Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Πρωτεύουσες καρτέλες
Βλέπετε τις εγγραφές : 501 - 550, σε σύνολο 12273
Όρος: aminomethyl-3,5,5-trimethylcyclohexylamine 3-, Isophorone diamine
Μετάφραση: αμινομέθυλο-3,5,5-τριμεθυλοκυκλοεξυλαμίνη 3-, Ισοφορονδιαμίνη
Όρος: Aminomethylpropanol, 2-amino-2-methylpropan-1-ol
Μετάφραση: Άμινο μεθυλoπροπανόλη, άμινο-2-μεθυλό-1-προπανόλη 2-
Όρος: Aminonaphthalene see naphthylamine
Μετάφραση:
Όρος: Aminopeptidases
Μετάφραση: Αμινοπεπτιδάσες
Όρος: Aminophenol
Μετάφραση: Αμινοφαινόλη
Όρος: Aminophylline
Μετάφραση: Αμινοφυλλίνη
Όρος: aminopropane 1- see propylamine
Μετάφραση:
Όρος: aminopropane 2- see isopropylamine
Μετάφραση:
Όρος: aminopropionic acid α- see alanine
Μετάφραση:
Όρος: Aminopyridine
Μετάφραση: Αμινοπυριδίνη
Όρος: Aminosuccinic acid see aspartic acid
Μετάφραση:
Όρος: Aminotoluene see toluidine
Μετάφραση:
Όρος: Aminoundecanoic acid
Μετάφραση: Αμινοενδεκανοϊκό οξύ
Όρος: Amitraz
Μετάφραση: Αμιτράζη
Όρος: Amitrole or 3-amino-1,2,4-triazole
Μετάφραση: Αμιτρόλη ή 3-αμινο-1,2,4-τριαζόλη
Όρος: Ammate see ammonium sulfamate
Μετάφραση:
Όρος: Ammeter
Μετάφραση: Αμπερόμετρο
Όρος: Ammonia
Μετάφραση: Αμμωνία
Όρος: Ammonia solution
Μετάφραση: Διάλυμα αμμωνίας
Όρος: Ammonium acetate
Μετάφραση: Οξικό αμμώνιο
Όρος: Ammonium bicarbonate
Μετάφραση: Διττανθρακικό αμμώνιο
Όρος: Ammonium carbamate
Μετάφραση: Καρβαμιδικό αμμώνιο
Όρος: Ammonium carbonate
Μετάφραση: Ανθρακικό αμμώνιο
Όρος: Ammonium chlorate
Μετάφραση: Χλωρικό αμμώνιο
Όρος: Ammonium chloride
Μετάφραση: Χλωριούχο αμμώνιο
Όρος: Ammonium chloride fume
Μετάφραση: Καπνός χλωριούχου αμμωνίου
Όρος: Ammonium dichromate
Μετάφραση: Διχρωμικό αμμώνιο
Όρος: Ammonium formate
Μετάφραση: Μυρμηκικό αμμώνιο
Όρος: Ammonium hydroxide
Μετάφραση: Υδροξείδιο του αμμωνίου
Όρος: Ammonium nitrate
Μετάφραση: Νιτρικό αμμώνιο
Όρος: Ammonium oxalate or Ethanodioate
Μετάφραση: Οξαλικό αμμώνιο, Αιθανοδιικό
Όρος: Ammonium perfluorooctanoate
Μετάφραση: Υπερφθοροοκτανοϊκό αμμώνιο
Συντομογραφία: APS
Όρος: Ammonium persulfate
Μετάφραση: Υπερθειικό αµµώνιο
Όρος: Ammonium phosphate
Μετάφραση: Φωσφορικό αμμώνιο
Όρος: Ammonium phthalamate
Μετάφραση: Φθαλαμιδικό αμμώνιο
Όρος: Ammonium polysulphide
Μετάφραση: Πολυθειούχο αμμώνιο
Όρος: Ammonium salicylate
Μετάφραση: Σαλικυλικό αμμώνιο
Όρος: Ammonium sulfamate or ammate
Μετάφραση: Σουλφαμικό αμμώνιο
Όρος: Ammonium sulphate, Ammonium sulphate
Μετάφραση: Θειϊκό αμμώνιο
Όρος: Ammonium thiocyanate
Μετάφραση: Θειοκυανιούχο αμμώνιο
Όρος: Ammonolysis
Μετάφραση: Αμμωνόλυση
Όρος: Amoebiasis
Μετάφραση: Αμοιβάδωση
Όρος: Amosite
Μετάφραση: Αμοσίτης
Όρος: amount of impurities
Μετάφραση: Ποσότητα προσμείξεων
Όρος: Amount of substance
Μετάφραση: Ποσότητα ύλης
Όρος: Ampere
Μετάφραση: Αμπέρ
Όρος: Amphetamine
Μετάφραση: Αμφεταμίνη
Όρος: Ampholyte
Μετάφραση: Αμφολύτης
Όρος: Ampholytic buffer
Μετάφραση: Αμφολυτικό ρυθμιστικό διάλυμα
Όρος: Amphoteric
Μετάφραση: Επαμφοτερίζον