Βλέπετε τις εγγραφές : 1 - 50, σε σύνολο 81
Μαζική έκρηξη
Ορισμός 1: Η έκρηξη που επηρεάζει στιγμιαία ολόκληρη τη γόμωση του εκρηκτικού.
Μακροπρόθεσμος στόχος
Ορισμός 1: Επίπεδο που πρέπει να επιτευχθεί μακροπρόθεσμα, εκτός εάν αυτό είναι ανέφικτο με ανάλογα μέτρα, για να εξασφαλισθεί η αποτελεσματική προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος.
Μεγάλης κλίμακας σταθερά βιομηχανικά εργαλεία
Ορισμός 1: Μεγάλης κλίμακας συναρμολόγημα μηχανημάτων, εξοπλισμού και/ή εξαρτημάτων που λειτουργούν από κοινού για μια ειδική εφαρμογή, εγκαθίστανται και απεγκαθίστανται από ειδικούς σε συγκεκριμένη θέση, και χρησιμοποιούνται και συντηρούνται από επαγγελματίες σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις ή σε εγκαταστάσεις έρευνας και ανάπτυξης.
Μεγάλης κλίμακας σταθερή εγκατάσταση
Ορισμός 1: Ένας μεγάλης κλίμακας συνδυασμός διάφορων τύπων συσκευών και, ενδεχομένως, άλλων διατάξεων, που συναρμολογούνται και εγκαθίστανται από επαγγελματίες, και προορίζονται να χρησιμοποιούνται μονίμως σε έναν προκαθορισμένο ειδικό χώρο, και απεγκαθίστανται από επαγγελματίες.
Μεγάλο ατύχημα
Ορισμός 1: Συμβάν, όπως μεγάλη διαρροή, πυρκαγιά ή έκρηξη που προκύπτει από ανεξέλεγκτες εξελίξεις κατά τη λειτουργία οποιασδήποτε εγκατάστασης που υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης, το οποίο προκαλεί σοβαρούς κινδύνους, άμεσους ή απώτερους, για την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον, εντός ή εκτός της εγκατάστασης και σχετίζεται με μία ή περισσότερες επικίνδυνες ουσίες·
Μεγάλος κίνδυνος «major hazard»
Ορισμός 1: Σημαίνει κατάσταση που είναι πιθανόν να οδηγήσει σε σοβαρό ατύχημα.
Μέγεθος επιχείρησης
Ορισμός 1: Tο μέγεθος αυτής, στον ελεγχόμενο τόπο εργασίας, ανάλογα με τον αριθμό εργαζομένων που απασχολεί σε αυτόν. Συγκεκριμένα διακρίνεται, σε μεγάλη, μεσαία και μικρή επιχείρηση ως κατωτέρω στην παρ. 3 του παρόντος άρθρου και λαμβάνεται υπόψη για την επιβολή προστίμων για παραβάσεις οι οποίες κατηγοριοποιούνται στην παρούσα ως Γενικές.
Μέγιστη επιτρεπόμενη πίεση λειτουργίας (Pmo)
Ορισμός 1: Η μέγιστη επιτρεπόμενη πίεση εντός του συστήματος, υπό συνθήκες λειτουργίας, που είναι πάντα ίση ή μικρότερη της πίεσης σχεδιασμού (DP - Design Pressure).
Μείγμα
Ορισμός 1: Μείγμα ή διάλυμα που αποτελείται από δύο ή περισσότερες ουσίες·
Μείγμα Φυσικού Αερίου/Βιομεθανίου
Ορισμός 1: Το αέριο καύσιμο που προκύπτει από την έγχυση βιομεθανίου στο φυσικό αέριο, σύμφωνα με το εκάστοτε ισχύον θεσμικό πλαίσιο.
Μείζων ανωμαλία
Ορισμός 1: Bλέπε δυσπλασία
Μελέτη
Ορισμός 1: Το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής εργασίας και έρευνας σε συγκεκριμένο απλό ή σύνθετο γνωστικό αντικείμενο, που αποβλέπει ιδίως στην παραγωγή έργου ή στην επέμβαση σε έργο ή αφορά στον σχεδιασμό και την απεικόνιση έργου ή παραγωγικής διαδικασίας ή σε μεθόδους χωρικού σχεδιασμού και ανάπτυξης.
Μελέτη ενεργητικής πυροπροστασίας
Ορισμός 1: Η μελέτη που συντάσσεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις για την πυροπροστασία για κτίρια, επιχειρήσεις - εγκαταστάσεις που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των κανονισμών πυροπροστασίας κτιρίων (π.δ. 41/2018 (Α’ 80) ή π.δ. 71/1988 (Α’ 32), η οποία συντάσσεται με βάση τη μελέτη παθητικής πυροπροστασίας (άρθρο 40 ν. 4495/2017).
