Βλέπετε τις εγγραφές : 801 - 850, σε σύνολο 1420
Κοινόχρηστοι χώροι
Ορισμός 1: Κοινόχρηστοι χώροι στον παρόντα νόμο είναι οι κάθε είδους δρόμοι, πλατείες, άλση και γενικά οι προοριζόμενοι για κοινή χρήση ελεύθεροι χώροι, που καθορίζονται από το εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο του οικισμού ή έχουν τεθεί σε κοινή χρήση με οποιοδήποτε άλλο νόμιμο τρόπο. Περαιτέρω, είναι οι προορισμένοι χώροι στην κοινή χρήση σε περίπτωση οριζόντιας ή κάθετης συνιδιοκτησίας.
Κοινωνικές υπηρεσίες γενικού συμφέροντος
Ορισμός 1: Ορίζονται οι υπηρεσίες που είναι προσβάσιμες σε όλους, προάγουν την ποιότητα ζωής και παρέχουν κοινωνική προστασία σε ομάδες όπως ηλικιωμένοι, βρέφη, παιδιά, άτομα με αναπηρία και χρόνιες παθήσεις και περιλαμβάνουν την εκπαίδευση, την υγεία, την κοινωνική στέγαση, την κοινωνική σίτιση, την παιδική φροντίδα, τη μακροχρόνια φροντίδα και τις υπηρεσίες κοινωνικής αρωγής, χωρίς, ωστόσο, να υποκαθιστούν τις γενικές υποχρεώσεις του κράτους στην άσκηση της κοινωνικής πολιτικής.
Κοινωνική ένταξη
Ορισμός 1: Ορίζεται η δημιουργία των προϋποθέσεων για την ισότιμη συμμετοχή στην κοινωνική και οικονομική ζωή ατόμων που ανήκουν στις ευάλωτες και τις ειδικές ομάδες.
Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία
Ορισμός 1: Ορίζεται το σύνολο των οικονομικών δραστηριοτήτων που στηρίζονται σε μία εναλλακτική μορφή οργάνωσης των σχέσεων παραγωγής, διανομής, κατανάλωσης και επανεπένδυσης, βασισμένη στις αρχές της δημοκρατίας, της ισότητας, της αλληλεγγύης, της συνεργασίας, καθώς και του σεβασμού στον άνθρωπο και το περιβάλλον.
Κοινωνική καινοτομία
Ορισμός 1: Ορίζεται η παραγωγή προϊόντων και η παροχή υπηρεσιών, οι οποίες αποσκοπούν στην ικανοποίηση κοινωνικών αναγκών, τη συμφιλίωση παραγωγής και κατανάλωσης, την εναρμόνιση προσφοράς και ζήτησης και τη διαμόρφωση νέου τύπου κοινωνικών σχέσεων βασιζομένων στη συλλογικότητα και στην ισοτιμία και όχι στον ανταγωνισμό.
Κοινωνική Οικονομία
Ορισμός 1: Είναι το σύνολο των οικονομικών, επιχειρηματικών, παραγωγικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων, οι οποίες αναλαμβάνονται από νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων, των οποίων ο καταστατικός σκοπός είναι η επιδίωξη του συλλογικού οφέλους και η εξυπηρέτηση γενικότερων κοινωνικών συμφερόντων.
Κοινωνική Φροντίδα
Ορισμός 1: Είναι η παραγωγή και παροχή αγαθών, καθώς και υπηρεσιών υγείας και κοινωνικής πρόνοιας για συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού, όπως οι ηλικιωμένοι, τα βρέφη, τα παιδιά, τα άτομα με αναπηρία και τα άτομα με χρόνιες παθήσεις.
