Βλέπετε τις εγγραφές : 201 - 250, σε σύνολο 1064
Βεβαίωση καταλληλότητας
Ορισμός 1: Η διαδικασία με την οποία η αρμόδια Αρχή πιστοποιεί ότι ένας τύπος μηχανήματος έργων που δεν υπάγεται σε διαδικασία έγκρισης τύπου, τηρεί τις σχετικές διοικητικές διατάξεις και τεχνικές απαιτήσεις προκειμένου να εκδοθεί δελτίο ταξινόμησης και να χορηγηθεί άδεια και πινακίδες κυκλοφορίας για τον σκοπό ταυτοποίησης του μηχανήματος. Η βεβαίωση καταλληλότητας δεν είναι προσωποπαγής.
Βεβαίωση Καταλληλότητας Γηπέδου Υποσταθμού ή Βεβαίωση Καταλληλότητας
Ορισμός 1: Η Βεβαίωση που εκδίδεται από τον Διαχειριστή του Συστήματος, σύμφωνα με την οποία το προτεινόμενο γήπεδο για την εγκατάσταση του Υποσταθμού είναι κατάλληλο.
Βεβαίωση Καταχώρησης Πολυγώνου Εξαιρούμενου Σταθμού
Ορισμός 1: Η βεβαίωση η οποία εκδίδεται από τον Φορέα Αδειοδότησης του άρθρου 20 του ν. 4685/2020 (Α΄ 92) , μετά την ενημέρωσή του από τον κάτοχο του εξαιρούμενου σταθμού σχετικά με την ακριβή θέση εγκατάστασης του σταθμού και τη γεωγραφική απεικόνιση αυτού στο γεωπληροφοριακό σύστημα του ίδιου άρθρου.
Βεβαίωση Περάτωσης Δοκιμαστικής Λειτουργίας (Β.Π.Δ.Λ.)
Ορισμός 1: Η βεβαίωση που εκδίδει ο αρμόδιος Διαχειριστής και με την οποία πιστοποιείται ότι έχουν ολοκληρωθεί οι κατασκευές του σχετικού δικτύου σύνδεσης του σταθμού και των λοιπών αναγκαίων εγκαταστάσεων του παραγωγού για την πραγματοποίηση της σύνδεσης, με τήρηση των ελάχιστων προδιαγραφών των έργων σύνδεσης ή επέκτασης, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/631 της Επιτροπής της 14ης Απριλίου 2016 «για τη θέσπιση κώδικα δικτύου, όσον αφορά τις απαιτήσεις για τη σύνδεση ηλεκτροπαραγωγών με το δίκτυο» (L 112) και τους Κώδικες Διαχείρισης του Συστήματος ή του Δικτύου ή των Μ.Δ.Ν., και ότι έχει περατωθεί η φάση της δοκιμαστικής λειτουργίας του σταθμού, σύμφωνα με το άρθρο 27 του παρόντος.
Βεβαίωση πληρότητας αίτησης
Ορισμός 1: Η βεβαίωση η οποία εκδίδεται από τον αρμόδιο Διαχειριστή, σύμφωνα με το άρθρο 5, και με την οποία πιστοποιείται η ημερομηνία κατά την οποία η αίτηση του ενδιαφερομένου για χορήγηση Οριστικής Προσφοράς Σύνδεσης, κατέστη πλήρης.
Βεβαίωση τεκμηρίωσης νόμιμης χρήσης
Ορισμός 1: Η βεβαίωση, η οποία εκδίδεται από δικηγόρο της επιλογής του ενδιαφερομένου έπειτα από έλεγχο της νόμιμης χρήσης του γηπέδου ή του χώρου εγκατάστασης του σταθμού Α.Π.Ε. ή Σ.Η.Θ.Υ.Α. ή/και σταθμού αποθήκευσης, εφόσον πρόκειται για ιδιωτική έκταση.