Μελέτη προσβασιμότητας
Ορισμός 1: Η μελέτη που περιγράφει τις απαραίτητες διαμορφώσεις, κατασκευές, εγκαταστάσεις και λοιπά στοιχεία για την εξασφάλιση της προσβασιμότητας σε άτομα με κάθε μορφής αναπηρία ή/και εμποδιζόμενα άτομα και αποτελεί μέρος της Αρχιτεκτονικής Μελέτης κάθε νέου έργου ή έργου προσαρμογής ή ανάπλασης που αφορά σε κτίριο ή υπαίθριο χώρο. Ανάλογα με το είδος του έργου διακρίνονται 2 κατηγορίες μελετών προσβασιμότητας:
α. η Μελέτη Προσβασιμότητας Κτιριακού Έργου και
β. η Μελέτη Προσβασιμότητας υπαίθριων δημόσιων ή ιδιωτικών κοινόχρηστων χώρων.
Μελέτη προσβασιμότητας κτιριακού έργου
Ορισμός 1: Η μελέτη προσβασιμότητας που περιγράφει τις απαραίτητες διαμορφώσεις, κατασκευές, εγκαταστάσεις και λοιπά στοιχεία για την εξασφάλιση της προσβασιμότητας κάθε νέου κτιρίου και του περιβάλλοντα χώρου αυτού ή κάθε υφιστάμενου κτιρίου και του περιβάλλοντα χώρου αυτού ώστε να καταστεί προσβάσιμο μετά από προσαρμογή. Η ανωτέρω μελέτη αποτελεί μέρος της Αρχιτεκτονικής Μελέτης του κτιρίου.
Μελέτη προσβασιμότητας υπαίθριων δημόσιων κοινόχρηστων χώρων
Ορισμός 1: Η μελέτη που περιγράφει τις απαραίτητες διαμορφώσεις, κατασκευές, εγκαταστάσεις και λοιπά στοιχεία για την εξασφάλιση της προσβασιμότητας εξωτερικών υπαίθριων δημόσιων κοινόχρηστων χώρων. Αφορά κάθε νέα μελέτη διαμόρφωσης ή μελέτη ανάπλασης και αποτελεί μέρος της Αρχιτεκτονικής Μελέτης διαμόρφωσης ή ανάπλασης εξωτερικών υπαίθριων δημόσιων κοινόχρηστων χώρων.
Μελέτη πυροπροστασίας
Ορισμός 1: Η μελέτη που συντάσσεται για κτίρια, επιχειρήσεις - εγκαταστάσεις που υπάγονται στις λοιπές κανονιστικές διατάξεις πυροπροστασίας, εξαιρουμένων αυτών που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των κανονισμών πυροπροστασίας κτιρίων (π.δ. 41/2018 (Α’ 80) ή π.δ. 71/1988 (Α’ 32).
Μελέτη τεχνικού έργου
Ορισμός 1: Η μελέτη του τεχνικού έργου προσδιορίζει τις ακριβείς τεχνικές εργασίες, μεθόδους και υλικά που απαιτούνται καθώς και την απαιτούμενη δαπάνη κατασκευών. Χαρακτηρίζεται επίσης κάθε ερευνητική εργασία, μέθοδος καθώς και κάθε εργασία προγραμματισμού που σχετίζονται με το τεχνικό έργο.
Μελετητής
Ορισμός 1: Πρόσωπο που συμβάλλεται με τον κύριο του έργου ή τον εργολάβο και εκπονεί τη μελέτη του έργου
Ορισμός 2: Πρόσωπο που με σύμβαση με τον κύριο του έργου έχει εκπονήσει τη μελέτη του τεχνικού έργου, η οποία έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή.
Μελετητής μέτρων υγιεινής και ασφάλειας
Ορισμός 1: Πρόσωπο το οποίο συμβάλλεται µε τον κύριο του έργου και έχει εκπονήσει τη μελέτη των απαιτουμένων μέτρων υγιεινής και ασφάλειας και του σχεδίου διαφυγής και διάσωσης των εργαζομένων σε περίπτωση ανάγκης.
Μεμονωμένη έγκριση
Ορισμός 1: Η διαδικασία με την οποία η αρμόδια Αρχή πιστοποιεί ότι ένα συγκεκριμένο μηχάνημα έργων ή όχημα ειδικής κατηγορίας πληρεί τις σχετικές διοικητικές διατάξεις και τεχνικές απαιτήσεις. Η μεμονωμένη έγκριση τύπου δεν είναι προσωποπαγής.