Κοινωνική ωφέλεια
Ορισμός 1: Ορίζεται η εξυπηρέτηση κοινωνικών αναγκών τοπικού ή ευρύτερου χαρακτήρα με την αξιοποίηση της κοινωνικής καινοτομίας, μέσα από δραστηριότητες «βιώσιμης ανάπτυξης» ή παροχής «κοινωνικών υπηρεσιών γενικού συμφέροντος» ή κοινωνικής ένταξης.
Κοινωνικός αντίκτυπος
Ορισμός 1: Ορίζεται η παραγόμενη συλλογική και κοινωνική ωφέλεια που κομίζει η δραστηριότητα του Φορέα Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας, όπως ορίζεται στο άρθρο 3, σε οικονομικό, περιβαλλοντικό και κοινωνικό επίπεδο στις τοπικές κοινωνίες.
Κοπτικό αρμών (αρμοκόφτης)
Ορισμός 1: Κινητό μηχάνημα που προορίζεται για τη δημιουργία αρμών σε σκυρόδεμα, άσφαλτο και παρόμοιες επιφάνειες οδοστρωμάτων. Το κοπτικό εργαλείο είναι δίσκος περιστρεφόμενος με υψηλή ταχύτητα. Η προς τα εμπρός κίνηση του κοπτικού αρμών είναι:
-χειροκίνητη, ή
-χειροκίνητη με μηχανική βοήθεια, ή
-μηχανοκίνητη.
Κορεσμένο και επιφανειακά ξηρό αδρανές
Ορισμός 1: Αδρανές που βρίσκεται σε κορεσμένη και επιφανειακά ξηρή κατάσταση σύμφωνα με το ΕΛΟΤ ΕΝ 1097-6.
Κορυφοτιμή της ηχητικής πίεσης (Ppeak)
Ορισμός 1: Μέγιστη τιμή της σταθμισμένης στιγμιαίας πίεσης θορύβου.
Κραδασμός μεταδιδόμενος σε ολόκληρο το σώμα (δόνηση ολοκλήρου σώματος)
Ορισμός 1: Ο µηχανικός κραδασμός ο οποίος, όταν μεταδίδεται σε ολόκληρο το σώµα, συνεπάγεται κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων, ιδίως οσφυαλγία και τραυματισμό της σπονδυλικής στήλης.
Κραδασμός μεταδιδόμενος στο σύστημα άκρας χειρός - βραχίονα (δόνηση άκρας χειρός-βραχίονα)
Ορισμός 1: Ο μηχανικός κραδασμός ο οποίος, όταν μεταδίδεται στο σύστημα άκρας χειρός-βραχίονα του ανθρώπου, συνεπάγεται κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων, ιδίως διαταραχές αγγειακές, οστών ή αρθρώσεων, νευρολογικές ή µυϊκές.
Κρίσιμα στοιχεία ασφάλειας και περιβάλλοντος
Ορισμός 1: Σημαίνει τα μέρη μιας εγκατάστασης, συμπεριλαμβανομένου του λογισμικού, σκοπός των οποίων είναι να αποτρέψουν ένα σοβαρό ατύχημα ή να περιορίσουν τις συνέπειές του ή η αστοχία των οποίων θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρό ατύχημα ή να συντελέσει ουσιωδώς στην πρόκληση σοβαρού ατυχήματος.
Κρίσιμες στάθμες
Ορισμός 1: Οι συγκεντρώσεις ρύπων στην ατμόσφαιρα, πάνω από τις οποίες μπορεί να υπάρξουν, σύμφωνα με τις υπάρχουσες γνώσεις, άμεσες επιβλαβείς επιπτώσεις σε αποδέκτες, όπως ανθρώπους, φυτά, οικοσυστήματα ή υλικά.
Κρίσιμο επίπεδο
Ορισμός 1: Επίπεδο καθοριζόμενο βάσει επιστημονικών γνώσεων, η υπέρβαση του οποίου ενδέχεται να συνεπάγεται άμεσες αρνητικές επιπτώσεις για ορισμένους υποδοχείς όπως τα δένδρα, άλλα φυτά ή τα φυσικά οικοσυστήματα, όχι όμως και για τον άνθρωπο.
