της Σχολής, τον Διευθυντή Σπουδών αυτής και ένα μέλος ΔΕΠ του ίδιου ή συναφούς γνωστικού αντικειμένου με το αντικείμενο του Π.Μ.Σ., ο οποίος προέρχεται, σε περίπτωση συνεργασίας, από το συνεργαζόμενο Ίδρυμα Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Επιστημονικού Συμβουλίου της Εθνικής Σχολής Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων μετά από εισήγηση του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου της Πυροσβεστικής Ακαδημίας. Το περιεχόμενο του προγράμματος σπουδών εγκρίνεται από το Επιστημονικό Συμβούλιο της Εθνικής Σχολής Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων. Με τον κανονισμό σπουδών του Π.Μ.Σ. ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν:
αα. Το αντικείμενο και τον σκοπό του προγράμματος.
ββ. Το είδος των μεταπτυχιακών τίτλων που απονέμονται.
γγ. Τις κατηγορίες των πτυχιούχων που γίνονται δεκτές και τη διαδικασία εισαγωγής τους.
δδ. Τη χρονική διάρκεια του προγράμματος.
εε. Τα μαθήματα, τη διδακτική και ερευνητική απασχόληση των μεταπτυχιακών φοιτητών, τις πρακτικές ασκήσεις και κάθε άλλου είδους δραστηριότητά τους.
στστ.Τον αριθμό των μεταπτυχιακών φοιτητών, τις δυνατότητες και τις ανάγκες σε προσωπικό και υλικοτεχνική υποδομή για την απρόσκοπτη λειτουργία του
προγράμματος.
ζζ. Τη χρονική διάρκεια λειτουργίας του Π.Μ.Σ., το κόστος της αναγκαίας υλικοτεχνικής υποδομής, το κόστος λειτουργίας, τις πηγές και το ύψος της χρηματοδότησής του αναλυτικά.
ηη. Την αναθεώρηση επιμέρους πτυχών του προγράμματος σπουδών.
θθ. Κάθε άλλο θέμα που αφορά στην οργάνωση και
λειτουργία του Π.Μ.Σ..
γ. Διευθυντής του Π.Μ.Σ. είναι ο Διευθυντής Σπουδών
της Σχολής. Ο Διευθυντής του Π.Μ.Σ. μεριμνά για την
εύρυθμη λειτουργία του Προγράμματος.
δ. Μέρος των ανωτέρω μεταπτυχιακών προγραμμάτων μπορεί να υλοποιείται σε Σχολές ή Τμήματα Α.Ε.Ι.
της Χώρας.
24. Πόροι της Εθνικής Σχολής Διαχείρισης Κρίσεων και
Αντιμετώπισης Κινδύνων που διατίθενται για τη λειτουργία της Πυροσβεστικής Ακαδημίας είναι, ιδίως,:
α. Η ετήσια κρατική επιχορήγηση,
β. οι κάθε είδους εισφορές, επιχορηγήσεις, δωρεές,
χορηγίες, κληρονομιές και κληροδοσίες,
γ. οι πρόσοδοι από τη δική της περιουσία,
δ. τα έσοδα από τη συμμετοχή της σε εθνικά και ευρωπαϊκά προγράμματα χρηματοδότησης και
ε. κάθε άλλος πόρος που συνάδει με τον σκοπό και την
αποστολή της Πυροσβεστικής Ακαδημίας.
Η κρατική επιχορήγηση της περίπτωσης α΄ δίδεται
με ισόποση μείωση των αντίστοιχων Α.Λ.Ε. λειτουργικών δαπανών του προϋπολογισμού εξόδων του ΕΦ.
1047.202.0000000 «Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας» εντός των ανωτάτων ορίων πιστώσεων που
ισχύουν για τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής, όπως ισχύει, έως ότου τα έσοδά
της να μπορούν να εξυπηρετήσουν τις λειτουργικές της
δαπάνες.
25. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από
πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, μπορεί
να ιδρύονται νέες, να καταργούνται ή να αναδιαρθρώνονται υφιστάμενες Σχολές εκπαίδευσης και μετεκπαίδευσης του πυροσβεστικού προσωπικού, να καθορίζονται θέματα σχετικά με τη λειτουργία και οργάνωση των
Σχολών, τα προσόντα, τη διαδικασία, τα αρμόδια όργανα
επιλογής και απόλυσης του εκπαιδευτικού προσωπικού,
ο υποχρεωτικός χρόνος παραμονής στο Σώμα των εκπαιδευομένων και μετεκπαιδευομένων, καθώς και κάθε
άλλο θέμα για την εκπαίδευση όλων των κατηγοριών του
προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος.
26. Στην Ακαδημία Πολιτικής Προστασίας (Α.ΠΟ.Π.)
εισάγονται, για θεωρητική και πρακτική πιστοποιημένη κατάρτιση, εκπαίδευση και μετεκπαίδευση στις νέες
εξελίξεις στους τομείς της Πολιτικής Προστασίας και της
διαχείρισης κρίσεων, εθελοντές πολιτικής προστασίας,
στελέχη της Δημόσιας Διοίκησης, των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας και, υποχρεωτικώς,
υπάλληλοι των Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού και δημόσιων
φορέων που εμπλέκονται στην πολιτική προστασία, μετά
από σχετική πρόσκληση του Διοικητή της Ακαδημίας Πολιτικής Προστασίας, στην οποία καθορίζονται ο αριθμός
των θέσεων και τα κριτήρια επιλογής, κατόπιν εισήγησης
της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας.
27. Η Ακαδημία Πολιτικής Προστασίας περιλαμβάνει
τις ακόλουθες Σχολές:
α. Σχολή Εθελοντών και Εθελοντικών Οργανώσεων
Πολιτικής Προστασίας.
β. Σχολή Προσωπικού και Στελεχών Ο.Τ.Α. α΄ και β΄
βαθμού.
γ. Σχολή Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης.
δ. Σχολή Πολιτών.
28. Η Α.ΠΟ.Π. είναι η μόνη αρμόδια υπηρεσία για την
πιστοποίηση των εθελοντών πολιτικής προστασίας του
άρθρου 59 του παρόντος. Είναι επίσης αρμόδια να πιστοποιεί και το επίπεδο γνώσεων και δεξιοτήτων του
πολιτικού προσωπικού της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, καθώς και των ιδιωτών που φοιτούν
σε αυτή.
29. Τα προγράμματα αυτά σχεδιάζονται και υλοποιούνται με μέριμνα της Διεύθυνσης Εθελοντισμού και Εκπαίδευσης της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας.
Για τη συμμετοχή στα προγράμματα αυτά χορηγείται
βεβαίωση πιστοποίησης ή παρακολούθησης, η οποία
υπογράφεται από τον Διοικητή της Ακαδημίας Πολιτικής
Προστασίας.
30. Στο πλαίσιο της αποστολής της προβλέπεται η
θέσπιση ειδικού ατομικού δελτίου κατάρτισης για την
πιστοποίηση των ιδιωτών που φοιτούν σε αυτήν, καθώς
και των εθελοντών του Πυροσβεστικού Σώματος και των
Εθελοντών Πολιτικής Προστασίας.
31. Η διάρθρωση και τα εκπαιδευτικά όργανα της
Ακαδημίας Πολιτικής Προστασίας, τα αντικείμενα εκπαίδευσης των πιστοποιημένων προγραμμάτων κατάρτισης, εκπαίδευσης και μετεκπαίδευσης της Α.ΠΟ.Π., η
εκπαιδευτική διαδικασία, ο τρόπος και η διαδικασία πιστοποίησης και παροχής πιστοποιημένης εκπαίδευσης
από τη Σχολή Εθελοντών και Εθελοντικών Οργανώσεων
Πολιτικής Προστασίας της Ακαδημίας Πολιτικής Προστασίας και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια ρυθμίζονται με
απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας.
32. α. Στο Κέντρο Ειδικών Εκπαιδεύσεων λειτουργούν
Σχολεία όπου εισάγεται το ένστολο προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος για θεωρητική και πρακτική πιστοποιημένη κατάρτιση, εκπαίδευση και μετεκπαίδευση σε συναφή, με τις αρμοδιότητες του Πυροσβεστικού
Σώματος, αντικείμενα και τις νέες εξελίξεις στους τομείς
της Πολιτικής Προστασίας και της διαχείρισης κρίσεων.
Στα Σχολεία εκπαίδευση γίνεται ιδίως σε σήραγγες, αγωγούς, διυλιστήρια, αυτοκινητοδρόμους, αεροδρόμια και
πλατφόρμες εξόρυξης πετρελαίου.
β. Στο Κέντρο Ειδικών Εκπαιδεύσεων δύναται να εκπαιδεύεται ή να μετεκπαιδεύεται, σε συναφή με την
αποστολή του Πυροσβεστικού Σώματος αντικείμενα,
καθώς και σε ζητήματα πυρασφάλειας, το στρατιωτικό
προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων, το προσωπικό του
Λιμενικού Σώματος και της Ελληνικής Αστυνομίας, το
ειδικό ένστολο προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας,
το προσωπικό Πυροσβεστικών Υπηρεσιών άλλων χωρών, βιοτεχνιών, βιομηχανιών και των πάσης φύσεως
επιχειρήσεων, των νοσηλευτικών και άλλων ιδρυμάτων.
γ. Στο Κέντρο Ειδικών Εκπαιδεύσεων δύνανται να
εκπαιδεύονται σε ζητήματα πολιτικής προστασίας και
πολίτες.
δ. Η διάρθρωση, τα εκπαιδευτικά όργανα και τα Σχολεία του Κέντρου Ειδικών Εκπαιδεύσεων, το αντικείμενο εκπαίδευσης των πιστοποιημένων προγραμμάτων
κατάρτισης και μετεκπαίδευσης και η χρονική διάρκεια
αυτών, η εκπαιδευτική διαδικασία, ο τρόπος πιστοποίησης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια ρυθμίζονται με
απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας.
33. α. Για την εκπαίδευση που παρέχεται στην Ακαδημία Πολιτικής Προστασίας και στο Κέντρο Ειδικών Εκπαιδεύσεων της Εθνικής Σχολής Διαχείρισης Κρίσεων
και Αντιμετώπισης Καταστροφών, καταβάλλεται αποζημίωση από τους εκπαιδευόμενους, πλην των πυροσβεστικών υπαλλήλων, των στελεχών των Ο.Τ.Α. α΄ και β΄
βαθμού και των μελών των εγγεγραμμένων στο Ενιαίο
Μητρώο Εθελοντισμού Πολιτικής Προστασίας.
β. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και
Προστασίας του Πολίτη, καθορίζονται τα κριτήρια προσδιορισμού του ύψους της δαπάνης του εκπαιδευτικού
προγράμματος, η διαδικασία και ο τρόπος καταβολής
της καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
34. Στην Εθνική Σχολή Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Καταστροφών δύναται να διατίθεται προσωπικό
από τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας και από
το ένστολο προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος.
1. Συστήνεται νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία «Κέντρο Μελετών Διαχείρισης Κρίσεων» (ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ.), εφεξής Κέντρο Μελετών, το οποίο υπάγεται, έχει έδρα και εποπτεύεται από τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας. Η εποπτεία περιλαμβάνει τον οικονομικό και διαχειριστικό έλεγχο, την έγκριση του προϋπολογισμού και απολογισμού του έργου του και τον διοικητικό έλεγχο σχετικά με τη νομιμότητα των
πράξεων και ενεργειών των οργάνων διοίκησής του.
2. Το ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. έχει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια και λειτουργεί προς όφελος του δημόσιου συμφέροντος κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας.
3. Η επωνυμία «Κέντρο Μελετών Διαχείρισης Κρίσεων» και ο διακριτικός τίτλος «ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ.» ανήκουν αποκλειστικά στο παραπάνω νομικό πρόσωπο, απαγορευμένης της χρήσης αυτών ως εταιρικής επωνυμίας ή σήματος ή διακριτικού τίτλου από οποιαδήποτε επιχείρηση ή οποιοδήποτε τρίτο. Η επωνυμία αυτή για τις σχέσεις του με το εξωτερικό μεταφράζεται στην αγγλική γλώσσα ως «Crisis Management Studies Center».
4. Σκοπός του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. είναι η διεξαγωγή θεωρητικής και εφαρμοσμένης έρευνας και η εκπόνηση μελετών, ιδίως σε στρατηγικό επίπεδο, για θέματα που αφορούν στην πολιτική προστασία και τη διαχείριση κρίσεων και απειλών, καθώς και η παροχή υπηρεσιών, γνωμοδοτικού και συμβουλευτικού χαρακτήρα, για τα θέματα αυτά προς τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας ή άλλους Φορείς.
5. Για την εκπλήρωση του ανωτέρω σκοπού το ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ.:
α. διεξάγει ερευνητικά προγράμματα και μελέτες για θέματα πολιτικής προστασίας και διαχείρισης κρίσεων και απειλών που αφορούν τη Γ.Γ.Π.Π. και τις υπηρεσίες που υπάγονται σε αυτή, καθώς και λοιπούς φορείς του εσωτερικού, ενδεικτικά σε θέματα δασικών πυρκαγιών, επικίνδυνων φαινομένων και κινδύνων από σεισμούς, πλημμύρες, τεχνολογικά ατυχήματα και ακραία καιρικά φαινόμενα,
β. εκπονεί και εκτελεί ερευνητικά προγράμματα για λογαριασμό ή σε συνεργασία με αντίστοιχους φορείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άλλων κρατών ή διεθνών οργανισμών,
γ. αναπτύσσει συνεργασία σε εθνικό και διεθνές επίπεδο με οργανισμούς και υπηρεσίες, ερευνητικά και εκπαιδευτικά κέντρα, ιδρύματα, δημόσιους και ιδιωτικούς κοινωνικούς, επιστημονικούς και παραγωγικούς φορείς, καθώς και με Μ.Κ.Ο.,
δ. προβαίνει, βάσει των αρχών της πυρομηχανικής, στη μελέτη του φαινομένου της πυρκαγιάς και των ποιοτικών και ποσοτικών μεταβολών που επιφέρει επί της ασφάλειας των δομικών κατασκευών, καθώς και στον σχεδιασμό και τη βελτιστοποίηση προδιαγραφών και προτύπων πυροπροστασίας, ώστε να αποτρέπονται και να μειώνονται οι απώλειες ζωής και περιουσίας από τη φωτιά στις κατασκευές,
ε. διατυπώνει προτάσεις για την υιοθέτηση και αξιοποίηση της διεθνούς εμπειρίας, της τεχνογνωσίας και των βέλτιστων πρακτικών αναφορικά με προδιαγραφές και πρότυπα πυροπροστασίας,
στ. παρακολουθεί και μελετά τις τεχνολογικές εξελίξεις των συστημάτων ασφάλειας και αξιολογεί τα νέα επιτεύγματα στον τομέα αυτόν,
ζ. οργανώνει και διεξάγει συνέδρια, δημοσιεύει ερευνητικά και γενικότερα επιστημονικά πορίσματα και συναφή έργα, πραγματοποιεί εκπαιδευτικά σεμινάρια και παρέχει πιστοποιημένες εκπαιδεύσεις σε θέματα πολιτικής προστασίας και διαχείρισης κρίσεων και απειλών και εκπονεί πιστοποιημένες μελέτες σε συναφή θέματα, η. αναπτύσσει οποιαδήποτε άλλη συναφή με τους σκοπούς του δραστηριότητα.