Μέσα αποθήκευσης CNG/CBG/BioCNG
Ορισμός 1: Οι συστοιχίες κατάλληλων δεξαμενών ή κυλίνδρων που είναι σχεδιασμένα για την ασφαλή αποθήκευση συμπιεσμένου φυσικού αερίου/βιομεθανίου/Μείγματος φυσικού αερίου - βιομεθανίου (CNG/CBG/BioCNG) στα πρατήρια, με σκοπό την πλήρωση/εφοδιασμό τροχοφόρων οχημάτων. Τα μέσα αποθήκευσης CNG/CBG/BioCNG τροφοδοτούνται από το κεντρικό δίκτυο CNG/CBG/BioCNG μέσω του συμπιεστή.
Μέσα Ατομικής Προστασίας (ΜΑΠ)
Ορισμός 1: Βλέπε: εξοπλισμός ατομικής προστασίας
Ορισμός 2: Μάσκα (απλή χειρουργική ή πάνινη/υφασμάτινη), γάντια μιας χρήσης. Ειδικά για το προσωπικό της υπηρεσίας υποδοχής, μπορεί να γίνεται χρήση προσωπείου/ασπίδας προσώπου.
Μέσος χρόνος αύξησης της πίεσης
Ορισμός 1: O μέσος όρος των μετρούμενων χρόνων σε ένα υπό δοκιμή μίγμα για την αύξηση της πίεσης από 650 kPa σε 2070 kPa πάνω από την ατμοσφαιρική πίεση.
Μεταβιβάζων
Ορισμός 1: Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο, λόγω μεταβίβασης κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 348 (Πεδίο εφαρμογής), χάνει την ιδιότητα του εργοδότη στην επιχείρηση, την εγκατάσταση ή το τμήμα επιχείρησης ή εγκατάστασης.
Μετακινούμενος εργαζόμενος
Ορισμός 1: Κάθε εργαζόμενος ο οποίος απασχολείται ως μέλος του ταξιδεύοντος ή ιπταμένου προσωπικού μιας επιχείρησης η οποία παρέχει υπηρεσίες μεταφορών επιβατών ή εμπορευμάτων οδικώς, αεροπορικώς ή δια μέσου εσωτερικών πλωτών οδών.
Ορισμός 2: Κάθε εργαζόμενος, ο οποίος ανήκει στο μετακινούμενο προσωπικό, συμπεριλαμβανομένων των ασκουμένων και των μαθητευομένων, και ο οποίος είναι στην υπηρεσία μιας επιχείρησης που εκτελεί, για λογαριασμό τρίτου ή για ίδιο λογαριασμό, οδικές μεταφορές επιβατών ή εμπορευμάτων.
Μεταλλαξιγόνος παράγοντας
Ορισμός 1: Ουσία ή μείγμα που πληροί τα κριτήρια κατάταξης ως μεταλλαξιγόνο των γεννητικών κυττάρων κατηγορίας 1Α ή 1Β που παρατίθεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 1272/2008.
Μεταλλείο
Ορισμός 1: Ο υπόγειος ή επιφανειακός χώρος εξόρυξης μεταλλευμάτων (βωξίτης, νικέλιο, μεικτές θειούχες μεταλλικές ενώσεις, λευκόλιθος, χουντίτης, χρωμίτης, άστριοι). Στη συνολική έκταση που καταλαμβάνει ένα μεταλλείο συνυπολογίζεται και η ευρύτερη έκταση της Παραχώρησης Μεταλλείου ή του χώρου που αναφέρεται στη σχετική σύμβαση εκμίσθωσης σε περίπτωση Δημόσιου Μεταλλευτικού Χώρου, εντός της οποίας δύναται να ασκηθεί το δικαίωμα έρευνας και εκμετάλλευσης ορυκτών. Η νόμιμη λειτουργία του μεταλλείου αποδεικνύεται με την ύπαρξη Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ) και την εγκεκριμένη τεχνική μελέτη εκμετάλλευσης, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
Μεταλλευτικές ή λατομικές εργασίες
Ορισμός 1: Οι εργασίες που εκτελούνται κυρίως με διατρητικά ή γεωτρητικά ή εξορυκτικά ή και άλλα μηχανικά μέσα και που συμβάλλουν άμεσα ή έμμεσα, στον εντοπισμό κοιτασμάτων ορυκτών υλών, όπως αυτές ορίζονται από την κείμενη νομοθεσία, καθώς και οι εργασίες που, άμεσα ή έμμεσα συμβάλλουν στην εκμετάλλευση ή επεξεργασία ή γενικότερα αξιοποίηση των ορυκτών υλών κάθε μεταλλευτικού ή λατομικού χώρου, για τις οποίες έχουν χορηγηθεί οι απαιτούμενες από την κείμενη νομοθεσία άδειες ή εγκρίσεις.
