Βλέπετε τις εγγραφές : 9651 - 9700, σε σύνολο 12265
Όρος: Research technique
Μετάφραση: Τεχνική έρευνας
Όρος: Reset rate
Μετάφραση: Ρυθμός επαναφοράς
Όρος: Residual exposure information
Μετάφραση: Πληροφορίες υπολειμματικής έκθεσης
Όρος: Residual fuel oils
Μετάφραση: Καύσιμα υπολείμματα
Όρος: Residual risk
Μετάφραση: Εναπομείνασα επικινδυνότητα
Όρος: Residual tests
Μετάφραση: Έλεγχοι υπολειμμάτων
Όρος: Residual value of capital
Μετάφραση: Υπολειμματική αξία κεφαλαίου
Όρος: Residue
Μετάφραση: Υπόλειμμα ή κατάλοιπο
Όρος: Resilient material
Μετάφραση: Ελαστικό υλικό
Όρος: Resistance heating devices
Μετάφραση: Διατάξεις θέρμανσης με αντίσταση
Όρος: Resistance spot welding
Μετάφραση: Σημειακή συγκόλληση με αντίσταση
Όρος: Resistance welding machine
Μετάφραση: Μηχανή συγκόλλησης με αντίσταση
Όρος: Resistivity
Μετάφραση: Ειδική αντίσταση
Συντομογραφία: RC
Όρος: Resistor capacitor
Μετάφραση: Αντιστάτης πυκνωτής
Όρος: Resolution
Μετάφραση: Διαχωριστική ικανότητα ή διαχωριστότητα
Όρος: Resonance
Μετάφραση: Συντονισμός (π.χ. μηχανικός, μαγνητικός)
Όρος: Resorcinol diglycidyl ether, Bis(2,3-epoxypropoxy)benzene 1,3-
Μετάφραση: Διγλυκιδυλαιθέρας της ρεσορκίνης, 1,3-Δίς-(2,3-έποξυπροποξυ)-βενζόλιο
Όρος: Resorcinol or 1,3-benzenediol or 1,3-dihydroxybenzene
Μετάφραση: Ρεζορκινόλη ή 1,3-βενζενοδιόλη ή 1,3-διυδροξυβενζόλιο
Συντομογραφία: RCRA
Όρος: Resource Conservation and Recovery Act
Μετάφραση: Νόμος περί της Διατήρησης και Ανάκτησης Φυσικών Πόρων
Όρος: Respirable dust
Μετάφραση: Αναπνεύσιμη σκόνη
Όρος: Respirable fraction
Μετάφραση: Αναπνεύσιμο κλάσμα
Όρος: Respiratory ailments
Μετάφραση: Αναπνευστικές παθήσεις
Όρος: Respiratory ailments caused by the inhalation of dust from cobalt, tin, barium and graphite
Μετάφραση: Αναπνευστικές ανωμαλίες προκαλούμενες από την εισπνοή σκόνης κοβαλτίου, κασσιτέρου, βαρίου και γραφίτη
Όρος: Respiratory ailments, particularly asthma, caused by irritants
Μετάφραση: Αναπνευστικές παθήσεις, ιδίως άσθμα, προκαλούμενες από ερεθιστικές ουσίες
Όρος: Respiratory diseases
Μετάφραση: Αναπνευστικά νοσήματα
Όρος: Respiratory protective devices
Μετάφραση: Μέσα προστασίας της αναπνοής
Συντομογραφία: RPE
Όρος: Respiratory protective equipment
Συντομογραφία: RS
Όρος: Respiratory sensitizer
Μετάφραση: Ευαισθητοποιητικό του αναπνευστικού
Όρος: Respiratory system
Μετάφραση: Αναπνευστικό σύστημα
Όρος: Respiratory system diseases
Μετάφραση: Νοσήματα του αναπνευστικού
Όρος: Respiratory toxicology
Μετάφραση: Τοξικολογία του αναπνευστικού συστήματος
Όρος: Respiratory tract
Μετάφραση: Αναπνευστική οδός
Συντομογραφία: RTI
Όρος: Respiratory tract irritation
Μετάφραση: Ερεθισμός της αναπνευστικής οδού
Όρος: Response
Μετάφραση: Απόκριση ή απάντηση Ανταπόκριση
Όρος: Response factor
Μετάφραση: Παράγοντας απόκρισης
Όρος: Response function
Μετάφραση: Συνάρτηση απόκρισης
Όρος: Response ratio
Μετάφραση: Λόγος απόκρισης
Συντομογραφία: RCOM
Όρος: Response to comments
Μετάφραση: Απάντηση σε σχόλια
Όρος: Responsibility
Μετάφραση: Υπευθυνότητα / ευθύνη (π.χ.νομική)