Βλέπετε τις εγγραφές : 1251 - 1300, σε σύνολο 1356
Υπαιτιότητα
Ορισμός 1: Ο βαθμός ευθύνης για την τέλεση της παράβασης.
Ύπαρξη επικίνδυνων ουσιών
Ορισμός 1: Η πραγματική ή προβλεπόμενη παρουσία επικίνδυνων ουσιών στην εγκατάσταση ή επικίνδυνων ουσιών που τεκμαίρεται λογικά ότι προβλέπεται να προκύψουν σε περίπτωση απώλειας ελέγχου της παραγωγικής διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων δραστηριοτήτων αποθήκευσης, σε οποιαδήποτε μονάδα της εγκατάστασης, σε ποσότητες ίσες με ή μεγαλύτερες από τις οριακές ποσότητες που αναφέρονται στο μέρος 1 ή το μέρος 2 του παραρτήματος Ι.
Υπάρχουσα δραστική ουσία
Ορισμός 1: Ουσία που διετίθετο στην αγορά στις 14 Μαΐου 2000 ως δραστική ουσία βιοκτόνου για σκοπούς διαφορετικούς από την επιστημονική έρευνα και ανάπτυξη ή την έρευνα και ανάπτυξη προϊόντων και διεργασιών.
Υπεράκτιες βιομηχανικές δραστηριότητες
Ορισμός 1: Η κατασκευή, η συντήρηση, ο παροπλισμός, η λειτουργία ή τεχνική εξυπηρέτηση υπεράκτιων εγκαταστάσεων που σχετίζονται, αλλά δεν περιορίζονται, στην εξερεύνηση και εκμετάλλευση πόρων από τους τομείς ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ή υδρογονανθράκων, υδατοκαλλιέργειας, εξόρυξης ωκεανών ή παρόμοιες δραστηριότητες.
Υπεράκτιες εργασίες υδρογονανθράκων
Ορισμός 1: σημαίνει όλες τις δραστηριότητες που συνδέονται με εγκατάσταση ή συνδεδεμένη υποδομή, συμπεριλαμβανομένων του σχεδιασμού, του προγραμματισμού, της κατασκευής, της λειτουργίας και της απεγκατάστασής της, οι οποίες σχετίζονται με την έρευνα και την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων, μη συμπεριλαμβανομένης όμως της μεταφοράς υδρογονανθράκων από μία ακτή σε άλλη.
Υπεράκτιο Αιολικό Πάρκο (ΥΑΠ)
Υπεράκτιος» («offshore»)
Ορισμός 1: Σημαίνει ευρισκόμενος είτε στα ύδατα τα υπερκείμενα των υποθαλάσσιων περιοχών, είτε στις υποθαλάσσιες περιοχές, όπως αυτές καθορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 2 του Ν. 2289/1995.
Υπεργολάβος
Ορισμός 1: Πρόσωπο που συμβάλλεται με εργολάβο και αναλαμβάνει την εκτέλεση ολόκληρου του έργου ή τμήματος του, ανεξάρτητα από την ιδιότητα με την οποία φέρεται ασφαλισμένος σε ασφαλιστικό οργανισμό. Ως υπεργολάβος θεωρείται επίσης και το πρόσωπο που συμβάλλεται με άλλον υπεργολάβο και αναλαμβάνει σύμφωνα με τα παραπάνω την εκτέλεση ολόκληρου του έργου ή τμήματος του.
Ορισμός 2: Πρόσωπο που συμβάλλεται με μίσθωση έργου με τον εργολάβο ή άλλον υπεργολάβο και αναλαμβάνει την εκτέλεση ολοκλήρου του τεχνικού έργου ή τμήματος του.
Ορισμός 3: Οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ένωση προσώπων στο οποίο ανατίθεται η εκτέλεση ενός μέρους ή του συνόλου των υποχρεώσεων προηγούμενης σύμβασης.
Υπεριώδης ακτινοβολία
Ορισμός 1: Οπτική ακτινοβολία στην περιοχή μήκους κύματος μεταξύ 100nm και 400nm. Η υπεριώδης περιοχή του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος υποδιαιρείται σε UVA (315-400nm), UVB (280-315nm) και UVC (100-280nm).