6. Στα ερευνητικά προγράμματα του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. δύναται να απασχολούνται, μετά από έγκριση του Δ.Σ., και μεταπτυχιακοί ερευνητές ή υπότροφοι στο πλαίσιο διεξαγόμενης μεταπτυχιακής ή διδακτορικής διατριβής.
7. Το ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. δύναται να αναλαμβάνει ερευνητικά προγράμματα, εκπαιδεύσεις, μελέτες, γνωμοδοτήσεις σε θέματα πολιτικής προστασίας και διαχείρισης κρίσεων και απειλών, κατόπιν ανάθεσης από οποιονδήποτε δημόσιο φορέα ή εκπρόσωπο συλλογικού διοικητικού οργάνου.
8. Το ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. διαρθρώνεται στους παρακάτω τομείς:
α. Μελετών, Ερευνών και Τεκμηρίωσης.
β. Διαχείρισης Κρίσεων και Απειλών.
γ. Διεθνούς Συνεργασίας και Επικοινωνίας.
δ. Τεχνολογίας και Συστημάτων.
9. Με απόφαση του Δ.Σ., μετά από εισήγηση του Διευθυντή, ορίζονται με τριετή θητεία, που μπορεί να ανανεώνεται, οι επικεφαλής των τομέων από το προσωπικό που υπηρετεί στο ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. και διαθέτει τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 16 του παρόντος άρθρου προσόντα.
10. Το ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ.:
α. Δύναται να στελεχώνεται, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας με προσωπικό της παραγράφου 2 του άρθρου 32 του παρόντος.
β. Δύναται, με κοινή απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, κατόπιν πρότασης του Δ.Σ. του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. και ρητής συναίνεσης του ενδιαφερομένου να αποσπά εξειδικευμένους ερευνητές, ειδικούς επιστήμονες, τεχνικούς από ιδρύματα, οργανισμούς ή φορείς του Δημοσίου, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Στην απόφαση αυτή ορίζονται ο χρόνος της απόσπασης και το φυσικό αντικείμενο απασχόλησής τους.
11. Το ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. διοικείται από πενταμελές Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) τριετούς θητείας με δυνατότητα ανανέωσης, καθώς και από τον Διευθυντή, που διορίζεται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, κατόπιν εισήγησης του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας και μπορεί να απαρτίζεται από καταξιωμένα και αναγνωρισμένα πρόσωπα της δημόσιας διοίκησης, της ιδιωτικής οικονομίας και της ακαδημαϊκής κοινότητας, οι οποίοι με τις γνώσεις και την πείρα τους θα συμβάλουν αποτελεσματικά στην επίτευξη των σκοπών του. Ο Πρόεδρος του Δ.Σ. είναι πλήρους απασχόλησης, ενώ ο Αντιπρόεδρος του Δ.Σ. μπορεί να είναι πλήρους ή μερικής απασχόλησης. Με την απόφαση διορισμού του Αντιπροέδρου του Δ.Σ. του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. ορίζεται και το καθεστώς πλήρους ή μερικής απασχόλησής του στο νομικό πρόσωπο. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τα μέλη του Δ.Σ. είναι ελευθέρως ανακλητά και η αντικατάστασή τους, για το υπόλοιπο της θητείας τους, γίνεται με την ίδια διαδικασία. Οι κατά περίπτωση αποδοχές ή αποζημιώσεις των ανωτέρω, καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 22 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176).
12. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποτελεί το ανώτατο όργανο διοίκησης του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. και έχει όλες τις αρμοδιότητες λειτουργίας, εκπροσώπησης, διαχείρισης και διάθεσης των πόρων του προς εκπλήρωση των σκοπών του. Ειδικότερα:
α. Καθορίζει τη στρατηγική και τις ειδικότερες δράσεις.
β. Εποπτεύει, ελέγχει και κατευθύνει τους τομείς του.
γ. Εγκρίνει τον προϋπολογισμό και τον υποβάλλει στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του εποπτεύοντος Υπουργείου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 54 του ν. 4270/2014 όπως ισχύει, καθώς και τον απολογισμό και ισολογισμό εκάστου οικονομικού έτους, πριν την υποβολή του προς επικύρωση στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη.
δ. Προτείνει, ύστερα από εισήγηση του Διευθυντή, την πρόσληψη του αναγκαίου ειδικού επιστημονικού προσωπικού.
ε. Εγκρίνει την ετήσια έκθεση πεπραγμένων, η οποία υποβάλλεται στον Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας.
στ. Αποφασίζει για την εκπόνηση μελετών ή εργασιών, την παροχή υπηρεσιών από τρίτους, φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή/και ιδιωτικού δικαίου, επιστημονικούς φορείς ή μεμονωμένους επιστήμονες ή ομάδες εργασίας για θέματα που σχετίζονται με την αποστολή του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ., εξουσιοδοτώντας τον Πρόεδρο για την υπογραφή των σχετικών συμβάσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.
ζ. Αποφασίζει για την αποδοχή ή αποποίηση κάθε είδους επιχορηγήσεων, δωρεών, εισφορών τρίτων, κληρονομιών και κληροδοσιών, διαχειρίζεται την περιουσία του νομικού προσώπου και μεριμνά για την είσπραξη των πόρων του, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις.
η. Καθορίζει το ύψος της αποζημίωσης για την παροχή υπηρεσιών του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ..
θ. Αποφασίζει επί παντός θέματος σχετικά με τη δικαστική επιδίωξη οιασδήποτε αξιώσεως υπέρ ή κατά του Κέντρου σε κάθε δικαστήριο ανεξαρτήτως βαθμού και δικαιοδοσίας.
ι. Εγκρίνει κάθε είδους δαπάνη, για τη διενέργεια διαγωνισμών για την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών, εντός των ορίων του εγκεκριμένου προϋπολογισμού, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, καθορίζοντας τους όρους και τις προϋποθέσεις των υποβαλλόμενων προσφορών.
ια. Αποφασίζει για κάθε θέμα που αφορά στην εκτέλεση συμβάσεων προμηθειών και μισθώσεων ή την παράταση της ισχύος αυτών, τη χορήγηση προκαταβολών σε προμηθευτές, εφόσον προβλέπεται από τη σύμβαση, την κήρυξη προμηθευτών έκπτωτων και την κατάπτωση ή μη συμβατικών ρητρών, ως και την καταγγελία των σχετικών συμβάσεων.
13. Ο Πρόεδρος του Δ.Σ. συγκαλεί σε συνεδρίαση τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, καταρτίζει την ημερήσια διάταξη, εκπροσωπεί το ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. ενώπιον κάθε διοικητικής, δικαστικής ή άλλης αρχής και ασκεί όλες τις αρμοδιότητες που ορίζει ο εσωτερικός κανονισμός.
14. Ο Διευθυντής του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. προσλαμβάνεται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, κατόπιν εισήγησης του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, για τριετή θητεία που δύναται να ανανεώνεται, για μια τριετία, με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου.
15. Ο Διευθυντής πρέπει να διαθέτει πτυχίο Α.Ε.Ι. της Χώρας ή ισότιμο της Χώρας ή της αλλοδαπής και αξιόλογο επιστημονικό έργο στους τομείς πολιτικής προστασίας και διαχείρισης κρίσεων και απειλών ή να έχει
αποδεδειγμένη εμπειρία και εξειδίκευση στους ως άνω τομείς σε συνδυασμό με επαρκή εμπειρία στη διοίκηση.
16. Ο Διευθυντής έχει τις εξής αρμοδιότητες:
α. Διευθύνει το ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ., συντονίζει τη δράση των τομέων και επιβλέπει την εκτέλεση των αποφάσεων του Δ.Σ..
β. Μεριμνά για την κατάρτιση του προϋπολογισμού, του ισολογισμού και του απολογισμού.
γ. Καταρτίζει και υποβάλλει στο Δ.Σ. προς έγκριση το πλαίσιο της γενικότερης δράσης του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ..
δ. Μεριμνά για την εφαρμογή της επικοινωνιακής πολιτικής.
ε. Εισηγείται στο Δ.Σ. την πρόσληψη και τοποθέτηση του ειδικού επιστημονικού προσωπικού.
στ. Ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα που του ανατίθεται από τον εσωτερικό κανονισμό ή με αποφάσεις του Δ.Σ..
17. Σε περίπτωση προσωρινής απουσίας ή κωλύματος του Διευθυντή, αναπληρώνεται από τον επικεφαλής του τομέα Διαχείρισης Κρίσεων και Απειλών.
18. Ως Διευθυντής ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. δύναται να ορίζεται και εν ενεργεία στέλεχος των υπηρεσιών και φορέων που εποπτεύει, που έχει τα προσόντα που προβλέπονται στην παράγραφο 16 του παρόντος άρθρου, για χρονικό διάστημα μέχρι τριών (3) ετών που μπορεί να ανανεώνεται μία (1) φορά.
19. Το Επιστημονικό Συμβούλιο (Ε.Σ.) είναι το συμβουλευτικό όργανο του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. και απαρτίζεται από τους επικεφαλής των τομέων του και από δύο (2) επιστήμονες εγνωσμένου κύρους με μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών σε γνωστικό αντικείμενο συναφές με την αποστολή του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ., οι οποίοι προέρχονται από συνεργαζόμενους με το ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. ακαδημαϊκούς ή ερευνητικούς φορείς και διαθέτουν επιστημονική εξειδίκευση για την υλοποίηση ερευνητικών προγραμμάτων μεταξύ του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. και των φορέων αυτών. Ο ορισμός των δύο (2) ως άνω μελών και καθορισμός του χρόνου απασχόλησής τους γίνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, μετά από πρόταση του Δ.Σ.. Του Επιστημονικού Συμβουλίου προεδρεύει ένας εκ των επικεφαλής των τομέων του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ., ο οποίος ορίζεται από το Δ.Σ., μετά από εισήγηση του Διευθυντή.
20. Το Επιστημονικό Συμβούλιο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α. Εισηγείται στο Δ.Σ. επί θεμάτων που σχετίζονται με τις γενικότερες δράσεις και τον ετήσιο προγραμματισμό του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ..
β. Ενημερώνει το Δ.Σ. για τις εξελίξεις σε εθνικό και διεθνές επίπεδο αναφορικά με θέματα σχετικά με τους
σκοπούς του, προτείνοντας πολιτικές και στρατηγικές εναρμόνισης.
γ. Γνωματεύει σε θέματα που τίθενται από τα όργανα διοίκησης.
δ. Ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα που του ανατίθεται από τον εσωτερικό κανονισμό.
21. Το Ε.Σ. συγκαλείται από τον Διευθυντή του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. και μπορεί να συνεργάζεται με λοιπούς επιστήμονες, Υπουργεία και φορείς του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα, καθώς και με ειδικευμένο προσωπικό των υπηρεσιών και φορέων της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής
Προστασίας για την κατάρτιση προτάσεων και σχεδίων.
22. Οι πόροι του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. προέρχονται από:
α. Την κρατική επιχορήγηση από τους προϋπολογισμούς των φορέων του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
β. Επιχορηγήσεις και χρηματοδοτήσεις από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων όλων των εμπλεκόμενων, σε θέματα Πολιτικής Προστασίας, Υπουργείων για την υλοποίηση ερευνητικών έργων.
γ. Χορηγίες και χρηματοδοτήσεις από δημόσιες επιχειρήσεις, φορείς πάσης φύσεως, Ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλους διεθνείς οργανισμούς.
δ. Έσοδα από την παροχή υπηρεσιών και τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων χρήσης αποτελεσμάτων ερευνητικών έργων και μελετών, καθώς επίσης και από την εκτέλεση έργων ή δράσεων, συμπεριλαμβανομένων ενεργειών τεχνικής βοήθειας, στο πλαίσιο των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων του Ε.Σ.Π.Α. ως δικαιούχος έργων ευθύνης του οικείου Υπουργείου ανεξάρτητα από την πηγή χρηματοδότησης.
ε. Δωρεές, κληρονομιές, κληροδοσίες, εισπράξεις από τόκους καταθέσεων, προσόδους από την εκμετάλλευση της περιουσίας του και λοιπά πάσης φύσεως έσοδα από νόμιμες πηγές.
23. Μέσα στους δύο (2) πρώτους μήνες κάθε οικονομικού έτους γίνεται ο ετήσιος τακτικός έλεγχος της οικονομικής διαχείρισης του προηγούμενου έτους από ορκωτούς ελεγκτές λογιστές, που ορίζονται με απόφαση του εποπτεύοντος Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας. Οι εκθέσεις των ορκωτών ελεγκτών λογιστών διαβιβάζονται στην αρμόδια προς έλεγχο Γενική Διεύθυνση του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία δύναται
να διατάσσει οποτεδήποτε, αυτεπάγγελτα ή μετά από αίτημα του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας,
έκτακτο διαχειριστικό έλεγχο. Οι δαπάνες ελέγχου βαρύνουν το ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ..
24. Η οικονομική διαχείριση του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. διενεργείται σύμφωνα με τους νόμους 4308/2014 (Α΄ 251), 4270/2014 (Α΄ 143), 4548/2018 (Α΄ 104) και τις φορολογικές και λοιπές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.
25. Τα ειδικότερα θέματα που αφορούν στις συμβάσεις προμηθειών, παροχής έργου και υπηρεσιών του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. ρυθμίζονται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, η οποία εκδίδεται κατόπιν εισήγησης του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας.
26. Το ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. απολαμβάνει όλων των διοικητικών, οικονομικών και δικαστικών ατελειών του Δημοσίου.
Επίσης, απαλλάσσεται από την καταβολή δασμών, άμεσων ή έμμεσων φόρων, πλην του ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων, των φόρων κληρονομιάς, δωρεάς και μεταβίβασης ακινήτων, εισφορών υπέρ τρίτων και τελών οποιασδήποτε φύσης για τον εισαγόμενο από αυτόν εξοπλισμό που προορίζεται για την εκπλήρωση των σκοπών του, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις του ενωσιακού δικαίου. Ειδικά για τον φόρο προστιθέμενης αξίας εφαρμόζονται οι διατάξεις του κώδικα Φ.Π.Α. του (ν. 2859/2000, Α΄ 248) όπως ισχύουν.
27. Σε περίπτωση διάλυσης του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ., τα περιουσιακά στοιχεία του περιέρχονται στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Η αναγκαία εκκαθάριση διενεργείται από ειδική επιτροπή που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη.
28. Η οργάνωση, η στελέχωση, η διάρθρωση και οι αρμοδιότητες των τομέων του ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ., η κατάργηση, συγχώνευση ή δημιουργία νέων τομέων, οι ειδικότερες αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του προσωπικού, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για τη λειτουργία του ως άνω νομικού προσώπου ρυθμίζονται με τον εσωτερικό κανονισμό που καταρτίζεται από το Δ.Σ. και εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, η οποία εκδίδεται κατόπιν εισήγησης του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας.