Βενζίνη
Ορισμός 1: Διυλισμένο πετρελαιοειδές Κατηγορίας Ι, κατάλληλο για τη χρήση σαν καύσιμο μηχανών ανάφλεξης με σπινθήρα.
Βία και παρενόχληση
Ορισμός 1: Στον κόσμο της εργασίας αναφέρεται σε μια σειρά από απαράδεκτες μορφές συμπεριφοράς και πρακτικές, ή απειλές αυτών, είτε εκδηλώνονται μεμονωμένα ή κατ’ επανάληψη, που αποσκοπούν, οδηγούν, ή ενδέχεται να οδηγήσουν σε σωματική, ψυχολογική, σεξουαλική ή οικονομική βλάβη και περιλαμβάνει την έμφυλη βία και παρενόχληση.
Βία στην εργασία
Ορισμός 1: Επιθετική συμπεριφορά, σωματική, ψυχολογική ή λεκτική βία λόγω φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου, εντός εργασιακού χώρου, κατά τη διάρκεια και εξ αφορμής της εργασίας.
Βιβλίο συμβάντων - COVID-19
Ορισμός 1: Βιβλίο (μη θεωρημένο), το οποίο περιλαμβάνει την καταγραφή περιστατικών που συνδέονται με την πρόληψη ή αντιμετώπιση πιθανού κρούσματος.
Βιοαποδομήσιμα απόβλητα
Ορισμός 1: Κάθε απόβλητο που μπορεί να υποστεί αναερόβια ή αερόβια αποσύνθεση, όπως είναι τα απόβλητα τροφών και κηπουρικής, το χαρτί και το χαρτόνι.
Βιοκτόνο
Ορισμός 1: Κάθε ουσία ή μείγμα, στη μορφή υπό την οποία παραδίδεται στον χρήστη, που περιέχει, παράγει ή αποτελείται από μια ή περισσότερες δραστικές ουσίες και προορίζεται να καταστρέφει, να εμποδίζει, να καθιστά αβλαβή, να προλαμβάνει τη δράση ή να ασκεί άλλη περιοριστική δράση σε οποιονδήποτε επιβλαβή οργανισμό με οποιοδήποτε μέσο πέραν της απλής φυσικής ή μηχανικής δράσης.
Ορισμός 2: Κάθε ουσία ή μείγμα, που παράγεται από ουσίες ή μείγματα που δεν εμπίπτουν τα ίδια στην πρώτη περίπτωση, το οποίο θα χρησιμοποιείται με σκοπό να καταστρέφει, να εμποδίζει, να καθιστά αβλαβή, να προλαμβάνει τη δράση ή να ασκεί άλλη περιοριστική δράση σε οποιονδήποτε επιβλαβή οργανισμό με οποιοδήποτε μέσο πέραν της απλής φυσικής ή μηχανικής δράσης.
Ορισμός 3: Κατεργασμένο αντικείμενο που λειτουργεί κυρίως ως βιοκτόνο θεωρείται βιοκτόνο.
Βιολογική /Τεχνική ονομασία (Biological/ technical name)
Ορισμός 1: Κάθε ονομασία που χρησιμοποιείται επί του παρόντος σε επιστημονικά και τεχνικά εγχειρίδια, περιοδικά και κείμενα. Εμπορικές ονομασίες δεν θα χρησιμοποιούνται γι αυτό το σκοπό.
Βιολογική οριακή τιμή
Ορισμός 1: Το όριο της συγκέντρωσης, εντός του συγκεκριμένου βιολογικού μέσου, του εκάστοτε χημικού παράγοντα, του μεταβολίτη του, ή ενός δείκτη επίδρασης
Βιολογικοί παράγοντες
Ορισμός 1: Οι μικροοργανισμοί, μεταξύ των οποίων και οι γενετικά τροποποιημένοι, οι κυτταροκαλλιέργειες και τα ενδοπαράσιτα του ανθρώπου, που είναι δυνατόν να προκαλέσουν οποιαδήποτε μόλυνση, αλλεργία ή τοξικότητα.
