Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 1051 - 1100, σε σύνολο 12273
| ( | 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Benzocaine or ethyl-4-aminobenzoate
Μετάφραση: Βενζοκαΐνη ή αιθυλο-4-αμινοβενζοϊκός εστέρας

Όρος: benzofluoranthene 2,3- see benzo[b]fluoranthene
Μετάφραση:

Όρος: Benzoic acid or benzene carboxylic acid or benzeneformic acid or benzenemethanoic acid
Μετάφραση: Βενζοϊκό οξύ ή βενζολοκαρβοξυλικό οξύ ή βενζολοφορμικό οξύ ή βενζολομεθανοϊκό οξύ (C7H6CN)

Όρος: Benzoic acid vinyl ester
Μετάφραση: Βενζοϊκός βινυλεστέρας

Όρος: Benzoic aldehyde see benzaldehyde
Μετάφραση:

Όρος: Benzonitrile or phenyl cyanide or cyanobenzene
Μετάφραση: Βενζονιτρίλιο ή φαινυλοκυανίδιο ή κυανοβενζόλιο

Όρος: Benzophenone
Μετάφραση: Βενζοφαινόνη

Όρος: benzopyrene 3,4- see benzo[a]pyrene
Μετάφραση:

Όρος: benzoquinoline 5,6- or 1-azaphenanthrene
Μετάφραση: 5,6-βενζοκινολίνη ή 1-αζαφαινανθρένιο

Όρος: Benzoquinone
Μετάφραση: Βενζοκινόνη

Όρος: Benzotrichloride or benzyl trichloride or trichlorophenylmethane
Μετάφραση: Βενζοτριχλωρίδιο ή βενζυλοτριχλωρίδιο ή τριχλωροφαινυλομεθάνιο

Όρος: Benzotrifluoride or phenylfluoroform or benzenyl fluoride
Μετάφραση: Βενζοτριφθορίδιο ή φαινυλοφθοροφόρμιο ή βενζενυλοφθορίδιο

Όρος: Benzotrihalide
Μετάφραση: Βενζοτριαλογονίδιο

Όρος: Benzoyl chloride or benzenecarbonyl chloride
Μετάφραση: Βενζοϋλοχλωρίδιο ή χλωριούχο βενζοΰλιο ή βενζολοκαρβονυλοχλωρίδιο

Όρος: Benzoyl peroxide
Μετάφραση: Υπεροξείδιο του βενζοϋλίου

Όρος: Benzoylbenzoic acid
Μετάφραση: Βενζοϋλοβενζοϊκό οξύ

Όρος: Benzoylmethylecgonine see cocaine
Μετάφραση:

Όρος: Benzo[a]fluorene, 1,2-benzofluorene
Μετάφραση: Βενζο[α]φθορίδιο

Όρος: Benzo[a]pyrene or 3,4-benzopyrene, benzo[def]chrysene
Μετάφραση: Βενζο[a]πυρένιο ή 3,4-βενζοπυρένιο

Όρος: Benzo[b]fluoranthene or 2,3-benzofluoranthene
Μετάφραση: Βενζο[b]φθοροανθένιο ή 2,3-βενζοφθοροανθένιο

Όρος: Benzyl
Μετάφραση: Βενζύλιο

Όρος: Benzyl acetate
Μετάφραση: Οξικός βενζυλεστέρας

Όρος: Benzyl alcohol
Μετάφραση: Βενζυλική αλκοόλη

Όρος: Benzyl bromide
Μετάφραση: Βενζυλοβρωμίδιο

Συντομογραφία: BBP
Όρος: Benzyl butyl phthalate
Μετάφραση: Φθαλικός βουτυλοβενζυλεστέρας, Φθαλικό βενζυλοβουτύλιο

Όρος: Benzyl chloride or α-chlorotoluene
Μετάφραση: Βενζυλοχλωρίδιο ή α-χλωροτολουόλιο ή χλωριούχο βενζύλιο ή χλωροβενζύλιο

Όρος: Benzyl chlorocarbonate or carbobenzoxy chloride
Μετάφραση: Χλωροκαρβονικός βενζυλεστέρας ή ανθρακικό βενζυλοχλωρίδιο ή καρβοβενζοξυχλωρίδιο

Όρος: Benzyl cyanide see phenylacetonitrile
Μετάφραση:

Όρος: Benzyl methyl ketone or 1-phenyl-2-propanone
Μετάφραση: Βενζυλομεθυλοκετόνη ή 1-φαινυλο-2-προπανόνη

Όρος: Benzyl trichloride see benzotrichloride
Μετάφραση:

Όρος: Benzylamine
Μετάφραση: Βενζυλαμίνη

Όρος: Benzyldi(n-butyl)amine
Μετάφραση: Βενζυλο δι(n-βουτυλ)αμίνη

Όρος: Benzyldimethylamine
Μετάφραση: Βενζυλοδιμεθυλαμίνη

Όρος: Benzylic hydrogen
Μετάφραση: Βενζυλικό υδρογόνο

Όρος: Benzylisoquinoline
Μετάφραση: Βενζυλοϊσοκινολίνη

Όρος: Benz[a]anthracene
Μετάφραση: Βενζ[a]ανθρακένιο

Όρος: Berkelium
Μετάφραση: Μπερκέλιο

Όρος: Beryllia see beryllium oxide
Μετάφραση:

Όρος: Berylliosis
Μετάφραση: Βηρυλλίωση

Όρος: Beryllium acetate
Μετάφραση: Οξικό βηρύλλιο

Όρος: Beryllium bromide
Μετάφραση: Βρωμιούχο βηρύλλιο

Όρος: Beryllium carbonate
Μετάφραση: Ανθρακικό βηρύλλιο

Όρος: Beryllium chlorate
Μετάφραση: Χλωρικό βηρύλλιο

Όρος: Beryllium chloride
Μετάφραση: Χλωριούχο βηρύλλιο

Όρος: Beryllium disease
Μετάφραση: Βηρυλλίωση

Όρος: Beryllium fluoride
Μετάφραση: Φθοριούχο βηρύλλιο

Όρος: Beryllium hydroxide
Μετάφραση: Υδροξείδιο του βηρυλλίου

Όρος: Beryllium iodide
Μετάφραση: Ιωδιούχο βηρύλλιο

Όρος: Beryllium nitrate
Μετάφραση: Νιτρικό βηρύλλιο

Όρος: Beryllium oxide or beryllia
Μετάφραση: Οξείδιο του βηρυλλίου ή βηρυλλία

Ακολουθήστε μας