29. Το ΚΕ.ΜΕ.ΔΙ.Κ. μπορεί, ύστερα από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου και με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, να ιδρύει ή να συμμετέχει σε εταιρείες και επιχειρήσεις του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα, καθώς και σε κοινοπραξίες, διεθνείς ενώσεις και ενώσεις προσώπων, που εξυπηρετούν συναφείς σκοπούς. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη καθορίζονται ο τρόπος, η διαδικασία και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής της παραγράφου αυτής.
1. Συστήνεται Επιστημονικό Συμβούλιο Πολιτικής Προστασίας, το οποίο υπάγεται στη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας που αποτελεί μόνιμο συμβουλευτικό όργανο του Συντονιστικού Οργάνου Πολιτικής Προστασίας του Εθνικού Μηχανισμού σε όλες τις φάσεις του κύκλου καταστροφών, σύμφωνα με τα καταχωρισμένα στην Εθνική Βάση Δεδομένων του άρθρου 22 του παρόντος είδη κινδύνων και απειλών, καθώς και σε θέματα σύγχρονων τεχνολογιών για την υποστήριξη κρίσιμων επιχειρησιακών λειτουργιών του Εθνικού Μηχανισμού.
2. Στο Μόνιμο Επιστημονικό Συμβούλιο συμμετέχουν, κατόπιν σχετικής πρόσκλησης του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας:
α. Εκπρόσωποι των θεσμοθετημένων οργάνων της πολιτείας, αρμόδιοι για την πρόγνωση, παρακολούθηση και μελέτη καταστροφικών φαινομένων, καθώς και τη συμβουλευτική και χάραξη πολιτικής για τη μείωση και διαχείριση του κινδύνου καταστροφών.
β. Εκπρόσωποι ακαδημαϊκών και ερευνητικών ιδρυμάτων, ερευνητικών κέντρων και οργανισμών, που κατέχουν και διαθέτουν γνώση και παρέχουν προϊόντα εφαρμοσμένης έρευνας και καινοτομίας, σχετικά με τα θέματα της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
3. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας καθορίζονται η σύνθεση, οι αρμοδιότητες, καθώς και κάθε άλλο ζήτημα σχετικό με τη λειτουργία του εν λόγω Συμβουλίου, πλην μισθολογικών ζητημάτων.
1. Στη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας συστήνεται, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, Επιτροπή Εκτίμησης Κινδύνου η οποία, ανεξάρτητα από την κήρυξη κάποιας περιοχής σε Κατάσταση Ειδικής Κινητοποίησης Πολιτικής Προστασίας, μπορεί να χαρακτηρίζει, ως κατεπείγοντα και άμεσης υλοποίησης, προληπτικής φύσεως έργα ή εργασίες των Δήμων ή Περιφερειών ή της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας ή οποιουδήποτε άλλου αρμόδιου φορέα του Δημοσίου που διακρίνονται σε:
α. έργα ή εργασίες καθαρισμού,
β. έργα ή εργασίες αντιπλημμυρικής θωράκισης μικρής κλίμακας,
γ. έργα ή εργασίες διάνοιξης αντιπυρικών ζωνών,
δ. έργα ή εργασίες συντήρησης δασικού οδικού δικτύου,
ε. έργα ή εργασίες για τη διαφύλαξη της δημόσιας υγείας,
στ. έργα ή εργασίες ανάσχεσης ή αποκατάστασης διάβρωσης εδαφών βασικών οδικών δικτύων ή αντιστήριξης πρανών ή αποτροπής κατολισθητικών φαινομένων και
ζ. έργα ή εργασίες που αφορούν σε αναγκαίες επιχειρησιακά κτιριακές υποδομές του Εθνικού Μηχανισμού, η. έργα ή εργασίες άμεσης αντιμετώπισης κινδύνων από φυσικές και τεχνολογικές καταστροφές, κατ΄ εφαρμογή των προβλεπόμενων στα Γενικά Σχέδια Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών και Διαχείρισης Συνεπειών της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας.
2. Στην Επιτροπή της παραγράφου 1 συμμετέχουν με τους αναπληρωτές τους:
α. ο Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας, ως Πρόεδρος,
β. ο Διοικητής του Συντονιστικού Οργάνου Πολιτικής Προστασίας,
γ. ο Γενικός Διευθυντής Συντονισμού,
δ. ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, ε. ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Εσωτερικών,
στ. ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας,
ζ. ένας εκπρόσωπος του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας,
η. ο Περιφερειακός Διοικητής χωρικής ενότητας του έργου,
θ. ένας εκπρόσωπος της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδας (ΕΝ.Π.Ε.) όταν πρόκειται για έργο της Περιφέρειας ή της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας (Κ.Ε.Δ.Ε.) όταν πρόκειται για έργο Δήμου.
3. Σε περίπτωση που ένα έργο ή εργασία, έχει χαρακτηριστεί ως κατεπείγον και άμεσης υλοποίησης, η εκτέλεσή του ακολουθεί τις διαδικασίες των άρθρων 25 και 26 του παρόντος κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης και η έγκριση τυχόν περιβαλλοντικών όρων και λοιπών αδειοδοτικών απαιτήσεων πραγματοποιείται από τη Διεύθυνση Τεχνικών Έργων και Περιβάλλοντος της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενενήντα (90) ημερών.
4. Οι ειδικότεροι όροι, προϋποθέσεις, κριτήρια, διαδικασίες, λοιπά τεχνικά ζητήματα και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος καθορίζονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας.
1. Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Δασικών Πυρκαγιών που υφίσταται βάσει του υπ’ αρ. AP/CAT (2000) 17 Ψηφίσματος της Ανοικτής Μερικής Συμφωνίας για την πρόληψη, προστασία και οργάνωση βοήθειας έναντι των φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών, η οποία κυρώθηκε με τον ν. 2031/1992 (Α΄ 54), υπάγεται στη δομή της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας και λειτουργεί εφεξής υπό την εποπτεία της, ως νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, με την αυτή επωνυμία (Ε.ΚΕ.ΔΑ.Π.) και με τίτλο στην αγγλική γλώσσα «European Center for Forest Fires» (ECFF).
2. Σκοπός του Ε.ΚΕ.ΔΑ.Π., που έχει ως έδρα την έδρα της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, είναι η συλλογή χρήσιμων δεδομένων με σκοπό τη διευκόλυνση της συνεργασίας στο πεδίο της πρόληψης, αντιμετώπισης και του συντονισμού δράσεων δασικών πυρκαγιών σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς και των Ευρωπαϊκών Κέντρων της Ανοικτής Μερικής Συμφωνίας. Για την επίτευξη των σκοπών του, το Ε.ΚΕ.ΔΑ.Π., δύναται να συνεργάζεται με λοιπά Ευρωπαϊκά Κέντρα της Ανοικτής Μερικής Συμφωνίας, με επιστημονικούς, δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, να καταθέτει προτάσεις, να αναλαμβάνει έργα χρηματοδοτούμενα από το Συμβούλιο της ευρώπης, άλλο διεθνή οργανισμό ή εθνική αρχή και να υλοποιεί κάθε συναφή δράση.
3. Το Ε.ΚΕ.ΔΑ.Π. διοικείται από εννεαμελή Διοικούσα Επιτροπή που συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας και μπορεί να απαρτίζεται από καταξιωμένα και αναγνωρισμένα πρόσωπα της δημόσιας διοίκησης, της ιδιωτικής οικονομίας και της ακαδημαϊκής κοινότητας, οι οποίοι με τις γνώσεις και την πείρα τους θα συμβάλλουν αποτελεσματικά στην επίτευξη των σκοπών του νομικού προσώπου. Η Διοικούσα Επιτροπή συγκαλείται με ευθύνη του Προέδρου της τουλάχιστον δύο (2) φορές κατ’ έτος και έχει την ευθύνη του καθορισμού των προτεραιοτήτων και δράσεων του Ε.ΚΕ.ΔΑ.Π., της εκπροσώπησής του στο πλαίσιο της Ανοιχτής Μερικής Συμφωνίας και της εκπλήρωσης των απορρεουσών από τις δραστηριότητές του υποχρεώσεων, επί των οποίων καταθέτει διετές πρόγραμμα δράσεων του Ε.ΚΕ. ΔΑ.Π., το οποίο εγκρίνεται από τον Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, καθώς και κάθε άλλη αρμοδιότητα που της ανατίθεται με την ως άνω απόφαση.
4. Το Ε.ΚΕ.ΔΑ.Π. επικουρείται στο έργο του από εννεαμελή Επιστημονική Επιτροπή, που συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας και μπορεί να απαρτίζεται από καταξιωμένα και αναγνωρισμένα πρόσωπα που διαθέτουν επιστημονική εξειδίκευση ή αποδεδειγμένη εμπειρία στις δασικές πυρκαγιές και σε λοιπά αντικείμενα συναφή με τον σκοπό του. Η Επιστημονική Επιτροπή παρέχει επιστημονική υποστήριξη στο Ε.ΚΕ.ΔΑ.Π., επεξεργάζεται και εξειδικεύει τις αποφάσεις της Διοικούσας Επιτροπής, εποπτεύει την εξέλιξη των προγραμμάτων και εισηγείται θέματα στη Διοικούσα Επιτροπή, εφόσον το κρίνει απαραίτητο. Μέλη της Επιστημονικής Επιτροπής δύναται, εφόσον κριθεί απαραίτητο, να συμμετάσχουν στις συνεδριάσεις της Διοικούσας Επιτροπής, κατόπιν πρότασης του Προέδρου της Διοικούσας Επιτροπής.
5. Ο Πρόεδρος της Διοικούσας Επιτροπής ή άλλο οριζόμενο από αυτόν μέλος της, εκπροσωπεί το Ε.ΚΕ.ΔΑ.Π. στις συναντήσεις των Ευρωπαϊκών Κέντρων της Ανοιχτής Μερικής Συμφωνίας. Στις ανωτέρω συναντήσεις δύναται να συμμετέχουν και μέλη της Επιστημονικής Επιτροπής ή εκπρόσωπος της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, με σύμφωνη γνώμη του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας.
6. Το Ε.ΚΕ.ΔΑ.Π. υποστηρίζεται διοικητικά και οικονομικά από τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, η οποία, μεταξύ άλλων, αναλαμβάνει τη διαχείριση των επιχορηγήσεων του Ε.ΚΕ.ΔΑ.Π. από το Συμβούλιο της ευρώπης ή άλλο διεθνή οργανισμό ή εθνική αρχή. Τα μέλη των ανωτέρω Επιτροπών δεν λαμβάνουν αμοιβή για τη συμμετοχή τους σε αυτές.
Για τον σκοπό του παρόντος Κεφαλαίου νοούνται ως:
1. «Εθελοντής Πολιτικής Προστασίας»: Το φυσικό πρόσωπο - μέλος εθελοντικής οργάνωσης πολιτικής προστασίας, το οποίο εντάσσεται στο δυναμικό της Πολιτικής Προστασίας και παρέχει, σε συνεργασία με φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και λοιπούς επιχειρησιακούς φορείς, άμισθη και μη κερδοσκοπική υπηρεσία προς όφελος του κοινωνικού συνόλου.
2. «Εθελοντική Οργάνωση Πολιτικής Προστασίας»: Νομικά πρόσωπα ή ενώσεις ή ομάδες φυσικών προσώπων, οι οποίες εντάσσονται στο δυναμικό της Πολιτικής Προστασίας και σε συνεργασία με φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και λοιπούς επιχειρησιακούς φορείς δραστηριοποιούνται στην παροχή μη κερδοσκοπικών υπηρεσιών προς όφελος του κοινωνικού συνόλου.
3. «Ενιαίο Μητρώο Εθελοντισμού Πολιτικής Προστασίας (Ε.Μ.Ε.Π.Π.)»: Μητρώο, το οποίο τηρείται από τη Διεύθυνση Εθελοντισμού και Εκπαίδευσης της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας και περιλαμβάνει:
α. «Μητρώο Εθελοντικών Οργανώσεων Πολιτικής Προστασίας (Μ.Ε.Ο.Π.Π.)», στο οποίο εγγράφονται οι Εθελοντικές Οργανώσεις Πολιτικής Προστασίας, που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 58 του παρόντος.
β. «Μητρώο Εθελοντών Πολιτικής Προστασίας (Μ.Ε.Π.Π.)», στο οποίο εγγράφονται τα μέλη των εθελοντικών οργανώσεων Πολιτικής Προστασίας που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 59 του παρόντος.
γ. «Μητρώο Εξοπλισμού και Μέσων Εθελοντικών Οργανώσεων Πολιτικής Προστασίας (Μ.Ε.Μ.Ε.Ο.Π.Π.)», στο οποίο εγγράφονται υλικά και μέσα των εθελοντικών οργανώσεων Πολιτικής Προστασίας.
δ. «Αρχείο Συνεργαζόμενων Οργανώσεων και Φορέων», στο οποίο καταχωρίζονται οι Οργανώσεις και οι Φορείς του άρθρου 72 του παρόντος.
ε. «Αρχείο Εκθέσεων Αξιολόγησης Εθελοντικών Οργανώσεων Πολιτικής Προστασίας», στο οποίο καταχωρίζονται οι Εκθέσεις Αξιολόγησης.
1. Οι Εθελοντές Πολιτικής Προστασίας, που υπηρετούν ως υπάλληλοι του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., κρατικών Ν.Π.Ι.Δ., Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού ή εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα και κινητοποιηθούν, απασχοληθούν ή αξιοποιηθούν με την ιδιότητά τους ως Εθελοντές στην αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών, δικαιούνται υποχρεωτικής, ισόχρονης άδειας απουσίας από την κύρια απασχόλησή τους, η οποία δεν συνυπολογίζεται στον συνολικό χρόνο της προβλεπόμενης κανονικής ετήσιας άδειας. Για τη λήψη της εν λόγω άδειας, απαιτείται η χορήγηση βεβαίωσης του κατά τόπο Περιφερειακού Συντονιστή Πολιτικής Προστασίας, στην οποία θα περιγράφονται με σαφήνεια ο χρόνος απασχόλησης και η φύση των ανατεθειμένων καθηκόντων.
2. Ο χρόνος συμμετοχής στις δράσεις της προηγούμενης παραγράφου λογίζεται ως χρόνος απασχόλησης στην κύρια εργασία του Εθελοντή, με όλα τα εργασιακά δικαιώματα που απορρέουν από αυτή, πλην της υποχρέωσης καταβολής αμοιβής από τον εργοδότη. Στην περίπτωση αυτή, οι ασφαλιστικές εισφορές εργοδότη και του εργαζομένου Εθελοντή καλύπτονται, από τον φορέα κύριας απασχόλησης του, για Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ., κρατικά Ν.Π.Ι.Δ. ή Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού και από τον κρατικό προϋπολογισμό, στην περίπτωση απασχόλησής του στον ιδιωτικό τομέα.
Στους Εθελοντές Πολιτικής Προστασίας απονέμεται η ηθική αμοιβή του επαίνου και της ευφήμου μνείας για εξαίρετες πράξεις ή προσπάθειες, που υπερβαίνουν σημαντικά το μέτρο της καλώς εννοούμενης εθελοντικής προσφοράς. Οι ηθικές αμοιβές απονέμονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, μετά από σχετική πρόταση του οικείου Περιφερειακού Συντονιστή Πολιτικής Προστασίας.