Υπεύθυνη δήλωση εγκαταστάτη (ΥΔΕ)
Υπεύθυνος εγκατάστασης
Ορισμός 1: Eίναι το άτομο που έχει την ικανότητα, κατάλληλη εκπαίδευση, γνώση και εμπειρία, να επιβλέπει ή να εκτελεί την εργασία που έχει αναλάβει με ασφαλή και σωστό τρόπο.
Ορισμός 2: O ιδιοκτήτης ή ο εκμεταλλευόμενος την εγκατάσταση ή ο νόμιμος εκπρόσωπος του.
Υπεύθυνος εκμετάλλευσης
Ορισμός 1: Ο οικονομικός φορέας που εκμεταλλεύεται το σύνολο των διατάξεων ψυχαγωγίας και τις υποστηρικτικές εγκαταστάσεις σε συγκεκριμένο χώρο αναψυχής και ο οποίος έχει την ευθύνη της ασφαλούς λειτουργίας αυτών.
Υπεύθυνος λειτουργίας (controller/ride controller)
Ορισμός 1: Ο αρμόδιος για τον πλήρη έλεγχο μιας διάταξης ψυχαγωγίας. Μπορεί να είναι είτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο ανήκει η διάταξη ψυχαγωγίας, είτε παραχωρησιούχος ή μισθωτής στον οποίο έχει δοθεί ο πλήρης έλεγχος της διάταξης από τον υπεύθυνο εκμετάλλευσης για μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο.
Υπεύθυνος συντήρησης
Ορισμός 1: Φυσικό πρόσωπο, το οποίο κατέχει την οριζόμενη από το νόμο άδεια για την ανάληψη της εκτέλεσης και συντήρησης έργων αυτής της κατηγορίας.
Υπεύθυνος της επιχείρησης ή εγκατάστασης
Ορισμός 1: Ο ιδιοκτήτης, εκμεταλλευτής, εργοδότης ή άλλος κατά νόμο υπεύθυνος της επιχείρησης ή εγκατάστασης.
Υπεύθυνος φόρτωσης
Ορισμός 1: Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που αναφέρεται ως φορτωτής ή αποστολέας στα συνοδευτικά έγγραφα της μεταφοράς. Σε περίπτωση περισσοτέρων φορτωτών ή αποστολέων, ως υπεύθυνος φόρτωσης για την εφαρμογή της παρούσας νοείται ο ιδιοκτήτης ή ο μισθωτής του οχήματος με το οποίο πραγματοποιείται η μεταφορά. Σε περίπτωση έλξης ρυμουλκουμένου άλλης επιχείρησης, ως υπεύθυνος φόρτωσης νοείται ο ιδιοκτήτης/μισθωτής του ρυμουλκουμένου.
Υπεύθυνος φόρτωσης ή εκφόρτωσης
Ορισμός 1: O εκάστοτε επικεφαλής της ομάδας του φορέα (Οργανισμός Λιμένα, Λιμενικό Ταμείο, Ο.Τ.Α ή ιδιώτης) που εκτελεί τη φόρτωση ή εκφόρτωση επικίνδυνου είδους. Στις φορτώσεις και εκφορτώσεις επικινδύνων ειδών της κλάσης 1 προβλέπεται επιπλέον και η παρουσία του οριζόμενου στο Παράρτημα Α του Κανονισμού προσώπου (εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου) που στην περίπτωση αυτή και αυτός επιπλέον των παραπάνω είναι υπεύθυνος φόρτωσης ή εκφόρτωσης.
Υπόγεια
Ορισμός 1: Είναι τα καταστήματα που η κύρια ή/και βοηθητική δραστηριότητά τους, αναπτύσσεται σε χαμηλότερη στάθμη από τον κατώτερο όροφο εκκένωσης του κτιρίου.
Υπόγεια αποθήκευση
Ορισμός 1: Η μόνιμη εγκατάσταση αποθήκευσης αποβλήτων σε βαθιές γεωλογικές κοιλότητες, όπως σε αλατωρυχεία ή ορυχεία καλίου.
Υπόγεια εγκατάσταση
Ορισμός 1: Εγκατάσταση που η δραστηριότητα που αναπτύσσεται σε αυτή βρίσκεται σε χαμηλότερη στάθμη από τον κατώτερο όροφο εκκένωσης του κτιρίου.