Κρίσιμο φορτίο
Ορισμός 1: Μια ποσοτική εκτίμηση της έκθεσης σε έναν ή περισσοτέρους ρύπους κάτω από την οποία, σύμφωνα με τις υπάρχουσες γνώσεις, δεν δημιουργούνται σημαντικές επιβλαβείς επιπτώσεις σε συγκεκριμένα ευαίσθητα στοιχεία του περιβάλλοντος.
Κτιριακές Εγκαταστάσεις Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής
Ορισμός 1: Κάθε δομική κατασκευή που προορίζεται για την εξυπηρέτηση των πάσης φύσεως αναγκών για τη λειτουργία του Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής.
Κτίριο πολλαπλών χρήσεων
Ορισμός 1: Κτίριο που περιλαμβάνει περισσότερες της μίας χρήσεις οι οποίες δεν είναι απαραίτητες για την εξυπηρέτηση της κύριας χρήσης. Στα κτίρια πολλαπλών χρήσεων οι επιμέρους χρήσεις μπορεί να είναι είτε διαχωρισμένες, είτε εμπλεκόμενες.
Κυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Ουδετερότητα
Ορισμός 1: Κυβερνητική Επιτροπή η οποία συστήνεται βάσει του άρθρου 8 του ν. 4622/2019 (Α’ 133), με σκοπό τον συντονισμό για θέματα μετριασμού των εκπομπών και προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή.
Κυβικό μέτρο σκυροδέματος
Ορισμός 1: Η ποσότητα νωπού σκυροδέματος που, όταν συμπυκνωθεί σύμφωνα με τη διαδικασία που δίδεται στο ΕΛΟΤ EN 12350.06, καταλαμβάνει όγκο ενός κυβικού μέτρου.
Κύκλος διαχείρισης καταστροφών
Ορισμός 1: Το σύνολο των τακτικών και διαχειριστικών αποφάσεων και επιχειρησιακών δραστηριοτήτων σε όλα τα στάδια και τις φάσεις του κύκλου της καταστροφής, ήτοι της πρόληψης, ετοιμότητας, αντιμετώπισης και αποκατάστασης.
Κύρια δραστηριότητα
Ορισμός 1: Ο τετραψήφιος ΚΑΔ υπό τον οποίον συμπεριλαμβάνονται όλες οι υποκατηγορίες του σε εξαψήφιο και οκταψήφιο ΚΑΔ. Στη δε περίπτωση που ορίζεται ως κύρια δραστηριότητα εξαψήφιος ΚΑΔ, συμπεριλαμβάνονται και όλες οι κατηγορίες των αντίστοιχων οκταψήφιών του.
Κύρια μελέτη
Ορισμός 1: Η μελέτη που έχει ως αντικείμενο τον ίδιο τον σχεδιασμό του έργου ή την παροχή της υπηρεσίας αυτοτελώς ή συνδυασμένα με άλλη κύρια μελέτη
Κύριος
Ορισμός 1: Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει την απόλυτη εξουσία επί των παραγομένων επικινδύνων αποβλήτων που προκύπτουν μετά την προεπεξεργασία, ανάμιξη, σύνθεση ή άλλη εργασία που οδηγεί στην μεταβολή των αποβλήτων αυτών.
Κύριος ερευνητής
Ορισμός 1: Το άτομο το οποίο, σε περίπτωση που η μελέτη διεξάγεται σε περισσότερους από έναν τόπους δοκιμών, ενεργεί εξ ονόματος του διευθυντή μελέτης και έχει καθορισμένη αρμοδιότητα για τις φάσεις της μελέτης που του ανατίθενται. Η ευθύνη του διευθυντή της μελέτης όσον αφορά τη συνολική διεξαγωγή της μελέτης δεν δύναται να εκχωρείται στον ή στους κυρίους ερευνητές. Το ίδιο ισχύει και για την έγκριση του σχεδίου της μελέτης και των τροποποιήσεών του, την έγκριση της τελικής έκθεσης και τη διασφάλιση της τήρησης όλων των εφαρμοστέων αρχών ορθής εργαστηριακής πρακτικής.