1. Η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδιασμού Πολιτικής Προστασίας της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του παρόντος, δύναται να εγγράφει στον προϋπολογισμό της, ειδική πίστωση ενίσχυσης των ενταγμένων στο Μ.Ε.Ο.Π.Π. Εθελοντικών Οργανώσεων σε υλικά, εξοπλισμό και μέσα. Η ανωτέρω πίστωση εγκρίνεται κατόπιν υποβολής σχεδίου δράσης από τις Εθελοντικές Οργανώσεις, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας ύστερα από εισήγηση της Διεύθυνσης Εθελοντισμού και Εκπαίδευσης και λαμβάνοντας υπόψη τη δυναμικότητα, ενεργητικότητα και συμμετοχή σε δράσεις της Οργάνωσης, σύμφωνα με τα τηρούμενα στοιχεία στο Ε.Μ.Ε.Π.Π..
2. Οι Εθελοντικές Οργανώσεις δύναται να καταστούν δικαιούχοι, μέσω της Γ.Γ.Π.Π., ευρωπαϊκών προγραμμάτων και χρηματοδοτικών πρωτοκόλλων, στα οποία πληρούν τις προϋποθέσεις ένταξης, για απόκτηση εξοπλισμού και πραγματοποίηση εκπαίδευσης.
3. Οι Εθελοντικές Οργανώσεις που ενισχύονται από τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας δεν δύναται να λάβουν έτερους πόρους από άλλους φορείς του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Είδη ρουχισμού και υπόδησης δύνανται να παραχωρούνται σε αυτούς από ίδιους πόρους των Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού.
4. Στις περιπτώσεις λύσεως ή διαγραφής των Εθελοντικών Οργανώσεων από το Μ.Ε.Ο.Π.Π., οι ανωτέρω χρηματικά αποτιμητέες ενισχύσεις επιστρέφονται, με ευθύνη των οργάνων διοίκησής των οργανώσεων, αναλογικά και σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, ως αχρεωστήτως καταβληθείσες.
5. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν στη διαδικασία ενίσχυσης των Εθελοντικών Οργανώσεων, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
1. Σε περίπτωση ατυχήματος κατά την εκτέλεση της εθελοντικής υπηρεσίας τους και μόνο υπό τον όρο συνδρομής των τυπικών προϋποθέσεων περί κινητοποίησής τους (ύπαρξη εντολής για επιχειρησιακή τους εμπλοκή και προσφορά εθελοντικής υπηρεσίας), οι Εθελοντές Πολιτικής Προστασίας καλύπτονται από τον ασφαλιστικό φορέα της κύριας απασχόλησής τους. Τεκμαίρεται ότι το ατύχημα αυτό έλαβε χώρα ένεκεν ταύτης, της εθελοντικής υπηρεσίας και δια ταύτης, γεγονός που βεβαιώνεται κατόπιν εισήγησης του Περιφερειακού Συντονιστή Πολιτικής Προστασίας με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας.
2. Στους Εθελοντές Πολιτικής Προστασίας, οι οποίοι είναι ανασφάλιστοι και νοσηλεύονται εξαιτίας τραυματισμού ή άλλου ατυχήματος που προκλήθηκε κατά την ενάσκηση των εθελοντικών καθηκόντων τους, παρέχεται, με δαπάνη του Δημοσίου, νοσοκομειακή και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, εφόσον αποδειχθούν όπως ανωτέρω, η επιχειρησιακή τους εμπλοκή και η προσφορά εθελοντικής υπηρεσίας. Οι ανωτέρω Εθελοντές Πολιτικής Προστασίας νοσηλεύονται υπό τους ίδιους όρους και συνθήκες, που ισχύουν για το προσωπικό του φορέα που τους ενέταξε επιχειρησιακά. Το αυτό ισχύει και στην περίπτωση τραυματισμού των Εθελοντών Πολιτικής Προστασίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, εφόσον εξαιτίας του τραυματισμού αυτού απαιτείται μακροχρόνια θεραπεία ή έχει προκληθεί μερική ή ολική αναπηρία. Οι παραπάνω δαπάνες καλύπτονται από πιστώσεις που εγγράφονται για τον σκοπό αυτόν στον προϋπολογισμό εξόδων του Υπουργείου Υγείας.
3. Οι διατάξεις του άρθρου 38 του ν. 3528/2007 (Α΄ 26) για την αστική ευθύνη των δημοσίων υπαλλήλων ισχύουν με τις ίδιες ως άνω προϋποθέσεις και για τους Εθελοντές Πολιτικής Προστασίας.
1. Μετά την παράγραφο 6 του άρθρου 36 του ν. 3801/ 2009 (Α΄ 163), η παράγραφος 7 αναριθμείται σε 8 και προστίθεται νέα παράγραφος 7, η οποία έχει ως εξής: «7. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας επιτρέπεται η κατ΄ εξαίρεση οδήγηση και χειρισμός από Εθελοντές Πολιτικής Προστασίας μελών Εθελοντικών Οργανώσεων Πολιτικής Προστασίας ενταγμένων στο Μ.Ε.Ο.Π.Π., πυροσβεστικών οχημάτων, υδροφόρων και λοιπών οχημάτων, τα οποία φέρουν κρατικές πινακίδες - πινακίδες Μηχανήματος Έργου (ΜΕ) - πινακίδες Αγροτικού Μηχανήματος (ΑΜ) ή οποιεσδήποτε άλλες συμβατικές πινακίδες και ανήκουν στους Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού, για την αντιμετώπιση φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών ή άλλων λοιπών απειλών. Οι ανωτέρω Εθελοντές προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, αμισθί, άνευ έτερης αποζημίωσης ή άλλου τυχόν επιδόματος. Για τη ρύθμιση ζητημάτων που ανακύπτουν συνεπεία τροχαίων ατυχημάτων, εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 976/1979 (Α΄ 236). Για την έκδοση της ως άνω απόφασης οι ανωτέρω Εθελοντές απαιτείται: α. Να διαθέτουν την ανάλογη άδεια οδήγησης, ενδεικτικά, αναφερόμενων των αδειών Β, Γ, Ε. β. Να έχουν ολοκληρώσει με επιτυχία το ειδικό Σχολείο του Κέντρου Εκπαίδευσης της Εθνικής Σχολής Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων της Γ.Γ.Π.Π., έχοντας λάβει την οικεία βεβαίωση χειρισμού πυροσβεστικών οχημάτων-μηχανημάτων. Μέχρι την έναρξη λειτουργίας της Εθνικής Σχολής Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων, ο Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας δύναται να εκδίδει απόφαση έγκρισης οδήγησης και χειρισμού των παραπάνω οχημάτων, τα οποία πρέπει να πληρούν όλες τις κατά νόμο αναγκαίες προϋποθέσεις κυκλοφορίας και χρήσης, κατόπιν σχετικής εισήγησης των Επιτροπών των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 13 του π.δ. 62/2018 (Α΄ 121). Οι ήδη πιστοποιημένοι, μέσω της Πυροσβεστικής Ακαδημίας, Εθελοντές Πολιτικής Προστασίας, και μέχρι την έναρξη λειτουργίας της ως άνω Σχολής, δύνανται, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας να οδηγούν και να χειρίζονται πυροσβεστικά οχήματα που φέρουν οποιασδήποτε κατηγορίας πινακίδες (κρατικές, ΜΕ, ΑΜ) σύμφωνα με την ανάλογη κατηγορία διπλώματος που κατέχουν».
2. Μετά το τέλος του εδαφίου β΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του ν. 4250/2014 (Α΄ 74), προστίθεται εδάφιο γ΄ ως ακολούθως: γ.«Η ανωτέρω αναβλητική αίρεση δεν εφαρμόζεται για τους Εθελοντές Πολιτικής Προστασίας στους οποίους έχει χορηγηθεί η κατ΄ εξαίρεση άδεια οδήγησης και χειρισμού οχημάτων και μηχανημάτων της παραγράφου 7 του άρθρου 36 του ν. 3801/2009, η διάρκεια της οποίας δύναται να ισχύει για το χρονικό διάστημα ισχύος της ιδιότητας του Εθελοντή Πολιτικής Προστασίας, υπό την ταυτόχρονη προϋπόθεση ότι η ανάλογη άδεια οδήγησης είναι σε ισχύ».
3. Με απόφαση του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος δύνανται να παραχωρούνται δωρεάν, κατά χρήση αποσυρθέντα οχήματα του Π.Σ. σε ενταγμένες Εθελοντικές Οργανώσεις στο Μ.Ε.Ο.Π.Π. οι οποίες υποστηρίζουν τη δράση της Δασοπυρόσβεσης. Το κόστος λειτουργίας, συντήρησης και ασφάλισης του παραχωρηθέντος εξοπλισμού, όπως και κάθε άλλο προκύπτον κόστος, καλύπτεται από τις οικείες Εθελοντικές Οργανώσεις. Σε περίπτωση λύσης ή διάλυσης των Εθελοντικών Οργανώσεων ή διαγραφής τους από το Μ.Ε.Ο.Π.Π., τα ως άνω οχήματα επιστρέφουν υποχρεωτικά στο Π.Σ. με ευθύνη των οργάνων διοίκησής τους.
1. Ο Κλάδος Πυροσβεστικών Επιχειρήσεων του Επιτελείου του Αρχηγείου του Πυροσβεστικού Σώματος διαρθρώνεται στις ακόλουθες πέντε Διευθύνσεις:
α. Διεύθυνση Πυρόσβεσης.
β. Διεύθυνση Αντιμετώπισης Καταστροφών.
γ. Διεύθυνση Δασοπυρόσβεσης.
δ. Διεύθυνση Παροχής Υπηρεσιών προς Τρίτους.
ε. Διεύθυνση Οργάνωσης και Ασφάλειας.
2. Η Διεύθυνση Πυρόσβεσης διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α. Τμήμα Επιχειρήσεων και Πυροπροστασίας Ειδικών Εγκαταστάσεων.
β. Τμήμα Πυροπροστασίας Αεροδρομίων, Ελικοδρομίων και Λιμένων.
γ. Τμήμα Επιχειρήσεων Πολιτικής Προστασίας.
δ. Τμήμα Πολιτικής Σχεδίασης έκτακτης Ανάγκης (Π.Σ.Ε.Α.) και Πολιτικής Άμυνας.
ε. Τμήμα Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών.
Α. Το Τμήμα Επιχειρήσεων και Πυροπροστασίας Ειδικών Εγκαταστάσεων είναι αρμόδιο για:
α. Την παροχή οδηγιών για εκπόνηση ή αναμόρφωση των σχεδίων επέμβασης, προγραμμάτων και ασκήσεων που αφορούν σε περιπτώσεις πυρκαγιών, βιομηχανικών ή άλλων ατυχημάτων, σεισμών, πλημμυρών, θεομηνιών, φυσικών και λοιπών καταστροφών.
β. Την έκδοση οδηγιών, λήψη μέτρων και οργάνωση μεθόδων προστασίας και εκπαίδευσης του προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος για την αντιμετώπιση των ανωτέρω συμβάντων, καθώς και τη χάραξη στρατηγικής για την αντιμετώπισή τους.
γ. Τον έλεγχο και τη μελέτη καταλληλότητας και χρηστικότητας των υπαρχόντων και προσφερομένων για προμήθεια υλικών και μέσων, που αφορούν στην προστασία του προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος.
δ. Τη μελέτη και την εκπόνηση σχεδίων επέμβασης και την έκδοση σχετικών οδηγιών για την αντιμετώπιση πυρκαγιών και λοιπών καταστροφών σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες και τους φορείς.
ε. Τη μέριμνα για την έκδοση κατάλληλων συγγραμμάτων και σύνταξη μελετών που αφορούν στην αντιμετώπιση πυρκαγιών και λοιπών καταστροφών, σε συνεργασία με συναρμόδιες διευθύνσεις του Επιτελείου και συναρμόδιους φορείς.
στ. Την έκδοση οδηγιών για την παρακολούθηση της καλής κατανομής και λειτουργίας του δικτύου πυροσβεστικών υδροστομίων και την υποβολή προτάσεων στους αρμόδιους φορείς.
ζ. Τη ρύθμιση θεμάτων που αφορούν επιχειρήσεις με εναέρια μέσα έρευνας και διάσωσης και την ανάπτυξη και έκδοση επιχειρησιακών προτύπων, σε συνεργασία με τις Διευθύνσεις Τεχνικής Υποστήριξης και Υποδομών και Πληροφορικής και Επικοινωνιών, για την ασφαλή και επιτυχή διεξαγωγή των επιχειρήσεων αυτών.
Β. Το Τμήμα Πυροπροστασίας Αεροδρομίων, Ελικοδρομίων και Λιμένων είναι αρμόδιο για:
α. Τη σύνταξη, έκδοση και έλεγχο εφαρμογής των Κανονισμών Οργάνωσης και Λειτουργίας των Πυροσβεστικών Σταθμών Στρατιωτικών και Πολιτικών Αεροδρομίων, Ελικοδρομίων και Λιμένων.
β. Τη μέριμνα για την κατάρτιση και βελτίωση των σχεδίων επέμβασης (κατάσβεσης - διάσωσης) των ανωτέρω Πυροσβεστικών Σταθμών.
γ. Τη φροντίδα για τον κατάλληλο και επαρκώς εξειδικευμένο εξοπλισμό των Υπηρεσιών αυτών και του προσωπικού τους.
δ. Την εισήγηση προς την ηγεσία Πυροσβεστικού Σώματος για τη σύνταξη, παρακολούθηση και έλεγχο των ειδικών προγραμμάτων εκπαίδευσης του προσωπικού των υπηρεσιών αυτών και της διαδικασίας αξιολόγησής του, σε συνεργασία με τους αρμόδιους κατά περίπτωση φορείς.
ε. Την εισήγηση για τη διοργάνωση, αποστολή και εκτέλεση εκπαιδεύσεων του προσωπικού των υπηρεσιών αυτών σε Σχολεία και Κέντρα Εκπαίδευσης της ημεδαπής ή αλλοδαπής, και την εκπόνηση και έκδοση
των σχετικών εγχειριδίων και βοηθημάτων.
στ. Την παρακολούθηση των διεθνών εξελίξεων και της βιβλιογραφίας που σχετίζονται με θέματα πυροπροστασίας, πυρόσβεσης και διάσωσης στους χώρους των στρατιωτικών και πολιτικών αεροδρομίων, ελικοδρομίων και λιμένων και την αναγκαία, κατά περίπτωση, αναμόρφωση της σχετικής νομοθεσίας.
ζ. Τη μελέτη και την υπόδειξη σε συνεργασία με τους συναρμόδιους φορείς των κανόνων και μέτρων ασφαλείας για την αποθήκευση και διακίνηση στους χώρους των αεροδρομίων, ελικοδρομίων και λιμένων, εύφλεκτων, εκρηκτικών, χημικών, τοξικών και άλλων επικίνδυνων ουσιών.