Βιολογικός παράγοντας της ομάδας 1
Ορισμός 1: Ο βιολογικός παράγοντας που είναι απίθανο να προκαλέσει ασθένεια στον άνθρωπο.
Βιολογικός παράγοντας της ομάδας 2
Ορισμός 1: Είναι ο παράγοντας που μπορεί να προκαλέσει ασθένεια στον άνθρωπο και ενδέχεται να συνιστά κίνδυνο για τους εργαζόμενους, ενώ δεν υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να εξαπλωθεί στο κοινωνικό σύνολο. Γενικώς υπάρχει αποτελεσματική προληπτική ή θεραπευτική αγωγή.
Βιολογικός παράγοντας της ομάδας 3
Ορισμός 1: Είναι ο παράγοντας που μπορεί να προκαλέσει σοβαρή ασθένεια στον άνθρωπο και συνιστά σοβαρό κίνδυνο για τους εργαζόμενους. Ενδέχεται να υπάρχει κίνδυνος να διαδοθεί στο κοινωνικό σύνολο, αλλά, γενικώς υπάρχει αποτελεσματική προληπτική ή θεραπευτική αγωγή.
Βιολογικός παράγοντας της ομάδας 4
Ορισμός 1: Είναι ο παράγοντας που προκαλεί σοβαρή ασθένεια στον άνθρωπο και συνιστά σοβαρό κίνδυνο για τους εργαζόμενους, ενδέχεται να παρουσιάζει υψηλό κίνδυνο διάδοσης στο κοινωνικό σύνολο και για τον οποίο συνήθως δεν υπάρχει αποτελεσματική προληπτική ή θεραπευτική αγωγή.
Βιοµηχανικά απόβλητα
Ορισμός 1: Καλούνται ειδικώτερον τα απόβλητα υγρά των διαφόρων βιοµηχανιών ή άλλων εγκαταστάσεων, τα περιέχοντα ή µη υπολείµµατα των υπ’ αυτών χρησιµοποιουµένων ή παραγοµένων υλών, ουχί δε απόβλητα εκ χώρων εξυπηρετήσεως του προσωπικού, ως αποχωρητηρίων, λουτρών, πλυντηρίων, µαγειρείων.
Βιομηχανικά όργανα παρακολούθησης και ελέγχου
Ορισμός 1: Τα όργανα παρακολούθησης και ελέγχου που έχουν σχεδιαστεί αποκλειστικά για βιομηχανική ή επαγγελματική χρήση.
Βιώσιμη ανάπτυξη
Ορισμός 1: Ορίζονται οι οικονομικές δραστηριότητες, εμπορικές ή ανταλλακτικές, που προωθούν την αειφορία του περιβάλλοντος, την κοινωνική και οικονομική ισότητα, καθώς και την ισότητα των
φύλων, προστατεύουν και αναπτύσσουν τα κοινά αγαθά και προωθούν τη διαγενεακή και πολυπολιτισμική συμφιλίωση, δίνοντας έμφαση στις ιδιαιτερότητες των τοπικών κοινωνιών.
Βοηθητικές εργασίες με αμίαντο
Ορισμός 1: Οι εργασίες οι οποίες αφενός συνδέονται με τις εργασίες διαχείρισης αμιάντου και αφετέρου εκτιμάται ότι κατά τη διάρκεια εκτέλεσής τους οι εργαζόμενοι δύναται να εκτεθούν σε σκόνη αμιάντου ή αμιαντούχων υλικών [συναρμολόγηση και αποσυναρμολόγηση σταθερών ικριωμάτων, συντήρηση αντλιών τύπου NPU (Negative Pressure Unit) στο χώρο εκτέλεσης εργασιών διαχείρισης αμιάντου, καθαρισμός του χώρου εργασίας και του εξοπλισμού εργασίας, εργασίες αποκλεισμού της περιοχής που θα εκτελεστούν οι εργασίες διαχείρισης αμιάντου, συναρμολόγηση και αποσυναρμολόγηση μονάδας απορρύπανσης και σύνδεση/αποσύνδεση αυτής με την αποκλεισμένη περιοχή διαχείρισης αμιάντου.
