Ορισμός 1: Τα καύσιμα ή οι πηγές ενέργειας που χρησιμεύουν, έστω και εν μέρει, ως υποκατάστατο του ορυκτού πετρελαίου στον ενεργειακό εφοδιασμό στις μεταφορές και έχουν τη δυνατότητα να συμβάλουν στην απαλλαγή των μεταφορών από τις εκπομπές άνθρακα, ενισχύοντας τις περιβαλλοντικές επιδόσεις του εν λόγω τομέα. Σε αυτά περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων:
i) η ηλεκτρική ενέργεια,
ii) το υδρογόνο,
iii) τα βιοκαύσιμα, όπως ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 4062/2012 (Α ́ 70) και εξειδικεύονται στην παρ. 8 του άρθρου 2 του ν. 3468/2006 (Α ́ 129),
iv) τα συνθετικά και παραφινικά καύσιμα,
v) το φυσικό αέριο, συμπεριλαμβανομένου του βιομεθανίου, σε αέρια μορφή (συμπιεσμένο φυσικό αέριο) και σε υγροποιημένη μορφή (υγροποιημένο φυσικό αέριο) και το υγροποιημένο πετρελαϊκό αέριο (υγραέριο).