η. Την εισήγηση για τον προγραμματισμό και την υλοποίηση εκπαιδεύσεων σε θέματα πρόληψης και καταστολής πυρκαγιών του στρατιωτικού και πολιτικού προσωπικού των αεροδρομίων, εγκαταστάσεων ελικοδρομίων και λιμενικών εγκαταστάσεων της Χώρας.
Γ. Το Τμήμα Επιχειρήσεων Πολιτικής Προστασίας είναι αρμόδιο για:
α. Την έκδοση εγκυκλίων για την εφαρμογή των σχεδίων που εκπονούνται από τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας.
β. Την έκδοση οδηγιών, που αφορούν σε μέτρα και μεθόδους προστασίας του προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος από τα ανωτέρω συμβάντα πολιτικής προστασίας, καθώς και στη στρατηγική αντιμετώπισής τους.
γ. Την έκδοση οδηγιών για την εκπόνηση προγραμμάτων και ασκήσεων βάσει των σχεδίων επέμβασης για την εκπαίδευση του πυροσβεστικού προσωπικού στα ανωτέρω συμβάντα πολιτικής προστασίας.
δ. Τη μελέτη καταλληλότητας των υφισταμένων και προσφερομένων για προμήθεια υλικών και μέσων που
αφορούν στην προστασία του πυροσβεστικού προσωπικού σε συμβάντα πολιτικής προστασίας.
ε. Τη μελέτη και την εκπόνηση σχεδίων επέμβασης και την έκδοση σχετικών οδηγιών για την αντιμετώπιση των καταστροφών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Πυροσβεστικού Σώματος σε συνεργασία και με άλλες αρμόδιες υπηρεσίες και φορείς.
στ. Τη συνεργασία με τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας για την έκδοση κατάλληλων συγγραμμάτων και τη σύνταξη μελετών που αφορούν στην αντιμετώπιση φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών και λοιπών απειλών σε συνεργασία με συναρμόδιες Διευθύνσεις του Επιτελείου.
ζ. Τον χειρισμό θεμάτων που αφορούν σε πυροσβεστικές επιχειρήσεις με εναέρια μέσα έρευνας και διάσωσης, καθώς και την ανάπτυξη και έκδοση, σε συνεργασία με τις Υπηρεσίες Εναερίων και Πλωτών Μέσων, επιχειρησιακών προτύπων για την ασφαλή και επιτυχή διεξαγωγή των επιχειρήσεων αυτών.
η. Τη ρύθμιση θεμάτων που άπτονται των αρμοδιοτήτων του Πυροσβεστικού Σώματος στο πλαίσιο θωράκισης της πολιτικής προστασίας της Χώρας από φυσικές και τεχνολογικές καταστροφές, καθώς και λοιπές απειλές σε ειρηνική περίοδο.
Δ. Το Τμήμα Πολιτικής Σχεδίασης έκτακτης Ανάγκης (Π.Σ.Ε.Α.) και Πολιτικής Άμυνας είναι αρμόδιο για:
α. Την κατάρτιση, έγκριση, κοινοποίηση και υλοποίηση των σχεδίων Πολιτικής Άμυνας του Επιτελείου.
β. Τη ρύθμιση, παρακολούθηση και μελέτη θεμάτων σχεδιασμού και οργάνωσης των Κεντρικών και Περιφερειακών Υπηρεσιών του Πυροσβεστικού Σώματος σε πολεμική περίοδο.
γ. Τον υπολογισμό και την εξασφάλιση, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Υποστήριξης, των αναγκαίων πιστώσεων για την υποστήριξη εφαρμογής των σχεδίων.
δ. Την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του Πυροσβεστικού Σώματος σε θέματα Πολιτικής Άμυνας και την εξασφάλιση του σχετικού αρχείου και των σχεδίων, σύμφωνα με όσα καθορίζονται από τον ισχύοντα κανονισμό διαβαθμισμένου υλικού και την εξουσιοδότηση χειρισμού των οργάνων των Υπηρεσιών.
ε. Την εκπαίδευση και ενημέρωση του άμαχου πληθυσμού σχετικά με θέματα Πολιτικής Άμυνας.
στ. Τη ρύθμιση θεμάτων αναστολής κατάταξης εφέδρων για τη στελέχωση των υπηρεσιών του Σώματος, καθώς και των σχετικών επιτάξεων υλικών και μέσων για τον εξοπλισμό τους.
ζ. Τη ρύθμιση θεμάτων οργάνωσης της Πολιτικής Άμυνας δημόσιων και ιδιωτικών φορέων, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, και τη μέριμνα για τη σχετική εκπαίδευση του προσωπικού τους.
η. Τη μέριμνα για την εκπαίδευση του προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος σε θέματα σχετιζόμενα με την Πολιτική Άμυνα και την εκπαίδευση στα πυροσβεστικά
καθήκοντα του προσωπικού που προέρχεται από πολιτική επιστράτευση.
θ. Τη μελέτη των προβλημάτων και την υποβολή προτάσεων για τη βελτίωση των υφιστάμενων σχεδίων πολεμικής περιόδου.
ι. Την οργάνωση ασκήσεων Πολιτικής Άμυνας και τη συμμετοχή του Επιτελείου σε σχετικές εθνικές ασκήσεις.
ια. Τη συνεργασία σε θέματα Πολιτικής Άμυνας με τις αρμόδιες υπηρεσίες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ιβ. Τη σύνταξη και υποβολή στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη/Διεύθυνση Πολιτικής Σχεδίασης έκτακτης Ανάγκης της από τον νόμο προβλεπόμενης ετήσιας έκθεσης προόδου Πολιτικής Σχεδίασης έκτακτης Ανάγκης/Επιτελείου Πυροσβεστικού Σώματος.
ιγ. Τη ρύθμιση θεμάτων που αφορούν στη συμβολή του Πυροσβεστικού Σώματος στην πολιτική προστασία της χώρας από καταστάσεις εκτάκτων αναγκών που προκαλούνται από φυσικές και τεχνολογικές καταστροφές και λοιπές απειλές σε πολεμική περίοδο.
ιδ. Την εισήγηση για τη σύγκληση του Συμβουλίου Συντονισμού και Στρατηγικής του Υπουργείου Προστασίας
του Πολίτη για θέματα Πολιτικής Άμυνας.
Ε. Το Τμήμα Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών είναι αρμόδιο για:
α. Την εποπτεία και παρακολούθηση της λειτουργίας και πλοϊμότητας των συστημάτων μη επανδρωμένων αεροσκαφών του Πυροσβεστικού Σώματος.
β. Την εποπτεία και παρακολούθηση προγραμματισμένων και έκτακτων πτήσεων των συστημάτων μη επανδρωμένων αεροσκαφών, λαμβάνοντας υπόψη τις επιχειρησιακές απαιτήσεις.
γ. Την τήρηση και επεξεργασία αρχείου ασφαλείας προγραμματισμένων και έκτακτων πτήσεων των συστημάτων μη επανδρωμένων αεροσκαφών και τη σύνταξη διαταγών, εγκυκλίων και οδηγιών προς όλες τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες, για την ενημέρωση και λήψη των κατάλληλων μέτρων ασφαλείας.
δ. Τη συνεργασία και αλληλογραφία με διεθνείς οργανισμούς και φορείς, τις Ένοπλες Δυνάμεις, τα λοιπά Σώματα Ασφαλείας, την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας και κάθε άλλο δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα, συναφούς αντικειμένου για θέματα επιχειρησιακής αξιοποίησης και ασφάλειας πτήσεων των συστημάτων μη επανδρωμένων αεροσκαφών του Πυροσβεστικού Σώματος.
ε. Την ανάπτυξη κανονισμών και προτύπων για την επιχειρησιακή αξιοποίηση και ασφάλεια πτήσεων των μη επανδρωμένων αεροσκαφών του Πυροσβεστικού Σώματος με τη συμμετοχή ή μη και άλλων εναερίων μέσων.
στ. Την εξασφάλιση της πτητικής ικανότητας και ετοιμότητας των μέσων και του προσωπικού.
ζ. Τη συλλογή, επεξεργασία και αξιολόγηση των πτητικών δεδομένων, ώστε να αξιολογείται η πτητική ικανότητα των χειριστών.
η. Τη συγκέντρωση και ανάλυση δεδομένων που αφορούν σε συμβάντα ατυχημάτων στα οποία εμπλέκονται μη επανδρωμένα αεροσκάφη, την εξαγωγή συμπερασμάτων και την έκδοση κατευθυντήριων οδηγιών προς το προσωπικό.
θ. Τη σύνταξη εισηγήσεων για την πτητική και τεχνική εκπαίδευση του προσωπικού Πυροσβεστικού Σώματος για την αξιοποίηση των μη επανδρωμένων αεροσκαφών του.
ι. Την έρευνα και μελέτη καινοτόμων τεχνολογιών στον τομέα των μη επανδρωμένων αεροσκαφών και την προώθηση σχετικών προτάσεων στην Ηγεσία του Πυροσβεστικού Σώματος.
ια. Την παρακολούθηση των εξελίξεων της τεχνολογίας αναφορικά με τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη και τη συμμετοχή του Πυροσβεστικού Σώματος σε ερευνητικά προγράμματα που σχετίζονται με τη χρήση τους.
ιβ. Την παρακολούθηση της σχετικής νομοθεσίας σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
ιγ. Την τήρηση Μητρώου Εκπαίδευσης Χειριστών και Τεχνικών των μη επανδρωμένων αεροσκαφών του Πυροσβεστικού Σώματος και τη σύνταξη εισηγήσεων για την εξέλιξη, την αξιοποίηση, τους διαθέσιμους τύπους μη επανδρωμένων αεροσκαφών και κάθε άλλη μεταβολή στην πτητική ή τεχνική τους ικανότητα.
ιδ. Την εισήγηση προς την Ηγεσία για την προμήθεια πτητικών μέσων και συναφούς υλικοτεχνικού εξοπλισμού με γνώμονα την εξασφάλιση της ολιγοτυπίας των συγκεκριμένων πτητικών μέσων.
ιε. Την οργάνωση της συνεργασίας μεταξύ των Διευθύνσεων Επιτελείου του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος και άλλων εμπλεκόμενων Υπηρεσιών του Πυροσβεστικού Σώματος για θέματα μη επανδρωμένων αεροσκαφών.
3. Η Διεύθυνση Αντιμετώπισης Καταστροφών διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α. Το Τμήμα Επιχειρήσεων και Εκπαιδεύσεων.
β. Το Τμήμα Υλικού και Ειδικού Εξοπλισμού.
Α. Το Τμήμα Επιχειρήσεων και Εκπαιδεύσεων είναι αρμόδιο για:
α. Την έκδοση ερμηνευτικών εγκυκλίων διαταγών και οδηγιών για τον σχεδιασμό αντιμετώπισης συμβάντων αρμοδιότητάς του.
β. Την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των επιχειρησιακών δράσεων των Ε.Μ.Α.Κ. και την υποβολή σχετικών εισηγήσεων στον Προϊστάμενο του Κλάδου Πυροσβεστικών Επιχειρήσεων για τη βελτιστοποίηση αυτών.
γ. Τη συνεργασία με εμπλεκόμενους φορείς για την οργάνωση εκπαιδεύσεων του προσωπικού των Ε.Μ.Α.Κ. στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
δ. Την έκδοση εγκυκλίων διαταγών που αφορούν σε προγράμματα εκπαίδευσης.
ε. Τη σύσταση επιτροπών για την αξιολόγηση, επεξεργασία και παραγωγή συγγραμμάτων που άπτονται των αρμοδιοτήτων του.
στ. Την αξιολόγηση των προτάσεων φορέων της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, για τη συμμετοχή με οποιονδήποτε τρόπο σε ερευνητικά προγράμματα που έχουν σχέση με το αντικείμενο των συμβάντων αρμοδιότητάς του.
Β. Το Τμήμα Υλικού και Ειδικού Εξοπλισμού είναι αρμόδιο για:
α. Τον προσδιορισμό και την εισήγηση προς τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Επιτελείου για τον εφοδιασμό των Ε.Μ.Α.Κ. με τα απαραίτητα μέσα και υλικά, συμπεριλαμβανομένων και των διασωστικών σκύλων, για την αντιμετώπιση συμβάντων αρμοδιότητάς τους.
β. Την αξιολόγηση αποτελεσματικότητας υλικών και μέσων που χρησιμοποιήθηκαν στο πλαίσιο των συμβάντων αρμοδιότητας Ε.Μ.Α.Κ. και την υποβολή προτάσεων για τη βελτίωσή τους.
γ. Την παρακολούθηση των εξελίξεων στις αντίστοιχες υπηρεσίες άλλων χωρών, όσον αφορά σε θέματα υλικών και μέσων και την εισήγηση για τον εφοδιασμό του Πυροσβεστικού Σώματος με αυτά.
δ. Τη μέριμνα για τη διασφάλιση του απαιτούμενου εξοπλισμού για την οργάνωση και την αποτελεσματική λειτουργία των Ειδικών Μονάδων Αντιμετώπισης Καταστροφών (Ε.Μ.Α.Κ.).
4. Η Διεύθυνση Δασοπυρόσβεσης διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α. Το Τμήμα Επιχειρήσεων Αεροπυρόσβεσης και Εναέριας Επιτήρησης.
β. Το Τμήμα Σχεδιασμού Αντιμετώπισης Δασικών και Αγροτικών Πυρκαγιών.
γ. Το Τμήμα Διευρωπαϊκής και Διεθνούς Συνεργασίας Δασοπυρόσβεσης.
Α. Το Τμήμα Επιχειρήσεων Αεροπυρόσβεσης και Εναέριας Επιτήρησης είναι αρμόδιο για:
α. Τη συνεργασία με τις Ένοπλες Δυνάμεις και τους λοιπούς εμπλεκόμενους φορείς, για την οργάνωση της εναέριας επιτήρησης ευαίσθητων δασικών εκτάσεων και της αεροπυρόσβεσης.
β. Την εισήγηση προς την Ηγεσία του Πυροσβεστικού Σώματος για τη μίσθωση εναερίων μέσων επιτήρησης και αεροπυρόσβεσης, καθώς και την κατανομή αυτών σε πολιτικά και στρατιωτικά αεροδρόμια της Χώρας.
γ. Την έκδοση ερμηνευτικών εγκυκλίων, διαταγών και οδηγιών για την εφαρμογή του προγράμματος εναέριας επιτήρησης και αεροπυρόσβεσης.
δ. Την αξιολόγηση εναέριων μέσων και της αποτελεσματικότητάς τους στις επιχειρήσεις εναέριας επιτήρησης και αεροπυρόσβεσης, που οργανώνονται για τις ανάγκες του Πυροσβεστικού Σώματος και την υποβολή
σχετικών εισηγήσεων στην Ηγεσία.
ε. Την εκπόνηση μελετών για την εξεύρεση κατάλληλων λύσεων με σκοπό την αποτελεσματικότερη διαχείριση των εναέριων μέσων για τις ανάγκες της δασοπυρόσβεσης και την εξασφάλιση της μέγιστης διαθεσιμότητας και επιχειρησιακής απόδοσής τους.