Βοηθός (attendant)
Ορισμός 1: Εκπαιδευμένο άτομο που εργάζεται κάτω από την επίβλεψη ενός «χειριστή» για να βοηθάει στη λειτουργία μιας διάταξης ψυχαγωγίας που διατίθεται σε χρήση για το κοινό.
Βραχεία αποκατάσταση
Ορισμός 1: Περιλαμβάνει δράσεις μετά από μία καταστροφή με στόχο την αποκατάσταση ή τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης κατά τις πρώτες ώρες και ημέρες μετά την εκδήλωσή της.
Βρωμοχλωροδιφθορομεθάνιο (BCF)
Ορισμός 1: Ένας τύπος βαρέως αερίου που χρησιμοποιείται ως μέσο κατάσβεσης της πυρκαγιάς.
Γαλουχούσα εργαζόμενη
Ορισμός 1: Κάθε εργαζόμενη γυναίκα που γαλουχεί για χρονικό διάστημα μέχρι ένα έτος από τον τοκετό και έχει πληροφορήσει σχετικά τον εργοδότη της εφ' όσον τούτο απαιτείται για τη λήψη θετικού μέτρου υπέρ της γαλουχούσας.
Γειτονική εγκατάσταση
Ορισμός 1: Εγκατάσταση που βρίσκεται κοντά σε άλλη εγκατάσταση και σε απόσταση τέτοια που αυξάνει η επικινδυνότητα ή οι συνέπειες μεγάλου ατυχήματος·
Γερανοφόρα οχήματα
Ορισμός 1: Τα φορτηγά αυτοκίνητα, Δημοσίας ή Ιδιωτικής χρήσης, τα οποία φέρουν ανυψωτικό μηχανισμό σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας.
Γεωγραφικό πεδίο του ΕΜΕΡ
Ορισμός 1: Η περιοχή που καθορίζεται βάσει της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου της Σύμβασης του 1979 για τη διασυνοριακή ατμοσφαιρική ρύπανση σε μεγάλη απόσταση σχετικά με τη μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση του συντονισμένου προγράμματος συνεχούς επίβλεψης και αξιολόγησης της μεταφοράς ατμοσφαιρικών ρύπων σε μεγάλη απόσταση στην Ευρώπη (ΕΜΕΡ), που υιοθετήθηκε στη Γενεύη στις 28 Σεπτεμβρίου 1984.
Γήπεδο ασφαλείας Α/Γ ή γήπεδο ασφαλείας
Ορισμός 1: Το γήπεδο ασφαλείας του άρθρου 21.
Γήπεδο εγκατάστασης ή γήπεδο
Ορισμός 1: Το υποσύνολο του πολυγώνου, όπως αυτό έχει καταχωρηθεί στον γεωπληροφοριακό χάρτη του Φορέα Αδειοδότησης, σύμφωνα με το άρθρο 13 του ν. 4685/2020, εντός του οποίου χωροθετούνται οι μονάδες του σταθμού και για το οποίο ο κάτοχός του οφείλει να αποδείξει το νόμιμο δικαίωμα χρήσης αυτού. Το γήπεδο εγκατάστασης δύναται να αποτελείται από περισσότερα του ενός ακίνητα, για έκαστο των οποίων ο ενδιαφερόμενος οφείλει να τεκμηριώσει το δικαίωμα νόμιμης χρήσης. Το γήπεδο οριοθετείται με ορισμένο περίγραμμα και πίνακα συντεταγμένων.