Κύριος του έργου
Ορισμός 1: Είναι ο ιδιοκτήτης του έργου, νομικό ή φυσικό πρόσωπο.
Ορισμός 2: Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου πραγματοποιείται ένα έργο.
Ορισμός 3: Φυσικό ή νομικό πρόσωπο δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, ύστερα από εντολή του οποίου και για λογαριασμό του εκτελείται το έργο
Ορισμός 4: Ο πλοιοκτήτης, εφοπλιστής, νομέας, ο κάτοχος του πλοίου ή άλλης πλωτής κατασκευής, όπου εκτελείται ύστερα από εντολή του και για λογαριασμό του ναυπηγοεπισκευαστικού έργου. Ο κύριος του έργου μπορεί να εκπροσωπείται από το νόμιμο εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο του ή τον Πλοίαρχο του πλοίου.
Ορισμός 5: Ο κύριος, ο νομέας ή ο κάτοχος του ακινήτου στο οποίο εκτελείται, ύστερα από εντολή του και για λογαριασμό του, τεχνικό έργο.
Ορισμός 6: Ο Δημόσιο ή άλλος φορέας του δημόσιου τομέα, στον οποίο ανήκει το έργο για το οποίο εκπονούνται μελέτες και παρέχονται τεχνικές υπηρεσίες.
Κυτταροκαλλιέργεια
Ορισμός 1: Η in-vitro ανάπτυξη κυττάρων που προέρχονται από πολυκύτταρους οργανισμούς.
Κώδικας BWMS
Ορισμός 1: Ο Κώδικας για την Έγκριση των Συστημάτων Διαχείρισης Έρματος που υιοθετήθηκε με την απόφαση MEPC.300(72), όπως δύναται να τροποποιηθεί από τον Οργανισμό, με την προϋπόθεση ότι οι τροποποιήσεις αυτές εγκρίνονται και τίθενται σε ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 19 της παρούσας Σύμβασης σχετικά με τις διαδικασίες τροποποίησης που εφαρμόζονται στο Παράρτημα.».
Κώδικας HSC
Ορισμός 1: Ο Διεθνής Κώδικας Ασφάλειας για Ταχύπλοα Σκάφη, 2000, που υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Ναυτικής Ασφάλειας με την Απόφαση MSC.97(73), όπως έχει τροποποιηθεί, υπό την προϋπόθεση ότι οι τροποποιήσεις αυτές έχουν υιοθετηθεί, έχουν τεθεί σε ισχύ και εφαρμόζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου VIII της παρούσας Σύμβασης σχετικά με τις διαδικασίες τροποποίησης που ισχύουν στο παράρτημα εκτός του κεφαλαίου Ι.
Κώδικας IMDG
Ορισμός 1: O Διεθνής Ναυτικός Κώδικας Επικίνδυνων Εμπορευμάτων (IMDG) που υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Ναυτικής Ασφάλειας του Οργανισμού με την Απόφαση MSC.122 (75), όπως μπορεί να τροποποιηθεί από τον Οργανισμό.
Κώδικας IMSBC
Ορισμός 1: Ο Διεθνής Ναυτικός Κώδικας Στερεών Χύδην Φορτίων (IMSBC) που εγκρίθηκε από την Επιτροπή Ναυτικής Ασφάλειας του Οργανισμού με την Απόφαση MSC.268 (85), όπως μπορεί να τροποποιηθεί από τον Οργανισμό, με την προϋπόθεση ότι οι τροποποιήσεις αυτές εγκρίνονται, τίθενται σε ισχύ και ισχύουν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου VIII της παρούσας Σύμβασης σχετικά με τις διαδικασίες τροποποίησης που ισχύουν για το παράρτημα, εκτός του κεφαλαίου Ι.
