Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 601 - 650, σε σύνολο 12273
| ( | 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Anisic acid or p-methoxybenzoic acid
Μετάφραση: Ανισικό οξύ ή p-μεθοξυβενζοϊκό οξύ

Όρος: Anisidine or methoxyaniline
Μετάφραση: Ανισιδίνη ή μεθοξυανιλίνη

Όρος: Anisole or methyl phenyl ether or methoxybenzene
Μετάφραση: Ανισόλη ή μεθυλοφαινυλοαιθέρας ή μεθοξυβενζόλιο

Όρος: Ankle
Μετάφραση: Αστράγαλος

Όρος: Annex
Μετάφραση: Παράρτημα

Όρος: Announcement
Μετάφραση: Γνωστοποίηση

Συντομογραφία: AA
Όρος: Annual average
Μετάφραση: Ετήσια μέση τμή

Όρος: Annual dose
Μετάφραση: Ετήσια δόση

Όρος: Annual report
Μετάφραση: Ετήσια έκθεση

Όρος: Annualized cost
Μετάφραση: Ετησιοποιημένο κόστος

Όρος: Anodic stripping analysis
Μετάφραση: Ανοδική αναδιαλυτική ανάλυση

Συντομογραφία: ASV
Όρος: Anodic stripping voltametry
Μετάφραση: Ανοδική αναδιαλυτική βολταμετρία

Όρος: Anodizing
Μετάφραση: Ανοδίωση, ανοδική οξείδωση

Όρος: Anomalous error
Μετάφραση: Ανώμαλο λάθος

Όρος: Anomer
Μετάφραση: Ανωμερές

Όρος: Anosmia
Μετάφραση: Ανοσμία

Όρος: Anoxia
Μετάφραση: Ανοξία

Όρος: Anthophyllite
Μετάφραση: Ανθοφυλλίτης

Όρος: Anthracene
Μετάφραση: Ανθρακένιο

Όρος: Anthracite
Μετάφραση: Ανθρακίτης

Όρος: Anthracosis
Μετάφραση: Ανθράκωση

Όρος: Anthranilic acid
Μετάφραση: Ανθρανιλικό οξύ

Όρος: Anthraquinone
Μετάφραση: Ανθρακινόνη

Όρος: Anthrone
Μετάφραση: Ανθρόνη

Όρος: Anthropometric data
Μετάφραση: Ανθρωπομετρικά δεδομένα

Όρος: Anti-inflammatories
Μετάφραση: Αντιφλεγμονώδη

Όρος: Antibacterial
Μετάφραση: Αντιβακτηριδιακό

Όρος: Antibacterial work socks
Μετάφραση: Αντιβακτηριακές κάλτσες εργασίας

Όρος: Antibiotic
Μετάφραση: Αντιβιοτικό

Όρος: Antibodies
Μετάφραση: Αντισώματα

Όρος: Anticoagulant
Μετάφραση: Αντιπηκτικό

Όρος: Anticorrosive coating
Μετάφραση: Αντιδιαβρωτικό επίστρωμα

Όρος: Antidote
Μετάφραση: Αντίδοτο

Όρος: Antifoamer or defoamer
Μετάφραση: Αντιαφριστικό ή αποαφριστικό

Όρος: antifreeze fluids
Μετάφραση: Αντιψυκτικά υγρά

Όρος: Antigen
Μετάφραση: Αντιγόνο

Όρος: Antiknock
Μετάφραση: Αντικροτικό

Όρος: Antimicrobial attributes
Μετάφραση: Αντιμικροβιακές ιδιότητες

Όρος: Antimony
Μετάφραση: Αντιμόνιο

Όρος: Antimony hydride see stibine
Μετάφραση: Στιβίνη, υδρίδιο του αντιμονίου

Συντομογραφία: ATO
Όρος: Antimony Trioxide
Μετάφραση: Τριοξείδιο του αντιμονίου

Όρος: Antineoplastic agent
Μετάφραση: Αντινεοπλασματικός παράγοντας

Όρος: Antioxidant
Μετάφραση: Αντιοξειδωτικό

Όρος: Antioxidant enzyme
Μετάφραση: Αντιοξειδωτικό ένζυμο

Όρος: Antipyrine see phenazone
Μετάφραση:

Όρος: Antiseptic
Μετάφραση: Αντισηπτικό

Όρος: Antistatic additive
Μετάφραση: Αντιστατικό πρόσθετο

Όρος: Antistatic gloves
Μετάφραση: Γάντια αντιστατικά

Όρος: Anxiety
Μετάφραση: Άγχος

Όρος: Anxiety disorders
Μετάφραση: Αγχώδεις διαταραχές

Ακολουθήστε μας