Υπόγειες εκσκαφές
Ορισμός 1: Οι στοές, οι σήραγγες, τα φρέατα, τα κεκλιμένα, τα υπόγεια μέτωπα, οι εξοφλήσεις κ.λπ.
Υποσταθμός
Ορισμός 1: Ως Υποσταθμός νοείται οποιοσδήποτε Υποσταθμός Μέσης προς Υψηλής Τάσης ή Κέντρο Υπερύψηλής Τάσης, καθώς και οι εγκαταστάσεις μετατροπέων συνεχούς ρεύματος.
Υποστηρικτικές εγκαταστάσεις
Ορισμός 1: Σύνολο υλικών και τεχνικών μέσων που απαιτούνται για την ολοκληρωμένη και ασφαλή λειτουργία του χώρου στον οποίον φιλοξενούνται, εγκαθίστανται ή και προσαρμόζονται οι διατάξεις ψυχαγωγίας (π.χ. δομικά έργα και υλικά, πινακίδες, σήματα υπόδειξης και πληροφόρησης, διατάξεις εξαερισμού, ηλεκτρικoí πίνακες, φωτισμός, αεριοφυλάκια, πυροσβεστήρες, δεξαμενές νερού, κ.ά.).
Υποστηρικτικές μελέτες και έρευνες
Ορισμός 1: Οι επί μέρους μελέτες και έρευνες που είναι απαραίτητες για τον σχεδιασμό έργου ή την παροχή υπηρεσίας, δεν έχουν, όμως, ως αντικείμενο τον ίδιο τον σχεδιασμό του έργου ή την παροχή της υπηρεσίας.
Υποτροπή
Ορισμός 1: Η διαπίστωση όμοιας παράβασης εντός ενός (1) έτους από τη βεβαίωση της αρχικής.
Ορισμός 2: Υφίσταται όταν διαπιστώνεται η κατ’ επανάληψη τέλεση περιβαλλοντικών παραβάσεων σε έργο ή δραστηριότητα. Η υποτροπή εξετάζεται σε βάθος δεκαετίας και αφορά την ίδια ή οποιαδήποτε άλλη παράβαση στο ελεγχόμενο έργο ή τη δραστηριότητα.
Ορισμός 3: Η κατ’ επανάληψη παράβαση νομοθετικών προβλέψεων από τον φορέα λειτουργίας του έργου ή της δραστηριότητας. Η υποτροπή εξετάζεται σε βάθος 10ετίας και αφορά την ίδια ή οποιαδήποτε άλλη περιβαλλοντική παράβαση ή την έλλειψη συμμόρφωσης εντός προθεσμίας με το Πλάνο Διορθωτικών Ενεργειών (ΠΔΕ) που συνοδεύει την Πράξη Βεβαίωσης Παράβασης.
Υπότροπος
Ορισμός 1: Ο φορέας όταν, για το ελεγχόμενο έργο ή τη δραστηριότητα έχει διενεργηθεί τουλάχιστον μία αυτοψία της παρ. 11α του άρθρου 20 του ν. 4014/2011 εντός δέκα ετών πριν από τον χρόνο έναρξης του τρέχοντος ελέγχου, σε συνέχεια της οποίας
α) έχουν επιβληθεί κυρώσεις των περ. β’, γ’, δ’ ή/και ε’ της παρ. 1 του άρθρου 21 του ν. 4014/2011 ή
β) ο φορέας δεν έχει συμμορφωθεί, εντός καθορισμένης προθεσμίας, με το Πλάνο Διορθωτικών Ενεργειών (ΠΔΕ) που συνοδεύει την Πράξη Βεβαίωσης Παράβασης.
Υπόχρεος φορέας διαχείρισης
Ορισμός 1: Ο κύριος, ο παραγωγός ή ο κάτοχος επικίνδυνων αποβλήτων όπως ορίζεται στο άρθρο 2 (§14).
Υποχρέωση όσον αφορά τη συγκέντρωση της έκθεσης
Ορισμός 1: Επίπεδο που ορίζεται βάσει του δείκτη μέσης έκθεσης με σκοπό τη μείωση των επιβλαβών επιπτώσεων στην υγεία του ανθρώπου, και το οποίο πρέπει να επιτευχθεί εντός δεδομένης περιόδου.