Κώδικας IP
Ορισμός 1: Ο Διεθνής Κώδικας Ασφάλειας για Πλοία που Μεταφέρουν Βιομηχανικό Προσωπικό, όπως υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Ναυτικής Ασφάλειας με την Απόφαση MSC.527(106), όπως έχει τροποποιηθεί, υπό την προϋπόθεση ότι οι τροποποιήσεις αυτές έχουν υιοθετηθεί, έχουν τεθεί σε ισχύ και εφαρμόζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου VIII της παρούσας Σύμβασης σχετικά με τις διαδικασίες τροποποίησης που εφαρμόζονται στο παράρτημα εκτός του κεφαλαίου I.
Λατομείο
Ορισμός 1: Ο χώρος εντός του οποίου εξορύσσονται και παράγονται λατομικά προϊόντα όπως μάρμαρα, βιομηχανικά ορυκτά και αδρανή. Η νόμιμη λειτουργία του λατομείου αποδεικνύεται με την ύπαρξη Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ), την Εγκεκριμένη Τεχνική Μελέτη Εκμετάλλευσης και την Άδεια Εκμετάλλευσης, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
Λατομικοί χώροι
Ορισμός 1: Οι ενιαίοι χώροι για τους οποίους έχουν χορηγηθεί και βρίσκονται σε ισχύ οι προβλεπόμενες από την κείμενη νομοθεσία:
α) εγκρίσεις διενέργειας ερευνητικών εργασιών για τον εντοπισμό λατομικών ορυκτών ή
β) άδειες εκμετάλλευσης λατομικών ορυκτών (ή συμβάσεις μίσθωσης προκειμένου για αδρανή υλικά επί δημοσίων εκτάσεων).
Λέιζερ (ενίσχυση φωτός με εξαναγκασμένη εκπομπή ακτινοβολίας)
Ορισμός 1: Κάθε διάταξη που μπορεί να εξαναγκασθεί να παράγει ή να ενισχύει ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία στην περιοχή μήκους κύματος της οπτικής ακτινοβολίας κυρίως μέσω της διεργασίας της ελεγχόμενης εξαναγκασμένης εκπομπής.
Λειτουργία Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής
Ορισμός 1: Η έναρξη της άσκησης των δραστηριοτήτων Εφοδιαστικής, κύριων ή και δευτερευουσών − συμπληρωματικών, εντός των ορίων του Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής.
Λειτουργικά απόβλητα
Ορισμός 1: Όλα τα στερεά απόβλητα (συμπεριλαμβανομένης της λάσπης), τα οποία δεν καλύπτονται από άλλα Παραρτήματα και τα οποία συλλέγονται στο πλοίο κατά τη διάρκεια της κανονικής συντήρησης ή λειτουργίας του πλοίου ή χρησιμοποιούνται για αποθήκευση και χειρισμό του φορτίου.
Τα λειτουργικά απόβλητα περιλαμβάνουν επίσης τα προϊόντα και πρόσθετα καθαρισμού που περιέχονται στις αποθήκες φορτίου (αμπάρια) και το νερό εξωτερικού πλυσίματος. Τα λειτουργικά απόβλητα δεν περιλαμβάνουν τα φαιόχροα ύδατα, σεντινόνερα ή άλλες παρόμοιες εκφορτώσεις βασικές για τη λειτουργία του πλοίου, λαμβάνοντας υπόψη τις οδηγίες του Οργανισμού.
Λεκάνη ασφαλείας
Ορισμός 1: Μια λεκάνη κατάλληλου ύψους, κατασκευασμένη από χώμα τσιμέντο, χάλυβα, τοιχοποιία, τούβλα ή άλλο κατάλληλο υλικό, σχεδιασμένο να περιορίζει την έκχυση, να εμποδίζει την επέκταση της πυρκαγιάς και να μπορεί να προστατεύσει το προσωπικό που ασχολείται µε την κατάσβεση της πυρκαγιάς.