Γνωστοποίηση
Ορισμός 1: Ως γνωστοποίηση ορίζεται η υποχρεωτική διαδικασία με την οποία ο ενδιαφερόμενος ενημερώνει εκ των προτέρων την αρμόδια αρχή για την έναρξη λειτουργίας της οικονομικής δραστηριότητας, την οποία προτίθεται να ασκήσει σε ορισμένο χώρο ή εγκατάσταση, χωρίς να απαιτείται εκ των προτέρων έλεγχος.
Γνωστοποίηση εκτέλεσης πρόσθετων εργασιών
Ορισμός 1: Η κατά το χρόνο ισχύος της οικοδομικής άδειας δήλωση του κυρίου του έργου, που συνοδεύεται από τεχνική έκθεση του εξουσιοδοτημένου επιβλέποντος μηχανικού, με την οποία ενημερώνει την οικεία Υ.ΔΟΜ. ότι προτίθεται να προβεί σε πρόσθετες εργασίες, που επιτρέπονται από τις πολεοδομικές διατάξεις αλλά εκτελούνται με δική του ευθύνη καθ’ υπέρβαση της οικοδομικής άδειας. Για τις πρόσθετες αυτές εργασίες, ο ιδιοκτήτης αναλαμβάνει με δική του ευθύνη την υποχρέωση να υποβάλει αίτηση για έκδοση άδειας αναθεώρησης, εντός δύο (2) μηνών.
Γνωστοποιούμενος σταθμός
Ορισμός 1: Ο σταθμός ο οποίος συνδέεται στο Δίκτυο, έπειτα από γνωστοποίηση του ενδιαφερομένου στον αρμόδιο Διαχειριστή, χωρίς να απαιτείται η χορήγηση Οριστικής Προσφοράς Σύνδεσης, σύμφωνα με το άρθρο 38.
Γονική άδεια
Ορισμός 1: Άδεια από την εργασία για τους εργαζόμενους γονείς λόγω της γέννησης ή υιοθεσίας παιδιού, ώστε να είναι δυνατή η επιμέλεια του τέκνου.
Γουρουνάκι (σωλήνωσης)
Ορισμός 1: Ένα εξάρτημα συσκευής σε σχήμα κυπέλλου από εύκαμπτο υλικό, που χρησιμοποιείται για να ξεχωρίζει διαδοχικές κατηγορίες προϊόντων σε σωληνώσεις πολλαπλών προϊόντων, ή που χρησιμοποιείται κινούμενο με αέρα ή αέριο, για τον καθαρισμό των σωληνώσεων από υγρά.
Γωνία ανάπαυσης
Ορισμός 1: Η μέγιστη γωνία κλίσης μη συνεκτικού (δηλαδή ελεύθερης ροής) κοκκώδους υλικού. Υπολογίζεται ως η γωνία μεταξύ ενός οριζόντιου επιπέδου και της κλίσης του κώνου αυτού του υλικού.
Δείγμα σκυροδέματος
Ορισμός 1: Μια μικρή ποσότητα σκυροδέματος που έχει ληφθεί σύμφωνα με το ΕΛΟΤ ΕΝ 12350.01 και είναι αντιπροσωπευτική του υπό έλεγχο φορτίου σκυροδέματος. Από κάθε δείγμα σκυροδέματος παρασκευάζονται ένα ή δύο ή τρία συμβατικά δοκίμια, όπως ορίζεται στα επιμέρους κεφάλαια αυτού του Κανονισμού, τα οποία ελέγχονται ως προς την αντοχή τους σε θλίψη.
Η συμβατική αντοχή σε θλίψη του δείγματος fi προκύπτει από τον μέσο όρο των συμβατικών αντοχών σε θλίψη των δοκιμίων αυτών. Στην περίπτωση λήψης ενός δοκιμίου από το δείγμα σκυροδέματος, η συμβατική αντοχή σε θλίψη του δείγματος συμπίπτει με τη συμβατική αντοχή σε θλίψη του δοκιμίου.