Υφιστάμενη εγκατάσταση
Ορισμός 1: Εγκατάσταση η οποία στις 31 Μαΐου 2015 εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της υπ’ αριθ. 12044/613/2007 (Β΄ 376) κοινής υπουργικής απόφασης ως ισχύει και από την 1η Ιουνίου 2015 στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης, χωρίς να έχει αλλάξει η ταξινόμησή της ως εγκατάσταση κατώτερης ή ανώτερης βαθμίδας·
Υψηλά AL
Ορισμός 1: Είναι τα επίπεδα που σχετίζονται με τις «ELV με επιπτώσεις στην υγεία».
Υψηλά επαγγελματικά προσόντα
Ορισμός 1: Τα προσόντα που πιστοποιούνται από τίτλο σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή εφόσον αυτό προβλέπεται, κατά παρέκκλιση, από την εθνική νομοθεσία, από πέντε τουλάχιστον έτη επαγγελματικής εμπειρίας επιπέδου ανάλογου προς τίτλο σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και σχετικής με το επάγγελμα ή τον τομέα που προσδιορίζεται στη σύμβαση εργασίας.
Υψηλή τάση
Ορισμός 1: Η ταξινόμηση ενός ηλεκτρικού στοιχείου ή κυκλώματος, εφόσον η τάση λειτουργίας του είναι > 60 V και ≤ 1 500 V ΣΡ ή > 30 V και ≤ 1 000 V ΕΡ μέσης τετραγωνικής ρίζας (RMS) σύμφωνα με τον Κανονισμό αριθ. 100 της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη (ΟΕΕ/ΗΕ) «Ενιαίες διατάξεις σχετικά με την έγκριση οχημάτων όσον αφορά τις ειδικές απαιτήσεις για το ηλεκτρικό σύστημα κίνησης [2015/505]».
Φαινόμενη (Φαινομενική) πυκνότητα
Ορισμός 1: Το βάρος των στερεών, του αέρα και του νερού ανά μονάδα όγκου. Η φαινόμενη (φαινομενική) πυκνότητα εκφράζεται σε χιλιόγραμμα ανά κυβικό μέτρο (kg /m3), γενικά. Οι κενοί χώροι στο φορτίο μπορούν να γεμιστούν με αέρα και νερό.
Φλογοστεγανός
Ορισμός 1: Ο εξοπλισμός ή η ηλεκτρική συσκευή που βρίσκεται μέσα σε «αλεξίφλογο» περίβλημα ή περιβλήματα.
Φορέας
Ορισμός 1: Τμήμα του μηχανήματος επί του οποίου ή εντός του οποίου τα πρόσωπα ή/και τα πράγματα υποστηρίζονται προκειμένου να ανυψωθούν.
Φορέας
Ορισμός 1: Οποιοδήποτε μέσο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν φορέας ανάμειξης, διασποράς ή διαλυτοποίησης του ελεγχόμενου στοιχείου ή του στοιχείου αναφοράς, ώστε να διευκολύνει τον χειρισμό/εφαρμογή του πειραματικού συστήματος.
Φορέας άσκησης της οικονομικής δραστηριότητας
Ορισμός 1: Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο ασκεί συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα σε συγκεκριμένο χώρο.
Φορέας εκμετάλλευσης
Ορισμός 1: Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο εκμεταλλεύεται ή κατέχει εγκατάσταση ή μονάδα ή είναι κατά νόμο υπεύθυνο για τη διαχείριση και λειτουργία της εγκατάστασης ή μονάδας.
Φορέας εκμετάλλευσης εγκατάστασης
Ορισμός 1: Κάθε πρόσωπο το οποίο εκμεταλλεύεται ή διευθύνει την εγκατάσταση ή στο οποίο έχουν μεταβιβασθεί σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις αποφασιστικές αρμοδιότητες σε οικονομικά θέματα όσον αφορά την τεχνική λειτουργία της εγκατάστασης.