Μεταλλευτικοί χώροι
Ορισμός 1: Οι χώροι για τους οποίους έχουν χορηγηθεί Προκαταρτικά Δικαιώματα Μεταλλειοκτησίας (Άδειες Μεταλλευτικών Ερευνών), οι Παραχωρήσεις Μεταλλείων, οι «Άδειες Εξόρυξης», οι Παραχωρήσεις Μεταλλείων με Φιρμάνια, τα Δημόσια Μεταλλεία, οι Ερευνητέες από το Δημόσιο Περιοχές, τα Γεωθερμικά Πεδία, και αυτοί που χαρακτηρίζονται από την κείμενη νομοθεσία.
Μετατροπή
Ορισμός 1: Η αλλαγή, με οποιονδήποτε τρόπο, του είδους και της αποστολής του πλοίου, η μεταβολή της μεταφορικής του ικανότητας και των τρόπων φορτοεκφόρτωσης, εφόσον συνεπάγονται ριζικές αλλαγές στο περίβλημα, στους χώρους φορτίου ή επιβατών, στο προωστήριο σύστημα ή στα συστήματα ασφάλειας του πλοίου.
Μετατροπή αζώτου
Ορισμός 1: H τελική αποικοδόμηση από μικροοργανισμούς οργανικής ύλης που περιέχει άζωτο, μέσω των διεργασιών της αμμωνιοποίησης και νιτροποίησης, στο αντίστοιχο ανόργανο τελικό νιτρικό προϊόν.
Μετατροπή άνθρακα
Ορισμός 1: H αποικοδόμηση από μικροοργανισμούς οργανικής ύλης για το σχηματισμό διοξειδίου του άνθρακα ως τελικού ανόργανου προϊόντος.
Μεταφερόμενος εξοπλισμός υπό πίεση
Ορισμός 1: α) κάθε δοχείο πίεσης, οι στρόφιγγες και τα λοιπά εξαρτήματα κατά περίπτωση, όπως προβλέπει το κεφάλαιο 6.2 των παραρτημάτων της κοινής υπουργικής απόφασης 35043/2524/2010 (Β΄1385)·
β) δεξαμενές, οχήματα−συστοιχίες, βαγόνια - συστοιχίες, εμπορευματοκιβώτια αερίων πολλαπλών στοιχείων (MEGCs), οι στρόφιγγες και τα λοιπά εξαρτήματα κατά περίπτωση, όπως προβλέπει το κεφάλαιο 6.8 των παραρτημάτων της κοινής υπουργικής απόφασης 35043/2524/2010 (Β΄1385)·
όταν ο εξοπλισμός που εμπίπτει στα στοιχεία α) ή β) χρησιμοποιείται σύμφωνα με τα εν λόγω παραρτήματα της κοινής υπουργικής απόφασης 35043/2524/2010 (Β΄1385) για τη μεταφορά αερίων κλάσης 2, εξαιρουμένων αερίων ή ειδών με τους αριθμούς 6 και 7 στον κωδικό ταξινόμησης, καθώς και για τις μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων άλλων κλάσεων που προσδιορίζονται με το παράρτημα I της παρούσας·
Μεταφορά φορτίων χύμα (Carriage in bulk)
Ορισμός 1: Η μεταφορά μη συσκευασμένων στερεών ή ειδών σε οχήματα ή εμπορευματοκιβώτια.
Μεταφορική ταινία
Ορισμός 1: Προσωρινώς εγκαθιστάμενο μηχάνημα κατάλληλο για τη μεταφορά υλικού μέσω ταινίας κινούμενης από κινητήρα.
Μεταφόρτωση
Ορισμός 1: Η φόρτωση των αποβλήτων από μέσο μεταφοράς, μέσω κινητής μονάδας ή μόνιμης εγκατάστασης, σε άλλο μέσο μεταφοράς. Η μεταφόρτωση μέσω κινητών μονάδων αποτελεί εργασία μεταφοράς, ενώ η μόνιμη εγκατάσταση μεταφόρτωσης αποτελεί εργασία αποθήκευσης.
Μετεμβρυοτοξικότητα
Ορισμός 1: Eπιβλαβής επίδραση στη φυσιολογική δομή, ανάπτυξη, αύξηση και//ή βιωσιμότητα ενός διαμορφωμένου εμβρύου.
