Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 801 - 850, σε σύνολο 12273
| ( | 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Assembly
Μετάφραση: Συναρμολόγηση

Όρος: Assembly and disassembly of prefabricated elements
Μετάφραση: Συναρμολόγηση και αποσυναρμολόγηση προκατασκευασμένων στοιχείων

Όρος: Assembly line
Μετάφραση: Γραμμή συναρμολόγησης

Όρος: Assertion
Μετάφραση: Θέση (προβαλλόμενη από τη διοίκηση)

Όρος: Assessment
Μετάφραση: Εκτίμηση, αξιολόγηση

Όρος: Assessment and verification
Μετάφραση: Εκτίμηση και εξακρίβωση

Όρος: Assessment report
Μετάφραση: Έκθεση αξιολόγησης

Όρος: Assessor
Μετάφραση: Αξιολογητής, εκτιμητής, πραγματογνώμονας

Όρος: Assignable cause
Μετάφραση: Διαπιστώμενο αίτιο

Όρος: Assistance
Μετάφραση: Βοήθεια

Συντομογραφία: AST
Όρος: Assistant
Μετάφραση: Βοηθός

Όρος: Associated apparatus
Μετάφραση: Σχετιζόμενη συσκευή

Όρος: association
Μετάφραση: Συσχέτιση

Όρος: Association of Greek Chemists
Μετάφραση: Ένωση Ελλήνων Χημικών (ΕΕΧ)

Όρος: Association of Industries of Northern Greece
Μετάφραση: Σύνδεσμος Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος

Συντομογραφία: AOAC-I
Όρος: Association of Official Analytical Chemists International
Μετάφραση: Διεθνής Ένωση Αναγνωρισμένων Αναλυτικών Χημικών

Όρος: Assumption
Μετάφραση: Παραδοχή

Όρος: Assurance
Μετάφραση: Διασφάλιση

Όρος: Astatine
Μετάφραση: Άστατο, αστάτιο

Όρος: Astern motion
Μετάφραση: Κίνηση ανάποδα

Όρος: Asthma
Μετάφραση: Άσθμα

Όρος: Asthmagens
Μετάφραση: Ασθμογενείς παράγοντες

Όρος: Asthmatic complaints
Μετάφραση: Ασθματικές ενοχλήσεις

Συντομογραφία: AM
Όρος: Asymmetric Multiplier
Μετάφραση: Ασυμμετρικός πολλαπλασιαστής

Όρος: ATEX see Equipment intended for use in potentially explosive atmospheres
Μετάφραση:

Όρος: Athens Labour Centre
Μετάφραση: Εργατικό Κέντρο Αθηνών, ΕΚΑ

Όρος: Atherosclerosis
Μετάφραση: Αθηροσκλήρωση, αρτηριοσκλήρωση

Όρος: Atmosphere gas
Μετάφραση: Ατμοσφαιρικό αέριο

Όρος: Atmospheric conditions
Μετάφραση: Ατμοσφαιρικές συνθήκες

Συντομογραφία: ALT
Όρος: Atmospheric Life Time
Μετάφραση: Διάρκεια ζωής στην ατμόσφαιρα

Όρος: Atom
Μετάφραση: Άτομο

Συντομογραφία: AAS
Όρος: Atomic absorption spectrometry
Μετάφραση: Φασματομετρία ατομικής απορρόφησης (ΦΑΑ)

Συντομογραφία: AES
Όρος: Atomic emission spectrophotometry
Μετάφραση: Φασματοφωτομετρία ατομικής εκπομπής (ΦΑΕ)

Όρος: Atomic fluorescence
Μετάφραση: Ατομικός φθορισμός

Συντομογραφία: AW
Όρος: Atomic weight
Μετάφραση: Ατομικό βάρος (ΑΒ)

Όρος: Atomization
Μετάφραση: Ατομοποίηση

Όρος: Atrazine, 2-chloro-4-ethylamine-6-isopropylamine-1,3,5-triazine
Μετάφραση: Ατραζίνη

Όρος: Atropine
Μετάφραση: Ατροπίνη

Όρος: Atropine sulfate
Μετάφραση: Θειική ατροπίνη

Όρος: Attendance
Μετάφραση: Παράσταση

Όρος: Attention
Μετάφραση: Προσοχή

Όρος: Attenuate
Μετάφραση: Εξασθενίζω

Όρος: Attenuation
Μετάφραση: Εξασθένιση

Όρος: Attributable risk
Μετάφραση: Οφειλόμενος κίνδυνος, αποδοτέος

Συντομογραφία: AF
Όρος: Attribute fraction
Μετάφραση: Οφειλόμενο ποσοστό, Οφειλόμενο κλάσμα

Όρος: Attrition
Μετάφραση: Τριβή

Όρος: Atypical workers
Μετάφραση: Εργαζόμενοι σε άτυπες θέσεις απασχόλησης

Όρος: Audio frequency
Μετάφραση: Ακουστική συχνότητα

Όρος: Audiogram
Μετάφραση: Ακοόγραμμα

Όρος: Audiometer
Μετάφραση: Ακοόμετρο

Ακολουθήστε μας