Φορέας εκμετάλλευσης ή Διαχειριστής ή Εντολοδόχος «operator»
Ορισμός 1: Εφεξής «Διαχειριστής», σημαίνει την οντότητα, που έχει ορισθεί από τον κάτοχο άδειας ή την Αδειοδοτούσα Αρχή για να διεξάγει υπεράκτιες εργασίες υδρογονανθράκων, συμπεριλαμβανομένων του προγραμματισμού και της εκτέλεσης εργασιών γεώτρησης ή της διαχείρισης και του ελέγχου των λειτουργιών παραγωγικής εγκατάστασης.
Φορέας επαγγελματικής κατάρτισης
Ορισμός 1: Το Κέντρο Δια Βίου Μάθησης του άρθρου 17 παρ. 1 περίπτ. γ) του Ν. 4186/2013.
Φορέας Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής
Ορισμός 1: Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο έχει το δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης του Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής και στο όνομα του οποίου εκδίδεται η άδεια εγκατάστασης ή υποβάλλεται η προβλεπόμενη στο άρθρο 8 γνωστοποίηση».
Φορέας λειτουργίας
Ορισμός 1: Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που φέρει την ευθύνη για το χώρο ταφής σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας. Το πρόσωπο αυτό μπορεί να είναι διαφορετικό μεταξύ των φάσεων προετοιμασίας του χώρου και μέριμνας μετά από την παύση λειτουργίας του.
Φορέας Συλλογικού Συστήματος Εναλλακτικής Διαχείρισης (ΣΣΕΔ)
Ορισμός 1: Το νομικό πρόσωπο που λειτουργεί υπό τον τύπο ανώνυμης εταιρείας ή εταιρείας περιορισμένης ευθύνης ή ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρίας ή ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρείας ή αστικής εταιρείας και έχει ως αποκλειστικό σκοπό την οργάνωση και λειτουργία ΣΕΔ σε συλλογική βάση (ΣΣΕΔ).
Φορητά και απλά μέσα πυροπροστασίας
Ορισμός 1: Οι πυροσβεστήρες (φορητοί, τροχήλατοι, αυτοδιεγειρόμενοι), τα φωτιστικά σώματα ασφαλείας, οι απλοί φορητοί ανιχνευτές εκρηκτικών μιγμάτων, το αυτόματο σύστημα καταιονισμού ύδατος μέχρι έξι κεφαλές καταιονητήρων συνδεδεμένο απ΄ ευθείας στο εσωτερικό υδραυλικό δίκτυο ύδατος του κτιρίου, τα πυροσβεστικά ερμάρια με εύκαμπτους ελαστικούς σωλήνες, οι σταθμοί (ερμάρια) εργαλείων και μέσων κ.α.
Φορητά μέσα αποθήκευσης
Ορισμός 1: Τα «Μέσα αποθήκευσης CNG/CBG/BioCNG» που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά του συμπιεσμένου φυσικού αερίου/βιομεθανίου/μείγματος φυσικού αερίου - βιομεθανίου (CNG/CBG/BioCNG) με κατάλληλα οχήματα, σύμφωνα με τις διατάξεις της υπ’ αρ. Γ5/22039/2825/2017 (Β’ 2915) (ΑDR 2017) κοινής υπουργικής απόφασης σχετικά με τις οδικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ΑDR), όπως ισχύει.
Φορητό αλυσοπρίονο
Ορισμός 1: Το κινούμενο με κινητήρα εργαλείο που έχει προβλεφθεί για την κοπή ξύλων με πριονωτή αλυσίδα και αποτελεί ολοκληρωμένο συμπαγές μηχάνημα με λαβές, πηγή ενέργειας και εξάρτημα κοπής, σχεδιασμένο να κρατείται με τα δύο χέρια.
Φορτάμαξα
Ορισμός 1: Κάθε σιδηροδρομικό όχημα χωρίς ίδια μέσα πρόωσης, το οποίο κινείται με δικούς του τροχούς επάνω σε σιδηροδρομικές γραμμές και χρησιμοποιείται για τη μεταφορά εμπορευμάτων.
Φορτία που μπορούν να υγροποιηθούν
Ορισμός 1: Τα φορτία που εμπεριέχουν ένα ορισμένο ποσοστό λεπτών σωματιδίων και μια ορισμένη ποσότητα υγρασίας. Μπορούν να ρευστοποιηθούν εάν μεταφέρονται με περιεκτικότητα σε υγρασία που υπερβαίνει το μεταφερόμενο όριο υγρασίας τους.