Μετεωρολογική πρόγνωση
Ορισμός 1: Η πρόγνωση επικράτησης μετεωρολογικών συνθηκών που ευνοούν ή όχι τη συσσώρευση ρύπανσης αιωρούμενων σωματιδίων (ΑΣ10), η οποία γίνεται από την Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία (Ε.Μ.Υ.).
Μέτρα αποκατάστασης
Ορισμός 1: Οποιαδήποτε δράση, ή συνδυασμός δράσεων, συμπεριλαμβανομένων των διορθωτικών ή προσωρινών μέτρων ή μέτρων περιορισμού της ζημίας, για την αποκατάσταση, την επανόρθωση ή την αντικατάσταση των φυσικών πόρων ή/και υπηρεσιών που υπέστησαν ζημία, ή για την εξασφάλιση εναλλακτικών δυνατοτήτων ισοδύναμων προς τους εν λόγω πόρους ή υπηρεσίες, όπως προβλέπεται στο Παράρτημα II (ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΖΗΜΙΑΣ) του άρθρου 21.
Μέτρα ασφαλείας
Ορισμός 1: Όλα τα μέτρα που αφορούν σε ναυπηγοεπισκευαστικά έργα και προβλέπονται από τις διατάξεις που ισχύουν για την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας.
Ορισμός 2: Όλα τα μέτρα που αφορούν σε τεχνικά έργα που προβλέπονται από τις διατάξεις που ισχύουν εκάστοτε για την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας.
Μετρητής εύφλεκτων αερίων
Ορισμός 1: Όργανο που μετρά την περιεκτικότητα των εύφλεκτων αερίων.
Μετριασμός της κλιματικής αλλαγής
Ορισμός 1: Η ανθρωπογενής παρέμβαση για τη μείωση των εκπομπών ή την αύξηση των απορροφήσεων.
Μετρούμενη στάθμη ακουστικής ισχύος
Ορισμός 1: Η στάθμη ακουστικής ισχύος που καθορίζεται με τις μετρήσεις που εκτίθενται στο παράρτημα ΙΙI οι μετρούμενες τιμές είναι δυνατόν να καθορίζονται είτε από ένα μηχάνημα αντιπροσωπευτικό του τύπου του εξοπλισμού είτε από το μέσο όρο αριθμού μηχανημάτων.
Μη εκτεθειμένες τοποθεσίες αστικού χαρακτήρα
Ορισμός 1: Τοποθεσίες σε αστικές περιοχές στις οποίες τα επίπεδα είναι αντιπροσωπευτικά της έκθεσης ολόκληρου του αστικού πληθυσμού.
Μη επικίνδυνα απόβλητα
Ορισμός 1: Τα απόβλητα που δεν καλύπτονται από την παρ. 2 (Επικίνδυνα απόβλητα)..
Μη επικίνδυνη περιοχή
Ορισμός 1: Μια περιοχή στην οποία δεν αναμένονται να παρουσιαστούν επικίνδυνες ατμόσφαιρες ώστε να µην απαιτούνται ειδικές προφυλάξεις για τις κατασκευές και για τη χρήση ηλεκτρικών συσκευών.
Μη κλινική μελέτη για την ασφάλεια της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος ή μελέτη
Ορισμός 1: Ένα πείραμα ή μια σειρά πειραμάτων με τα οποία ένα ελεγχόμενο στοιχείο εξετάζεται στο εργαστήριο ή στο περιβάλλον για να συγκεντρωθούν στοιχεία σχετικά με τις ιδιότητες ή/και την ασφάλειά του τα οποία θα υποβληθούν στις αρμόδιες για κανονιστικές ρυθμίσεις αρχές.
Μη οδικά κινητά μηχανήματα που διατίθενται αποκλειστικά για επαγγελματική χρήση
Ορισμός 1: Μηχανήματα με ενσωματωμένη πηγή ενέργειας ή με σύστημα μετάδοσης κίνησης έλξης που τροφοδοτούνται από εξωτερική πηγή ενέργειας η λειτουργία των οποίων απαιτεί είτε κινητικότητα είτε συνεχή ή ημισυνεχή κίνηση μεταξύ μιας σειράς σταθερών σημείων εργασίας κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης των εργασιών και που διατίθενται αποκλειστικά για επαγγελματική χρήση.
Μη παραγωγική εγκατάσταση «Μ.Π.Εγκ.»
Ορισμός 1: Σημαίνει εγκατάσταση εκτός εκείνης που χρησιμοποιείται για την παραγωγή.