στ. Τη συνεργασία με τη Διεύθυνση Τεχνικής Υποστήριξης και Υποδομών, την Υπηρεσία Εναερίων Μέσων και τις αρμόδιες Υπηρεσίες Πολεμικής Αεροπορίας και της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, για την έκδοση επιχειρησιακών διαταγών, εγκυκλίων ή Ειδοποιήσεων προς Αεροπόρους (ΝΟΤΑΜ) σε σχέση με τους κανόνες ασφάλειας πτήσεων, τη διαχείριση του εναέριου χώρου πάνω από δασικές πυρκαγιές, τους κανόνες και τις προϋποθέσεις εναέριου συντονισμού εναέριων μέσων σε επιχειρήσεις αεροπυρόσβεσης, καθώς και τους κανόνες εμπλοκής μισθωμένων ή αλλοδαπών εναέριων μέσων σε δασικές πυρκαγιές.
Β. Το Τμήμα Σχεδιασμού Αντιμετώπισης Δασικών και Αγροτικών Πυρκαγιών είναι αρμόδιο για:
α. Την έκδοση ερμηνευτικών εγκυκλίων διαταγών και οδηγιών για τον σχεδιασμό αντιμετώπισης δασικών και
αγροτικών πυρκαγιών.
β. Την εισήγηση προς τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Επιτελείου για τον εφοδιασμό των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών με τα απαραίτητα μέσα και υλικά για την αντιμετώπιση δασικών και αγροτικών πυρκαγιών.
γ. Τον σχεδιασμό της προστασίας των δασικών και αγροτικών εκτάσεων από τις πυρκαγιές, καθώς και την
έκδοση οδηγιών για τον τρόπο σύνταξης και ελέγχου των επιχειρησιακών σχεδίων των περιφερειακών Υπηρεσιών του Πυροσβεστικού Σώματος.
δ. Την εισήγηση προς τις αρμόδιες Διευθύνσεις για την πρόσληψη του απαραίτητου εποχικού προσωπικού στελέχωσης των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών.
ε. Την εισήγηση για την πραγματοποίηση συσκέψεων με εμπλεκόμενους στη δασοπυρόσβεση φορείς, υπηρεσίες και οργανισμούς στο πλαίσιο του αντιπυρικού σχεδιασμού και τη συνεργασία με αυτούς για θέματα δασοπυρόσβεσης.
στ. Τη διεξαγωγή της αλληλογραφίας, την έκδοση εγκυκλίων διαταγών και διευκρινίσεων και τη ρύθμιση των θεμάτων σχετικά με τη διαδικασία επιβολής διοικητικών προστίμων σε εμπρηστές δασών.
ζ. Την επεξεργασία των στατιστικών στοιχείων των δασικών και αγροτικών πυρκαγιών με σκοπό την εξαγωγή συμπερασμάτων για την αποτροπή εκδήλωσης και τον περιορισμό των συνεπειών τους.
η. Την αποτίμηση του πυροσβεστικού έργου για την παρελθούσα περίοδο και την υποβολή προτάσεων για
την επερχόμενη.
θ. Την εισήγηση σύστασης επιτροπών για την αξιολόγηση συγγραμμάτων για θέματα αντιμετώπισης δασικών και αγροτικών πυρκαγιών.
ι. Την αξιολόγηση των προτάσεων διαφόρων φορέων της χώρας για τη συμμετοχή, με οποιονδήποτε τρόπο, σε ερευνητικά προγράμματα που έχουν σχέση με το αντικείμενο των δασικών και αγροτικών πυρκαγιών.
ια. Την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας υλικών μέσων (εκτός των εναέριων) και μεθόδων αντιμετώπισης δασικών και αγροτικών πυρκαγιών.
Γ. Το Τμήμα Διευρωπαϊκής και Διεθνούς Συνεργασίας Δασοπυρόσβεσης είναι αρμόδιο για:
α. Τη συνεργασία με Πυροσβεστικές Υπηρεσίες άλλων χωρών σε θέματα που αφορούν στην αντιμετώπιση των δασικών και αγροτικών πυρκαγιών.
β. Τη συνεργασία με τις αρμόδιες Υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα που σχετίζονται με τη στατιστική και την εξέλιξη της έρευνας στο αντικείμενο των
δασικών και αγροτικών πυρκαγιών.
γ. Τη μέριμνα, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις, για την εκπροσώπηση του Πυροσβεστικού Σώματος σε διεθνή συνέδρια και εκδηλώσεις, καθώς και τη συμμετοχή του σε διεθνή ερευνητικά προγράμματα, που αφορούν στο αντικείμενο των δασικών και αγροτικών πυρκαγιών.
5. Η Διεύθυνση Παροχής Υπηρεσιών προς Τρίτους διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α. Το Τμήμα Αυτοκινητοδρόμων.
β. Το Τμήμα Αεροδρομίων και Υδατοδρομίων.
γ. Το Τμήμα Εγκαταστάσεων και Δικτύων.
δ. Το Τμήμα Λιμένων.
Α. Το Τμήμα Αυτοκινητοδρόμων είναι αρμόδιο για:
α. Την παρακολούθηση της ορθής εκτέλεσης των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών στους αυτοκινητοδρόμους και τη διεξαγωγή της σχετικής αλληλογραφίας με τα συμβαλλόμενα μέρη και τους συναρμόδιους φορείς.
β. Τη μελέτη ανακυπτόντων προβλημάτων στο πλαίσιο εκτέλεσης της σύμβασης παροχής υπηρεσιών και την υποβολή στην Ηγεσία προτάσεων επίλυσής τους.
γ. Την εισήγηση για την τροποποίηση όρων των υφιστάμενων συμβάσεων και τη συνδρομή σε διαπραγματεύσεις νέων συμβάσεων, σε συνεργασία με τις συναρμόδιες Διευθύνσεις.
δ. Τη σύνταξη και επεξεργασία μνημονίων ενεργειών μεταξύ του Πυροσβεστικού Σώματος και των συμβαλλομένων μερών.
ε. Την παρακολούθηση της σχετικής νομοθεσίας σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
στ. Κάθε άλλο σχετικό θέμα που άπτεται των συμβάσεων παραχώρησης.
Β. Το Τμήμα Αεροδρομίων και Υδατοδρομίων είναι αρμόδιο για:
α. Την παρακολούθηση της ορθής εκτέλεσης των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών στα αεροδρόμια και υδατοδρόμια και τη διεξαγωγή της σχετικής αλληλογραφίας με τα συμβαλλόμενα μέρη και τους συναρμόδιους φορείς.
β. Τη μελέτη ανακυπτόντων προβλημάτων στο πλαίσιο εκτέλεσης των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών και την υποβολή στην Ηγεσία του Πυροσβεστικού Σώματος προτάσεων επίλυσής τους.
γ. Την εισήγηση για την τροποποίηση όρων των υφιστάμενων συμβάσεων και τη συνδρομή σε διαπραγματεύσεις νέων συμβάσεων, σε συνεργασία με τις συναρμόδιες Διευθύνσεις.
δ. Τη σύνταξη και επεξεργασία μνημονίων ενεργειών μεταξύ του Πυροσβεστικού Σώματος και των συμβαλλομένων μερών.
ε. Την παρακολούθηση της σχετικής νομοθεσίας σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
στ. Κάθε άλλο σχετικό θέμα που άπτεται των συμβάσεων παραχώρησης.
Γ. Το Τμήμα Ειδικών Εγκαταστάσεων και Δικτύων είναι αρμόδιο για:
α. Την παρακολούθηση της ορθής εκτέλεσης των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών σε ειδικές εγκαταστάσεις
και δίκτυα και τη διεξαγωγή της σχετικής αλληλογραφίας με τα συμβαλλόμενα μέρη και τους συναρμόδιους φορείς.
β. Τη μελέτη ανακυπτόντων προβλημάτων στο πλαίσιο εκτέλεσης των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών και την υποβολή στην Ηγεσία προτάσεων επίλυσής τους.
γ. Την εισήγηση για την τροποποίηση όρων των υφιστάμενων συμβάσεων και τη συνδρομή σε διαπραγματεύσεις νέων συμβάσεων, σε συνεργασία με τις συναρμόδιες Διευθύνσεις.
δ. Τη σύνταξη και επεξεργασία μνημονίων ενεργειών μεταξύ του Πυροσβεστικού Σώματος και των συμβαλλομένων μερών.
ε. Την παρακολούθηση της σχετικής νομοθεσίας σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
στ. Κάθε άλλο σχετικό θέμα που άπτεται των συμβάσεων παραχώρησης.
Δ. Το Τμήμα Λιμένων είναι αρμόδιο για:
α. Την παρακολούθηση της ορθής εκτέλεσης των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών σε λιμένες και τη διεξαγωγή της σχετικής αλληλογραφίας με τα συμβαλλόμενα μέρη και τους συναρμόδιους φορείς.
β. Τη μελέτη ανακυπτόντων προβλημάτων στο πλαίσιο εκτέλεσης της σύμβασης παροχής υπηρεσιών και την υποβολή στην Ηγεσία προτάσεων επίλυσής τους.
γ. Την εισήγηση για την τροποποίηση όρων των υφιστάμενων συμβάσεων και τη συνδρομή σε διαπραγματεύσεις νέων συμβάσεων, σε συνεργασία με τις συναρμόδιες Διευθύνσεις.
δ. Τη σύνταξη και επεξεργασία μνημονίων ενεργειών μεταξύ του Πυροσβεστικού Σώματος και των συμβαλλομένων μερών.
ε. Την παρακολούθηση της σχετικής νομοθεσίας σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
στ. Κάθε άλλο σχετικό θέμα που άπτεται της σύμβασης παραχώρησης.
6. Η Διεύθυνση Οργάνωσης και Ασφάλειας διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α. Το Τμήμα Οργάνωσης.
β. Το Τμήμα Οργάνωσης Εθελοντισμού.
γ. Το Τμήμα Υγείας και Ασφάλειας.
δ. Το Τμήμα Ψυχοκοινωνικής Μέριμνας.
Α. Το Τμήμα Οργάνωσης είναι αρμόδιο για:
α. Τη μελέτη της λειτουργικότητας των οργανωτικών δομών και διαδικασιών του Πυροσβεστικού Σώματος στο πλαίσιο υλοποίησης του Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος Ανάπτυξης και Λειτουργίας (Σ.Ε.Π.Α.Λ.), των Τομεακών Στρατηγικών και Επιχειρησιακών Σχεδίων και των Ετήσιων Προγραμμάτων Δράσης, την υποβολή προτάσεων για τυχόν αναγκαίες μεταβολές, την έγκρισή τους και την επακόλουθη έκδοση των σχετικών αποφάσεων, παρακολουθώντας και υποστηρίζοντας την υλοποίησή τους.
β. Τη μελέτη καθορισμού των βέλτιστων μεθόδων και διαδικασιών λειτουργίας και εκτέλεσης του πυροσβεστικού έργου και των υπηρεσιακών δομών, των τρόπων αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας και της κατάρτισης, ετήσια, προγράμματος δράσης, με τριμηνιαία παράδοση εκθέσεων, αποτελεσμάτων, μελετών
και προτάσεων βελτίωσής τους.
γ. Την επεξεργασία και μελέτη της χωροταξικής κατανομής των επαγγελματικών και εθελοντικών πυροσβεστικών υπηρεσιών, του προσωπικού και των μέσων τους.
δ. Τη μελέτη και εισήγηση σε θέματα διακίνησης και τυποποίησης της αλληλογραφίας, οργάνωσης αρχείων και σύνταξης θεματολογίου, απλούστευσης διαδικασιών της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας των Υπηρεσιών Πυροσβεστικού Σώματος, της σχέσης του πολίτη με αυτές και τον περιορισμό της γραφειοκρατίας.
ε. Τη μελέτη, παρακολούθηση και εφαρμογή συστήματος μέτρησης των βασικών ποιοτικών και ποσοτικών στόχων του Πυροσβεστικού Σώματος και την υποβολή προτάσεων για τη βελτίωση των υφιστάμενων οργανωτικών δομών και διαδικασιών, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις.
στ. Τη ρύθμιση θεμάτων που έχουν σχέση με το σύστημα εκτέλεσης υπηρεσίας, τον χρόνο εργασίας και τα καθήκοντα του προσωπικού Υπηρεσιών Πυροσβεστικού Σώματος.
ζ. Τον καθορισμό του τύπου των στολών, των διακριτικών και της εξάρτυσης του πυροσβεστικού προσωπικού, των Πυροσβεστών Πενταετούς Υποχρέωσης και των πυροσβεστών εποχικής απασχόλησης και Εθελοντών
Πυροσβεστικού Σώματος.
η. Την έκδοση διαταγών για την εκκαθάριση του αρχείου των Υπηρεσιών Πυροσβεστικού Σώματος.
Β. Το Τμήμα Οργάνωσης και Εθελοντισμού είναι αρμόδιο για:
α. Την προώθηση, διάδοση και υποστήριξη του θεσμού του Εθελοντή Πυροσβέστη, σε συνεργασία και με συναρμόδιες Υπηρεσίες.
β. Τη μέριμνα, σε συνεργασία με τους Ο.Τ.Α. που εκδηλώνουν ενδιαφέρον, για την ίδρυση, προαγωγή, υποβιβασμό ή κατάργηση Εθελοντικών Πυροσβεστικών
Σταθμών και Κλιμακίων και την έκδοση διαταγών και
οδηγιών για την εύρυθμη λειτουργία τους.
γ. Τη δημιουργία Γενικού Μητρώου Εθελοντών Πυροσβεστικού Σώματος και τη μέριμνα για την ενημέρωση της έκδοσης αποφάσεων για την απόκτηση, αναστολή και απώλεια της ιδιότητας του Εθελοντή Πυροσβέστη.
δ. Την επίβλεψη για την εφαρμογή της ισχύουσας για τους Εθελοντές Πυροσβέστες και τις Εθελοντικές Πυροσβεστικές Υπηρεσίες νομοθεσίας και τη λήψη κάθε αναγκαίου μέτρου για την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία των υπηρεσιών αυτών σχετικά με την αποστολή τους.
ε. Τη ρύθμιση θεμάτων βασικής εκπαίδευσης και πυροσβεστικής εξάρτυσης των Εθελοντών Πυροσβεστών και πιστοποίησής τους από την Πυροσβεστική Ακαδημία σε συνεργασία με το Τμήμα Επιμόρφωσης και Μετεκπαίδευσης.
στ. Τη μέριμνα, σε συνεργασία με τους οικείους Ο.Τ.Α., για τη στέγαση και τον εξοπλισμό των Εθελοντικών Πυροσβεστικών Υπηρεσιών με τα αναγκαία μέσα και υλικά.
ζ. Την εξασφάλιση κάθε άλλης αναγκαίας υποστήριξης προς τις Εθελοντικές Πυροσβεστικές Υπηρεσίες με σκοπό την καλύτερη και αποδοτικότερη εκτέλεση της αποστολής τους.
η. Την εισήγηση για τη χωροταξική κατανομή Εθελοντικών Πυροσβεστικών Υπηρεσιών σε συνεργασία με το Τμήμα Στρατηγικού Σχεδιασμού.
Γ. Το Τμήμα Υγείας και Ασφάλειας είναι αρμόδιο για:
α. Την παρακολούθηση και τον έλεγχο της τήρησης των μέτρων σχετικά με την ασφάλεια και υγεία εργαζομένων στον χώρο εργασίας, τη διαρκή ενημέρωση για νέες εξελίξεις και την άμεση συμβολή στην υλοποίησή τους.