Λεπτές πλαστικές σακούλες μεταφοράς
Ορισμός 1: Οι πλαστικές σακούλες μεταφοράς με πάχος τοιχώματος μικρότερο των πενήντα (50) μικρομέτρων (μm).
Λεχώνα εργαζόμενη
Ορισμός 1: Κάθε εργαζόμενη γυναίκα που διανύει το στάδιο μετά τον τοκετό, για χρονικό διάστημα μέχρι δύο μηνών και έχει πληροφορήσει τον εργοδότη της για την κατάσταση της εφ' όσον τούτο απαιτείται για τη λήψη θετικού μέτρου υπέρ της λεχώνας.
Λόγος έκθεσης
Ορισμός 1: Ένας καθαρός αριθμός που χρησιμοποιείται για να σταθμιστεί η επιβάρυνση στην έκθεση του κοινού από διάταξη/διατάξεις που λειτουργούν σε μία σχετικά στενή περιοχή συχνοτήτων (π.χ. στην συχνότητα εκπομπής μιας συγκεκριμένης κεραίας ή στην φασματική περιοχή που χρησιμοποιείται από μια συγκεκριμένη υπηρεσία) σε μία συγκεκριμένη θέση.
Λύματα
Ορισμός 1: Καλούνται εν γένει τα απόβλητα υγρά των κατοικιών, ιδρυµάτων, εργοστασίων ή άλλων εγκαταστάσεων περιοχής τίνος.
Μαζική έκρηξη
Ορισμός 1: Η έκρηξη που επηρεάζει στιγμιαία ολόκληρη τη γόμωση του εκρηκτικού.
Μακροπρόθεσμος στόχος
Ορισμός 1: Επίπεδο που πρέπει να επιτευχθεί μακροπρόθεσμα, εκτός εάν αυτό είναι ανέφικτο με ανάλογα μέτρα, για να εξασφαλισθεί η αποτελεσματική προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος.
Μεγάλης κλίμακας σταθερά βιομηχανικά εργαλεία
Ορισμός 1: Μεγάλης κλίμακας συναρμολόγημα μηχανημάτων, εξοπλισμού και/ή εξαρτημάτων που λειτουργούν από κοινού για μια ειδική εφαρμογή, εγκαθίστανται και απεγκαθίστανται από ειδικούς σε συγκεκριμένη θέση, και χρησιμοποιούνται και συντηρούνται από επαγγελματίες σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις ή σε εγκαταστάσεις έρευνας και ανάπτυξης.
Μεγάλης κλίμακας σταθερή εγκατάσταση
Ορισμός 1: Ένας μεγάλης κλίμακας συνδυασμός διάφορων τύπων συσκευών και, ενδεχομένως, άλλων διατάξεων, που συναρμολογούνται και εγκαθίστανται από επαγγελματίες, και προορίζονται να χρησιμοποιούνται μονίμως σε έναν προκαθορισμένο ειδικό χώρο, και απεγκαθίστανται από επαγγελματίες.
Μεγάλο ατύχημα
Ορισμός 1: Συμβάν, όπως μεγάλη διαρροή, πυρκαγιά ή έκρηξη που προκύπτει από ανεξέλεγκτες εξελίξεις κατά τη λειτουργία οποιασδήποτε εγκατάστασης που υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης, το οποίο προκαλεί σοβαρούς κινδύνους, άμεσους ή απώτερους, για την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον, εντός ή εκτός της εγκατάστασης και σχετίζεται με μία ή περισσότερες επικίνδυνες ουσίες·
Μεγάλος κίνδυνος «major hazard»
Ορισμός 1: Σημαίνει κατάσταση που είναι πιθανόν να οδηγήσει σε σοβαρό ατύχημα.