Δείκτης θορύβου
Ορισμός 1: Φυσικό μέγεθος για την περιγραφή του περιβαλλοντικού θορύβου, που σχετίζεται με επιβλαβείς επιδράσεις.
Δεξαμενές έρματος
Ορισμός 1: Οι δεξαμενές που περιέχουν θαλάσσερμα.
Δεξαμενή καυσίμων
Ορισμός 1: Η δεξαμενή, που περιέχει καύσιμα υγρά προοριζόμενα για τη λειτουργία των κυρίων και βοηθητικών μηχανών του πλοίου.
Δεξαμενή υπέργειος
Ορισμός 1: Δεξαμενή της οποίας κανένα μέρος δεν βρίσκεται κάτω από το επίπεδο του εδάφους, και η οποία δεν καλύπτεται από χώμα, άμμο ή άλλο παρόμοιο υλικό.
Δερματική διάβρωση
Ορισμός 1: Η πρόκληση μη αναστρέψιμης βλάβης του δέρματος, συγκεκριμένα εμφανούς νεκρώσεως που διαπερνά την επιδερμίδα φθάνοντας στο χόριο, μετά την εφαρμογή της ελεγχόμενης ουσίας για χρονικό διάστημα έως 4 ωρών. Τυπικές διαβρωτικές αντιδράσεις είναι τα έλκη, η αιμορραγία, οι εσχάρες αίματος και, στο τέλος της παρατήρησης μετά παρέλευση 14 ημερών, ο αποχρωματισμός λόγω λευκοδερμίας, επιφάνειες με τελεία αλωπεκία και ουλές. Για την αξιολόγηση αμφιβόλων βλαβών, θα πρέπει να μελετάται το ενδεχόμενο ιστοπαθολογικής εξέτασης.
Δερματικός ερεθισμός
Ορισμός 1: Η πρόκληση αναστρέψιμων βλαβών του δέρματος μετά την εφαρμογή της ελεγχόμενης ουσίας για χρονικό διάστημα έως 4 ωρών.
Δέσμη κυλίνδρων (πλαίσιο) (Bundle of cylinders (frame))
Ορισμός 1: Ένα μεταφερόμενο συγκρότημα κυλίνδρων που είναι αλληλοσυνδεδεμένα με διανομές και συγκρατούνται σταθερά μεταξύ τους.
Δευτερεύουσα δραστηριότητα βάσει των ακαθάριστων εσόδων έτους 2018
Ορισμός 1: Ο δευτερογενής ΚΑΔ επιχείρησης - εργοδότη όπου τα ακαθάριστα έσοδα ενεργού, κατά την 20/3/2020, όπως αυτά προκύπτουν από την αρχική δήλωση φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2018, είναι μεγαλύτερα από τα ακαθάριστα έσοδα που αντιστοιχούν στον κύριο ΚΑΔ στις 20/3/2020.
Δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ
Ορισμός 1: Η δήλωση που έχει εκδώσει ο κατασκευαστής σύμφωνα με το άρθρο 16.
Δηµόσια συστήµατα διαθέσεως
Ορισμός 1: Τα εξυπηρετούντα τον πληθυσµόν και τας εγκαταστάσεις εν γένει, Δήµων, Κοινοτήτων ή Οικισµών.
Δημόσια υγεία
Ορισμός 1: Όλα τα στοιχεία που συνδέονται με την υγεία, συγκεκριμένα η κατάσταση της υγείας, συμπεριλαμβανομένης της νοσηρότητας και αναπηρίας, οι καθοριστικοί παράγοντες που επιδρούν στην κατάσταση της υγείας, οι ανάγκες υγειονομικής περίθαλψης, οι πόροι που διατίθενται στην υγειονομική περίθαλψη, η παροχή υγειονομικής περίθαλψης και η πρόσβαση από όλους σε αυτήν καθώς και οι δαπάνες και η χρηματοδότηση της υγειονομικής περίθαλψης και οι αιτίες θνησιμότητας.