β. Την παρακολούθηση και λήψη μέτρων σε περίπτωση ατυχημάτων που προκαλούνται κατά τη διάρκεια της εργασίας και την υγειονομική διαχείρισή τους.
γ. Την ανάλυση των στατιστικών δεδομένων που προκύπτουν από πάσης φύσεως ατυχήματα σχετιζόμενα με το πυροσβεστικό έργο και τη σύνταξη μελετών, εισηγήσεων και προτάσεων για την αναβάθμιση του παρεχόμενου πλαισίου υγείας και ασφάλειας.
δ. Την έκδοση των αναγκαίων διαταγών και παροχή οδηγιών για την εφαρμογή του υφιστάμενου νομικού πλαισίου και των προβλεπόμενων μέτρων για την προαγωγή της υγείας και ασφάλειας των υπαλλήλων στον
χώρο εργασίας.
ε. Τη μελέτη των συνθηκών και την εκτίμηση του κινδύνου στον χώρο εργασίας, την υποβολή προτάσεων και μέτρων για τη βελτίωση και εξασφάλιση της υγείας και ασφάλειας του προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος.
στ. Τη συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς σε θέματα υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων.
ζ. Την κατάρτιση, σε συνεργασία με το Τμήμα Επιμόρφωσης και Μετεκπαίδευσης της Διεύθυνσης Εκπαίδευσης, προγραμμάτων εκπαίδευσης του προσωπικού και τη διαρκή ενημέρωσή του σε θέματα υγείας και ασφάλειας κατά τη διάρκεια της επιχειρησιακής δραστηριότητας.
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, ρυθμίζονται θέματα προστασίας της υγείας και ασφάλειας του προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος.
Δ. Το Τμήμα Ψυχοκοινωνικής Μέριμνας στελεχώνεται από υπαλλήλους του Πυροσβεστικού Σώματος, οι οποίοι κατέχουν πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης της ημεδαπής ή αντίστοιχο τίτλο σπουδών της αλλοδαπής αναγνωρισμένο από το ΔΟΑΤΑΠ, ειδικότητας ψυχολόγου ή κοινωνικού λειτουργού και κατέχουν άδεια ασκήσεως επαγγέλματος. Στο Τμήμα Ψυχοκοινωνικής Μέριμνας, το οποίο υποστηρίζεται γραμματειακά, προΐσταται ο ανώτερος εκ των Αξιωματικών και σε περίπτωση έλλειψης Αξιωματικού, ο αρχαιότερος από τους υπηρετούντες σε αυτό, κάτοχος ενός εκ των ανωτέρω πτυχίων. Οι υπηρετούντες στο Τμήμα ορίζονται, σύμφωνα με τα ισχύοντα σε υπηρεσία και τίθενται σε επιφυλακή, για την έγκαιρη και αποτελεσματική αντιμετώπιση των περιστατικών που άπτονται των αρμοδιοτήτων τους. Η λειτουργία του Τμήματος διέπεται από τις αρχές του Κώδικα Δεοντολογίας Ψυχολόγων, τις αρχές προστασίας του απορρήτου των προσωπικών δεδομένων. Παραβάσεις των ανωτέρω γεννούν ποινική, αστική και πειθαρχική ευθύνη.
Το Τμήμα αυτό είναι αρμόδιο για:
α. Την παροχή υπηρεσιών ψυχοκοινωνικής υποστήριξης στους υπαλλήλους του Πυροσβεστικού Σώματος και στις οικογένειές τους που βιώνουν συναισθηματική κρίση ή έντονα ψυχοκοινωνικά προβλήματα.
β. Τη συνδρομή σε αρμόδιες Αρχές και Δημόσιες Υπηρεσίες στην επί τόπου παροχή κοινωνικής και βραχείας ψυχολογικής υποστήριξης και κάθε σχετικής δυνατής βοήθειας στα πληγέντα άτομα ή τους συγγενείς των θυμάτων από περιστατικά στα οποία επεμβαίνει το Πυροσβεστικό Σώμα στο πλαίσιο της αποστολής του.
γ. Την πρόληψη και αντιμετώπιση δυσλειτουργικών εκδηλώσεων της συμπεριφοράς των πυροσβεστικών υπαλλήλων στο εργασιακό, οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον μέσω συμβουλευτικής υποστήριξης με διαδικασία συνέντευξης και συνεδριών.
δ. Τη συμμετοχή ψυχολόγων του στις Επιτροπές Ψυχοτεχνικών δοκιμασιών, στο πλαίσιο της διενέργειας των προκαταρκτικών εξετάσεων των υποψηφίων για κατάταξη στο Πυροσβεστικό Σώμα.
ε. Την υποστήριξη ψυχολογικής προσαρμογής των κατατασσόμενων στο Πυροσβεστικό Σώμα, με την πραγματοποίηση τακτικών και έκτακτων συνεντεύξεων και
με την παροχή ψυχολογικής στήριξης σε αυτούς επί ανακυπτόντων, ψυχολογικής φύσεως, προβλημάτων, με σκοπό την ομαλή προσαρμογή τους στο υπηρεσιακό περιβάλλον.
στ. Την πρόληψη και αντιμετώπιση του εργασιακού, επιχειρησιακού και μετατραυματικού στρες.
ζ. Τη μελέτη, ανάπτυξη και εφαρμογή κατάλληλων ψυχοτεχνικών δοκιμασιών.
η. Τη συνεργασία με τους ιατρούς της Υγειονομικής Υπηρεσίας του Πυροσβεστικού Σώματος σε θέματα ειδικότητάς τους (στήριξη οικογένειας - συμβουλευτική και ψυχοθεραπευτική προσέγγιση ασθενών - διασυνδετική ψυχολογία) για τη διακρίβωση των αιτιών δυσπροσαρμοστικών εκδηλώσεων, προσδιορίζοντας τα ενδεικνυόμενα μέτρα για την αντιμετώπισή τους.
θ. Την παροχή ψυχολογικής υποστήριξης στους πυροσβεστικούς υπαλλήλους και τις οικογένειές τους, σε περίπτωση τραυματισμού ή σοβαρής ασθένειας, καθώς και τους άμεσα ή έμμεσα εμπλεκόμενους υπαλλήλους, κατόπιν σοβαρού ή θανάσιμου τραυματισμού έτερου υπαλλήλου κατά την εκτέλεση υπηρεσίας.
ι. Την έρευνα σε θέματα ψυχοκοινωνικής φύσεως, με στόχο τον εντοπισμό των ιδιαίτερων προβλημάτων που εμφανίζονται στους πυροσβεστικούς υπαλλήλους, καθώς και την υποβολή προτάσεων για την πρόληψη, βελτίωση, αντιμετώπιση, μείωση έως και εξάλειψή τους.
ια. Τη διοργάνωση διαλέξεων, ημερίδων και λοιπών εκπαιδευτικών - ενημερωτικών δράσεων με στόχο την ευαισθητοποίηση, την πρόληψη και τον χειρισμό θεμάτων ψυχικής υγείας.
ιβ. Τη συνεχή παρακολούθηση και μελέτη των διεθνών εξελίξεων και της βιβλιογραφίας που σχετίζονται με θέματα ψυχοκοινωνικής μέριμνας μέσω και της κατάρτισης των υπηρετούντων στο Τμήμα.
ιγ. Την επικοινωνία και συνεργασία με τις αντίστοιχες υπηρεσίες των Ενόπλων Δυνάμεων και των λοιπών Σωμάτων Ασφαλείας, για την ανταλλαγή εμπειριών, καλών πρακτικών και εκπαιδεύσεων, καθώς και για οποιαδήποτε άλλη από κοινού δράση κριθεί απαραίτητη.
ιδ. Τη συνεργασία με τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας και της αλλοδαπής για την από κοινού διενέργεια ερευνών και την εκπόνηση μελετών σε συναφή των αρμοδιοτήτων του αντικείμενα.
ιε. Τη συνεργασία με λοιπές συναφείς δομές και φορείς της Χώρας και της αλλοδαπής που παρέχουν παρόμοιες υπηρεσίες, όπως το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
ιστ. Τη λειτουργία τηλεφωνικής γραμμής υποστήριξης.
ιζ. Τη συμμετοχή των υπηρετούντων στο Τμήμα ως διδασκόντων στα εκπαιδευτικά προγράμματα της Πυροσβεστικής Ακαδημίας και σε άλλες εκπαιδευτικές -
ενημερωτικές δράσεις.
ιη. Τη συγκέντρωση, ερμηνεία και εφαρμογή επιστημονικών δεδομένων, ώστε να διερευνηθούν οι ψυχικές λειτουργίες και η συμπεριφορά του πυροσβεστικού υπαλλήλου, καθώς και η επιρροή των διαφόρων κοινωνικών θεσμών και ομάδων επ΄ αυτού.
ιθ. Την τήρηση αρχείου και την εξαγωγή στατιστικών στοιχείων.
Το Τμήμα Υγείας και Ασφάλειας είναι αρμόδιο για:
α. Την παρακολούθηση και τον έλεγχο της τήρησης των μέτρων σχετικά με την ασφάλεια και υγεία εργαζομένων στον χώρο εργασίας, τη διαρκή ενημέρωση για νέες εξελίξεις και την άμεση συμβολή στην υλοποίησή τους.
β. Την παρακολούθηση και λήψη μέτρων σε περίπτωση ατυχημάτων που προκαλούνται κατά τη διάρκεια της εργασίας και την υγειονομική διαχείρισή τους.
γ. Την ανάλυση των στατιστικών δεδομένων που προκύπτουν από πάσης φύσεως ατυχήματα σχετιζόμενα με το πυροσβεστικό έργο και τη σύνταξη μελετών, εισηγήσεων και προτάσεων για την αναβάθμιση του παρεχόμενου πλαισίου υγείας και ασφάλειας.
δ. Την έκδοση των αναγκαίων διαταγών και παροχή οδηγιών για την εφαρμογή του υφιστάμενου νομικού πλαισίου και των προβλεπόμενων μέτρων για την προαγωγή της υγείας και ασφάλειας των υπαλλήλων στον χώρο εργασίας.
ε. Τη μελέτη των συνθηκών και την εκτίμηση του κινδύνου στον χώρο εργασίας, την υποβολή προτάσεων και μέτρων για τη βελτίωση και εξασφάλιση της υγείας και ασφάλειας του προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος.
στ. Τη συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς σε θέματα υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων.
ζ. Την κατάρτιση, σε συνεργασία με το Τμήμα Επιμόρφωσης και Μετεκπαίδευσης της Διεύθυνσης Εκπαίδευσης, προγραμμάτων εκπαίδευσης του προσωπικού και τη διαρκή ενημέρωσή του σε θέματα υγείας και ασφάλειας κατά τη διάρκεια της επιχειρησιακής δραστηριότητας.
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, ρυθμίζονται θέματα προστασίας της υγείας και ασφάλειας του προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος.
Μακρά αναρρωτική άδεια είναι η κατάσταση του πυροσβεστικού προσωπικού που τίθεται προσωρινώς εκτός υπηρεσίας ένεκα νοσήματος ή τραύματος, ύστερα από γνωμάτευση της αρμόδιας Υγειονομικής Επιτροπής του Πυροσβεστικού Σώματος.
1. Η τήρηση των ατομικών βιβλιαρίων των υπαλλήλων γίνεται ηλεκτρονικά.
2. Τα ατομικά βιβλιάρια αποτελούν απόρρητα έγγραφα και απαγορεύεται να λαμβάνουν γνώση του περιεχομένου αυτών τρίτα πρόσωπα. Αντίγραφα ή αποσπάσματα χορηγούνται, εφόσον ζητηθεί, σε δικαστικές αρχές ή σε συλλογικά όργανα της διοίκησης, για τη διεύρυνση υπόθεσης που εκκρεμεί σε αυτές.
3. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας καθορίζονται ο τύπος, το περιεχόμενο και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την έκδοση των ηλεκτρονικών ατομικών βιβλιαρίων των υπαλλήλων Πυροσβεστικού Σώματος.
1. Με απόφαση του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος εκδίδονται πυροσβεστικές διατάξεις ή κανονιστικές πράξεις με τις οποίες θεσπίζονται:
α. Προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα και μέσα παθητικής και ενεργητικής πυροπροστασίας για την πρόληψη και καταστολή των πυρκαγιών στις επιχειρήσεις και εγκαταστάσεις κάθε δραστηριότητας.
β. Προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα και μέσα πυροπροστασίας σε οικοπεδικούς και λοιπούς ακάλυπτους χώρους, στις δασικές, αγροτικές και συναφείς εκτάσεις.
γ. Διοικητικές διαδικασίες και δικαιολογητικά έγκρισης μελετών ενεργητικής πυροπροστασίας και χορήγησης πιστοποιητικού (ενεργητικής) πυροπροστασίας, η απαίτηση εφοδιασμού με πιστοποιητικό (ενεργητικής) πυροπροστασίας και η χρονική διάρκεια ισχύος του ανάλογα με τη φύση της δραστηριότητας, καθώς και κάθε άλλη ειδικότερη διαδικασία που απαιτείται για τη χορήγηση των ανωτέρω εγγράφων.
2. Οι πυροσβεστικές διατάξεις εγκρίνονται από τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη και δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
3. Η Πυροσβεστική Αρχή δύναται να επιβάλει στους παραβάτες των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας πυροπροστασίας, διοικητικό πρόστιμο από διακόσια (200) έως πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ, λαμβάνοντας υπόψη τον βαθμό υπαιτιότητας του δράστη, τον βαθμό άμεσης συμμόρφωσης, τις επιπτώσεις στο ευρύ κοινό, το μέγεθος και τη διάρκεια της ενδεχόμενης πυροσβεστικής επιχείρησης. Τα πρόστιμα του προηγούμενου εδαφίου δύναται να επαυξάνονται στο διπλάσιο σε περίπτωση υποτροπής εντός διαστήματος ενός (1) έτους. Η Πυροσβεστική Αρχή δύναται επίσης, πριν την εφαρμογή των κυρώσεων των προηγούμενων εδαφίων της παρούσας παραγράφου, εφόσον κρίνει ότι οι συντελούμενες παραβάσεις είναι ήσσονος σημασίας, να προβαίνει σε συστάσεις και χορήγηση αποκλειστικής προθεσμίας για άρση της παράβασης. Τα ποσά των διοικητικών προστίμων εισπράττονται υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου. Η Πυροσβεστική Αρχή, εφόσον διαπιστώσει ότι υφίσταται άμεσος κίνδυνος για την ασφάλεια, δύναται να επιβάλει απευθείας διοικητικά μέτρα, όπως προσωρινή ή οριστική παύση ή αναστολή λειτουργίας της επιχείρησης ή εγκατάστασης μέσω της σφράγισης αυτής με τη συνδρομή των αρμόδιων αρχών.
4. Τα ειδικότερα θέματα σχετικά με τον τρόπο, τον τύπο και τη διαδικασία επιβολής και είσπραξης των προστίμων, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της παραγράφου 3 του παρόντος, καθορίζονται με απόφαση του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος ή με πυροσβεστική διάταξη, η οποία εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Οικονομικών.
5. Ο έλεγχος για την εφαρμογή των πυροσβεστικών διατάξεων, των κανονισμών πυροπροστασίας και γενικά της νομοθεσίας πυρασφάλειας, καθώς και η επιβολή των κυρώσεων και διοικητικών μέτρων ανήκει στα πυροσβεστικά όργανα, τα οποία υποχρεούνται να διευκολύνουν οι ιδιοκτήτες ή εκμεταλλευόμενοι τις επιχειρήσεις ή εγκαταστάσεις ή οι εργοδότες κατά την έννοια της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του Ν. 3850/2010 (Α΄ 84), όπως κάθε φορά ισχύει, σε όλες τις επιχειρήσεις ή εγκαταστάσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα που αφορούν. Σε περίπτωση άρνησης ή παρεμπόδισης του ασκούμενου ελέγχου, από τον ιδιοκτήτη - εκμεταλλευτή της επιχείρησης - εγκατάστασης ή άρνησης με οποιονδήποτε τρόπο από τον ιδιοκτήτη - εκμεταλλευτή της επιχείρησης χορήγησης στα αρμόδια πυροσβεστικά όργανα κάθε στοιχείου - εγγράφου απαραίτητου για τη διεξαγωγή του ελέγχου, τα πυροσβεστικά όργανα δύνανται να ζητήσουν τη συνδρομή της Ελληνικής Αστυνομίας και παρουσία της πραγματοποιείται ο έλεγχος, ενώ στον ιδιοκτήτη - εκμεταλλευτή δύνανται να επιβάλλονται οι κυρώσεις των παραγράφων 3 και 4 του παρόντος άρθρου. Για τον έλεγχο των επιχειρήσεων και εγκαταστάσεων που αφορούν δημόσια θεάματα, η είσοδος των πυροσβεστικών οργάνων είναι ελεύθερη.
6. Κανονιστικές πράξεις που θεσπίζουν απαιτήσεις ή δικαιολογητικά, που σχετίζονται με την επιβολή και τήρηση των μέτρων και μέσων ενεργητικής πυροπροστασίας, το πιστοποιητικό (ενεργητικής) πυροπροστασίας και τη διάρκεια ισχύος του και κάθε άλλη ή ειδικότερη διαδικασία του παρόντος άρθρου, και δεν προβλέπονται ή απαιτούνται από πυροσβεστικές διατάξεις, συνυπογράφονται από τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη μετά από σύμφωνη γνώμη του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος.
7. Την ευθύνη για την τοποθέτηση, τη συντήρηση και την καλή λειτουργία όλων των προληπτικών και κατασταλτικών μέτρων και μέσων πυροπροστασίας στις επιχειρήσεις και εγκαταστάσεις έχει ο ιδιοκτήτης ή ο εκμεταλλευτής τους.
8. Για την υποβολή καταγγελίας που αφορά επιχειρήσεις-εγκαταστάσεις και λοιπές δραστηριότητες του παρόντος, καταβάλλεται από τον καταγγέλλοντα παράβολο, το ύψος του οποίου καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη.
1. Τα διατιθέμενα στην αγορά κατασβεστικά μέσα και υλικά υπόκεινται, πέραν των άλλων ελέγχων και σε έλεγχο καταλληλότητας, σύμφωνα με την ισχύουσα κάθε φορά νομοθεσία. Ο έλεγχος αυτός διενεργείται από το Γενικό Χημείο του Κράτους και το Πυροσβεστικό Σώμα. Στους παραβάτες επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο.
2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων και Προστασίας του Πολίτη, καθορίζονται τα θέματα συνεργασίας των υπηρεσιών της προηγούμενης παραγράφου, τα αρμόδια για τον έλεγχο όργανα, ο τρόπος ελέγχου και η διαδικασία, το ύψος, τα αρμόδια όργανα και η διαδικασία επιβολής του προστίμου, η διαδικασία και τα απαραίτητα δικαιολογητικά για την καταχώριση σε Μητρώο των κατασβεστικών υλικών και μέσων, η διαδικασία ελέγχου της φυσικοχημικής τους συμπεριφοράς, οι όροι και προϋποθέσεις καταλληλότητας, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την αποτροπή ενδεχόμενων βλαβών στον ανθρώπινο οργανισμό και το περιβάλλον.
3. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη καθορίζονται η συγκρότηση, η σύνθεση και ο τρόπος λειτουργίας Επιτροπών από Αξιωματικούς του Πυροσβεστικού Σώματος, που έχουν την ιδιότητα του τεχνικού επιστήμονα για την αξιολόγηση υλικών και μέσων πυροπροστασίας ώστε να γίνονται αποδεκτά κατά την άσκηση της προληπτικής πυροπροστασίας, που διενεργείται από τα Γραφεία Πυρασφάλειας των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών.
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, ρυθμίζονται θέματα πειθαρχικού δικαίου και αδειών του προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος.
1. Η ιατρική και οδοντιατρική περίθαλψη του προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος παρέχεται από τους υγειονομικούς Αξιωματικούς του ή από τους υγειονομικούς Αξιωματικούς της Ελληνικής Αστυνομίας ή των Ενόπλων Δυνάμεων ή από ιατρούς του δημόσιου τομέα ή από ιατρούς ιδιώτες συμβεβλημένους με το δημόσιο.
Η κατάσταση της υγείας του προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος κρίνεται από τις αρμόδιες υγειονομικές επιτροπές του Πυροσβεστικού Σώματος. Για τη φαρμακευτική περίθαλψη του εν ενεργεία ή εν συντάξει προσωπικού και των μελών των οικογενειών τους, εφαρμόζονται τα ισχύοντα για τους δημόσιους υπαλλήλους. Το πυροσβεστικό προσωπικό νοσηλεύεται κατά προτίμηση σε στρατιωτικά νοσοκομεία.
2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής Άμυνας και Υγείας, ρυθμίζονται η διεξαγωγή της υγειονομικής υπηρεσίας, οι προϋποθέσεις, η διαδικασία παροχής υγειονομικής περίθαλψης, οι αρμόδιες Υγειονομικές Επιτροπές, οι αρμοδιότητές τους, τα θέματα αναρρωτικών αδειών ή απαλλαγής από την υπηρεσία για λόγους ασθένειας, οι σχετικές υποχρεώσεις του πυροσβεστικού προσωπικού, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
1. Στο άρθρο 104 του Π.Δ. 210/1992 (Α΄ 99), όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 10, η οποία έχει ως εξής: «10. Στις γυναίκες πυροσβεστικούς υπαλλήλους χορηγείται, κατόπιν βεβαίωσης του θεράποντος ιατρού, ειδική άδεια με αποδοχές μίας (1) ημέρας κατ΄ έτος, προκειμένου να υποβληθούν σε ετήσιο γυναικολογικό έλεγχο».
2. Το άρθρο 116 του Π.Δ. 210/1992 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 116 Ασθενείς ελεύθεροι υπηρεσίας
1. Οι ασθενείς μπορούν ύστερα από γνωμάτευση του υπηρεσιακού γιατρού να αφεθούν ελεύθεροι υπηρεσίας στις εξής περιπτώσεις:
α. Μέχρι τρεις (3) ημέρες, εφόσον η πάθησή τους δικαιολογεί την αποχή από τα υπηρεσιακά τους καθήκοντα.
β. Μέχρι τρεις (3) ακόμη ημέρες, αν δεν έχουν αποθεραπευθεί από την πάθηση για την οποία αρχικά αφέθηκαν ελεύθεροι υπηρεσίας.
γ. Μέχρι τρεις (3) ακόμη ημέρες, αν μετά την πάροδο των προηγούμενων ημερών ελευθερίας από την υπηρεσία δεν αποθεραπεύθηκαν ή αρρώστησαν από διαφορετική πάθηση.
δ. Αν οι ασθενείς, μετά την πάροδο των έξι (6) ή εννέα (9) ημερών, αντίστοιχα, δεν αποθεραπευθούν, ο υπηρεσιακός γιατρός μεριμνά για την παραπομπή τους σε Νοσοκομείο ή στην Επιτροπή αναρρωτικών αδειών, εφόσον για την πάθησή τους δεν απαιτείται νοσηλεία.
2. Τα όρια των έξι (6) ή εννέα (9) ημερών υπολογίζονται κατά περίπτωση, είτε η αποχή είναι συνεχής, είτε τμηματική, μέσα σε έναν μήνα από την έναρξη της πρώτης αποχής.
3. Όσοι εξέρχονται από το νοσοκομείο με ένδειξη χορήγησης αναρρωτικής άδειας, θεωρούνται ελεύθεροι υπηρεσίας από την ημέρα εξόδου τους, για πέντε (5) ημέρες, οπότε και παρουσιάζονται στην επιτροπή αναρρωτικών αδειών. Όταν στο εξιτήριο του νοσοκομείου αναγράφεται ότι ο ασθενής μπορεί να παραμείνει ελεύθερος υπηρεσίας, ο ασθενής μπορεί να παραμείνει ελεύθερος υπηρεσίας μέχρι έξι (6) ημέρες.
4. Οι ασθενείς ελεύθεροι υπηρεσίας απαγορεύεται να απομακρύνονται από την οικία τους χωρίς δικαιολογημένη αιτία. Για δικαιολογημένη απομάκρυνση από την περιφέρεια της υπηρεσίας τους, που είναι η κατοικία τους απαιτείται άδεια του προϊσταμένου της υπηρεσίας στην οποία υπηρετούν, που χορηγείται ύστερα από γνωμάτευση του υπηρεσιακού γιατρού».
3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 122 του Π.Δ. 210/1992 (Α΄ 99) αντικαθίσταται ως εξής: «2. Η παραπάνω επιτροπή έχει ως αρμοδιότητα να χορηγεί στο προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος που πάσχει από μία ή περισσότερες παθήσεις τις εξής αναρρωτικές άδειες:
α. Μέχρι δεκαπέντε (15) ημέρες αρχικά.
β. Μέχρι δεκαπέντε (15) ημέρες ακόμα σε περίπτωση μη αποθεραπείας ή άλλης ασθένειας.
γ. Σε περίπτωση που η πάθηση του ασθενή απαιτεί την παραμονή του σε αναρρωτική άδεια πέραν του χρόνου των τριάντα (30) ημερών, δύναται να χορηγηθεί αναρρωτική άδεια συνολικά μέχρι εξήντα (60) ημέρες. Αν η πάθηση του ασθενή απαιτεί περαιτέρω παραμονή σε αναρρωτική άδεια, αυτή θα αξιολογείται από την Αναθεωρητική Επιτροπή του Στρατού. Η αναρρωτική άδεια μπορεί να διανυθεί και στην αλλοδαπή ύστερα από έγκριση της αρμόδιας υπηρεσίας, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις για τις άδειες του προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος. Οι επιστρέφοντες από αναρρωτικές άδειες εκτός των μακρών υποχρεούνται να παρουσιάζονται στον εκτελούντα την Υγειονομική Υπηρεσία γιατρό, ο οποίος αποφαίνεται εάν είναι ικανοί να αναλάβουν υπηρεσία ή όχι.
δ. Σε περίπτωση που για την ίαση ή αποθεραπεία πάθησης ασθενούς δεν κρίνεται απαραίτητη η χορήγηση αναρρωτικής άδειας, με απόφαση της οικείας Επιτροπής, τίθεται αυτός σε ελαφρά υπηρεσία, για χρονικό διάστημα μέχρι δύο (2) μήνες, συνολικά ή τμηματικά. Το ίδιο δικαίωμα έχει και η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή Πυροσβεστικού Σώματος για τις περιπτώσεις που παραπέμπονται σε αυτήν και για χρονικό διάστημα μέχρι τρείς (3) μήνες, συνολικά ή τμηματικά. Υπάλληλος του πυροσβεστικού προσωπικού που τίθεται σε ελαφρά υπηρεσία εκτελεί όλες τις υπηρεσίες και τα καθήκοντα που επιτρέπει η κατάσταση της υγείας του, εκτός από υπηρεσίες εξόδων πυρκαγιάς».
Όταν πρόκειται να συναφθούν συμβάσεις από το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη εκτιμώμενης αξίας μεγαλύτερης των τριάντα εκατομμυρίων (30.000.000) ευρώ, οι οποίες, εν όψει της φύσης ή του αντικειμένου τους, απαιτούν την υποστήριξη της αναθέτουσας αρχής από εξειδικευμένους συμβούλους οποιασδήποτε ειδικότητας, όπως, ιδίως, τεχνικού, νομικού, οικονομικού και συμβούλου οργάνωσης, επιτρέπεται η ανάθεση των εν λόγω υπηρεσιών συμβούλων έναντι συνολικής αμοιβής μέχρι των ορίων των περιπτώσεων β΄ και γ΄, κατά περίπτωση, του άρθρου 5 του ν. 4412/2016 με προσφυγή σε διαδικασία διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση προκήρυξης και με ανάρτηση της πρόσκλησης του καλούμενου φορέα στην ιστοσελίδα της αναθέτουσας αρχής.
Η παράγραφος 7 του άρθρου 22 του ν. 4139/2013 (Α΄ 74) αντικαθίσταται ως εξής:
«7. Οι εγκεκριμένοι φορείς του άρθρου 51, καθώς και οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης α΄ και β΄ βαθμού μπορεί να λειτουργούν Χώρους Εποπτευόμενης Χρήσης (ΧΕΧ). Στους Χώρους Εποπτευόμενης Χρήσης παρέχονται υπηρεσίες για την ασφαλέστερη χρήση ναρκωτικών ουσιών και τη μείωση της βλάβης και των αρνητικών συνεπειών που συνδέονται με τη χρήση ναρκωτικών. Σκοπός λειτουργίας των ΧΕΧ είναι η προαγωγή της υγείας των ενεργών χρηστών, η προστασία της δημόσιας υγείας, η μείωση του επιπολασμού των μολυσματικών ασθενειών στον πληθυσμό των τοξικοεξαρτημένων, η πρόληψη και η έγκαιρη παρέμβαση για την αντιμετώπιση της υπερδοσολογίας, η μείωση της δημόσιας όχλησης, η κινητοποίηση των χρηστών και η προετοιμασία τους για ένταξη σε προγράμματα θεραπείας. Οι Χώροι Εποπτευόμενης Χρήσης δύναται να λειτουργούν και υπό τη μορφή κινητών μονάδων. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας των ΧΕΧ, τα θέματα στελέχωσης και στέγασης, η δημιουργία, η τήρηση και η λειτουργία του Μητρώου Καταγραφής Ληπτών Υπηρεσιών τους, το είδος, ο τύπος και οι προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας των κινητών μονάδων και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Οι Χώροι Εποπτευόμενης Χρήσης λειτουργούν, ύστερα από άδεια που χορηγείται με απόφαση του Υπουργού Υγείας. Η κατοχή και η χρήση ναρκωτικών ουσιών από τα άτομα που λαμβάνουν τις υπηρεσίες των ΧΕΧ και εντός των παραπάνω Εποπτευόμενων Χώρων Χρήσης δεν αποτελεί άδικη πράξη.».